Μήνυμα από την Αττάλεια

2' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η​​ συνάντηση των στρατιωτικών ηγετών ΗΠΑ, Ρωσίας και Τουρκίας την περασμένη Τρίτη στην Αττάλεια για τον συντονισμό της στρατιωτικής δράσεως στην κρίση της Συρίας αποτελεί εξέλιξη ιδιαιτέρας σημασίας. Οι γεωστρατηγικοί στόχοι Ουάσιγκτον, Μόσχας και Αγκυρας στην περιοχή διίστανται ασφαλώς. Η τριμερής συνάντηση επιβεβαίωσε απλώς ποιες χώρες έχουν όντως λόγο στη διαχείριση της μεγαλύτερης κρίσεως των τελευταίων ετών στην Ανατολική Μεσόγειο.

Κραυγαλέα η απουσία της «ενωμένης» Ευρώπης από τις συνομιλίες. Και αυτό παρά το γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή υπήρξε εμπλοκή δύο ευρωπαϊκών Δυνάμεων –της Βρετανίας και της Γαλλίας–, ενώ παράλληλα οι συνέπειες του προσφυγικού κύματος από τη Συρία προς την ήπειρο έχουν αποσταθεροποιήσει πολιτικά την Ενωση.

Υπενθυμίζεται απλώς ότι μετά την τρομοκρατική και φονικότατη επίθεση στο κέντρο Μπατακλάν, στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 2015, ο Γάλλος πρόεδρος κ. Φρανσουά Ολάντ είχε ανακοινώσει «την κήρυξη πολέμου» εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, την άμεση δραστηριοποίηση της γαλλικής πολεμικής αεροπορίας, αλλά εν τέλει όλα έμειναν στο επίπεδο των διακηρύξεων.

Αρκεί, ωστόσο, η διεκτραγώδηση της ευρωπαϊκής αδυναμίας. Η ουσία του όλου θέματος είναι ότι παρά τις διαφορές και τις εντάσεις στις σχέσεις της Αγκυρας με την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, η σημασία της Τουρκίας για την ασφάλεια της περιοχής επιβεβαιώνεται και στην παρούσα συγκυρία.

Μετά από πολλά έτη και ειδικώς έπειτα από την εκλογή του κ. Ντόναλντ Τραμπ στο προεδρικό αξίωμα των ΗΠΑ, που αντιμετωπίζει με αυστηρότητα –και ορθώς– την απροθυμία ακόμη και των πλουσιοτέρων ευρωπαϊκών κρατών να εκπληρώσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς το ΝΑΤΟ, επανήλθε το θέμα της «ευρωπαϊκής αμύνης». Στη Σύνοδο των Βερσαλλιών μάλιστα, όπου εξηγγέλθη η Ευρώπη «πολλών ταχυτήτων», η ενίσχυση της συνεργασίας στον αμυντικό τομέα αναφέρθηκε ως μία από τις κοινές δράσεις όσων κρατών επιθυμούν να συμμετάσχουν στον «σκληρό πυρήνα».

Σε πρακτικό επίπεδο, ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμύνης σημαίνει διοχέτευση κρατικών κονδυλίων στις πολεμικές βιομηχανίες των ευρωπαϊκών χωρών που διαθέτουν την απαραίτητη παραγωγική υποδομή. Αυτό οδηγεί σε αύξηση των αμυντικών δαπανών ως προς το ΑΕΠ, και ως εκ τούτου σε ικανοποίηση των προϋποθέσεων που έθεσε ο κ. Τραμπ ώστε να εξακολουθήσει η κάλυψή τους από την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για εναρμόνιση των Ευρωπαίων προς την δικαία απαίτηση της Ουάσιγκτον, για αύξηση των αμυντικών τους δαπανών, αλλά προβάλλεται ως κίνηση απεξαρτήσεως, κάποιας μορφής. Τα ανωτέρω ισχύουν για χώρες όπως η Γαλλία και κυρίως η Γερμανία.

Στην Ελλάδα το όλο θέμα ενίσχυσε τις αυταπάτες όσων πιστεύουν ότι μια αμιγώς ευρωπαϊκή άμυνα θα επιλύσει το πρόβλημα ασφαλείας της χώρας μας έναντι της Τουρκίας. Αλλά ακόμη και εάν υποτεθεί ότι η όλη υπόθεση δεν θα ατονήσει, όπως συνέβη κατ’ επανάληψιν στο παρελθόν, η προβολή μιας όποιας στρατιωτικής ισχύος της Ευρώπης στην περιφέρεια αμέσων συμφερόντων προϋποθέτει την τουρκική συμμετοχή.

Το μήνυμα της τριμερούς στρατιωτικής συναντήσεως στην Αττάλεια ήταν ότι ο προβληματικός μας γείτων δεν είναι δυνατόν να αποκλεισθεί από την ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου και ότι η ιδέα της Ελλάδος ως προκεχωρημένου οχυρού της Ευρώπης είναι επιεικώς εκτός πραγματικότητος. Καιρός να γίνουν κατανοητά τα αυτονόητα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή