«Κοινωνική συναίνεση» αντί αριστείας στα ΑΕΙ

«Κοινωνική συναίνεση» αντί αριστείας στα ΑΕΙ

3' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Λ​​ίγο πριν από τις διακοπές του Πάσχα, 21.000 καθηγητές και διοικητικοί υπάλληλοι των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων έλαβαν, μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προσωπικά ο καθένας, ένα συνοπτικό κείμενο με τις θέσεις του υπουργού επί πολύ σημαντικών θεμάτων της διοίκησης των ιδρυμάτων και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών. Εδώ θα ασχοληθώ μόνο με το θέμα της διοίκησης.

Κατ’ αρχάς, είναι αναγκαίο να εκφράσω την έντονη αντίθεσή μου στον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνώντες εννοούν και διαχειρίζονται τον δημόσιο διάλογο. Οι άνθρωποι που επί χρόνια κρατούσαν σε συνεχή αναστάτωση και υποβάθμιση την ακαδημαϊκή ζωή στα ιδρύματα, στο όνομα της ανάγκης διαβούλευσης στο διηνεκές για το οποιοδήποτε νομοθέτημα προωθούσε η όποια κυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών, σήμερα προχωρούν σε θεμελιώδεις ανατροπές – στην καλύτερη περίπτωση με μεταμεσονύχτιες τροπολογίες ή ακόμα και με τροπολογίες που δεν γνωρίζει ο καθ’ ύλην αρμόδιος υφυπουργός. Δεν τηρούν καν τα προσχήματα διαλόγου, ούτε μέσα στον Ναό της Δημοκρατίας. Η συγκεκριμένη κίνηση του υπουργού Παιδείας είναι εξωθεσμική, καθώς παρακάμπτει τον ουσιαστικό και τεκμηριωμένο διάλογο μέσα στα αρμόδια όργανα. Είναι επίσης αναποτελεσματική, διότι δεν υπάρχει διαδικασία ή μηχανισμός που με διαφάνεια θα επεξεργαζόταν τις όποιες απαντήσεις θα έδιναν, αν την αντιμετώπιζαν ως ουσιαστική κίνηση, οι χιλιάδες παραλήπτες της επιστολής. Ως εκ τούτων, είναι έντονα προσχηματική, πολιτικάντικη και λαϊκίστικη. Αν πραγματικά το υπουργείο ήθελε τον διάλογο, θα είχε διατηρήσει το ΕΣΥΠ –δεν υπάρχει αντιπροσωπευτικότερος και λειτουργικότερος καθ’ ύλην αρμόδιος θεσμός–, και θα τον είχε ξεκινήσει από εκεί.

Επί της ουσίας, οι διατυπούμενες προθέσεις των κυβερνώντων συνεπάγονται σημαντικές ανατροπές σε ό,τι ακόμα έχει απομείνει λειτουργικό στον χώρο των πανεπιστημίων. Συγκεκριμένα:

Σύγκλητος: Η Σύγκλητος με τη συμμετοχή των προέδρων όλων των τμημάτων, ειδικά στα ιδρύματα με μεγάλο αριθμό τμημάτων, μετατρέπεται σε ένα πολυπληθές, δυσλειτουργικό, άρα και αναποτελεσματικό όργανο, το οποίο προφανώς θα συγκαλείται ελάχιστες φορές. Το ίδρυμα στην πράξη θα διοικείται από τον στενό κύκλο των μελών τού –διευρυμένου πλέον– πρυτανικού συμβουλίου.

Πρυτανεία: Η ανομοιογενής –«δημοκρατικά» όμως εκλεγμένη– Πρυτανεία με τα ξεχωριστά ψηφοδέλτια εκλογής αντιπρυτάνεων θα οδηγήσει ταχέως στην πλήρη αποδιοργάνωση των ιδρυμάτων. Ετσι, είναι βέβαιο πλέον, στη σημερινή ακαδημαϊκή πραγματικότητα, ότι στη διοίκηση κάθε ιδρύματος θα «κάνει κουμάντο» όποιος εκ των αντιπρυτάνεων θα έχει πίσω του τους γνωστούς και αγνώστους –με ή χωρίς κουκούλα– λεγεωνάριους.

ΑΣΑΕΕ: Η θεσμοθέτηση των Περιφερειακών Ακαδημαϊκών Συμβουλίων Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας (ΑΣΑΕΕ) δεν προσθέτει τίποτα το νέο, αφού έχουν ήδη θεσμοθετηθεί, συγκροτηθεί και λειτουργούν Περιφερειακά Συμβούλια Ερευνας και Καινοτομίας. Η μόνη χρησιμότητα του «νέου» αυτού οργάνου είναι η εξασφάλιση της συναίνεσης των ευρωπαϊκών θεσμών για την αντικατάσταση –στην ουσία κατάργηση– των Συμβουλίων Ιδρύματος. Συνήθεις κουτοπονηριές, θα πείτε.

Αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ: Τα σημεία που κατά δήλωση του υπουργού θα «ενισχύουν το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ» είναι τόσο επουσιώδη και ασήμαντα, που κινούνται στο όριο της φαιδρότητας.

Συνοψίζοντας, η νέα αυτή πρωτοβουλία του υπουργού κινείται σταθερά στη στρατηγική που προσπάθησαν να εφαρμόσουν οι προκάτοχοί του (Μπαλτάς, Κουράκης, Αναγνωστοπούλου, Φίλης) για πλήρη κομματικό έλεγχο όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης. Εξαλείφει κάθε ελπίδα, διά της κατάργησης των Συμβουλίων Ιδρύματος, να επικρατήσουν κάποτε η διαφάνεια και η λογοδοσία και να ελεγχθεί η έκνομη δράση των διαφόρων πασάδων και βαρώνων του πανεπιστημιακού συστήματος, τους οποίους συνειδητά προστατεύουν οι κυβερνώντες. Θα έχει ως άμεση συνέπεια την αποκοπή των ελληνικών πανεπιστημίων από τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας, αλλά και από τις διεθνείς εξελίξεις γενικότερα. Η πρωτοβουλία αλλοιώνει πλήρως τον δημόσιο χαρακτήρα των πανεπιστήμιων και τα μετατρέπει σε κρατικά – κομματικά ιδρύματα, έρμαια των ορέξεων των εσωτερικών συμπλεγμάτων οικονομικών συμφερόντων και της εκάστοτε εξουσίας. Η «δημοκρατική νομιμοποίηση», η «αντιπροσωπευτικότητα» και η «κοινωνική συναίνεση» που προκρίνει ο κ. Γαβρόγλου έρχονται να αντικαταστήσουν την ευθύνη, την ικανότητα, την αριστεία, την αποδοτικότητα, τη χρηστή διαχείριση, την εξωστρέφεια και τη λογοδοσία, που διέπουν τη διακυβέρνηση των σύγχρονων πανεπιστημίων στις ανεπτυγμένες χώρες.

Αν αυτό το μοντέλο επικρατήσει, τα ελληνικά πανεπιστήμια θα βρεθούν να σέρνονται δεκαετίες πίσω από το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», το οποίο σήμερα απέχει παρασάγγας από το –πεπαλαιωμένο πια– μοντέλο του universitas, στο όνομα του οποίου ομνύουν αείποτε οι γηραλέοι σήμερα «αγωνιστές» του Μάη του ’68. Για όλα αυτά, λόγο έχουν η πανεπιστημιακή κοινότητα, ο πολιτικός κόσμος, αλλά και η ελληνική κοινωνία. Οφείλουμε όλοι να αντιδράσουμε οργανωμένα και θεσμικά στην προσπάθεια άλωσης του χώρου της ανώτατης εκπαίδευσης, που ακόμη καταφέρνει με πολλές δυσκολίες να λειτουργεί και να μορφώνει τα παιδιά μας – τους αυριανούς ελεύθερα βουλόμενους, κριτικά σκεπτόμενους, δημοκρατικούς και προκομμένους πολίτες.

* Ο κ. Ν. Μ. Σταυρακάκης είναι καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της ΠΟΣΔΕΠ ([email protected]).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή