Στο μυαλό του Μάθιου Γουάινερ

Στο μυαλό του Μάθιου Γουάινερ

4' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι 2007: Lehman Brothers δεν έχει ακόμα πτωχεύσει, η χρηματοοικονομική κρίση δεν έχει ακόμα ξεσπάσει, η Εϊμι Γουαϊνχάουζ, απόλυτο είδωλο της μουσικής, τραγουδά το «You know I’m no good», ένα μικρό χρονικό απιστίας. Και το AMC, ένα αμερικανικό καλωδιακό κανάλι, διαφημίζει την πρώτη του τηλεοπτική σειρά, «Mad Men», με σποτάκια που περιλαμβάνουν ερωτικές σκηνές και έχουν μουσική υπόκρουση το συγκεκριμένο τραγούδι…

Δέκα χρόνια έχουν περάσει από τότε, αλλά μας φαίνονται σαν αιώνας. Το οικοδόμημα της παγκόσμιας οικονομίας τρίζει, η Γουαϊνχάουζ ανήκει πια στη δικαιοδοσία της Ιστορίας, όπως και οι «Mad Men». Με φόντο τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’60, χρυσή εποχή (και) της διαφήμισης, και πρωταγωνιστές τους διαφημιστές της Madison Avenue, η σειρά (των 16 βραβείων ΕΜΜΥ και των 5 Χρυσών Σφαιρών) έριξε αυλαία τον Μάιο του 2015, έπειτα από 92 επεισόδια και επτά κύκλους· στον πέμπτο πέτυχε το ρεκόρ της σε τηλεθέαση, δηλαδή 3,54 εκατ. θεατές.

Στην ιστορία της ποπ κουλτούρας θεωρείται πια μια κατηγορία από μόνη της… Oχι μόνο για την τέλεια απεικόνιση της ατμόσφαιρας της δεκαετίας του ’60: ρούχα και έπιπλα, τσιγάρα και ποτά, σεξισμός και ρατσισμός, Κένεντι, Ψυχρός Πόλεμος και Βιετνάμ. Αλλά, κυρίως, για τον τρόπο με τον οποίο ο Μάθιου Γουάινερ, δημιουργός των «Mad Men», την προσέγγισε. Ο Γουάινερ δεν διακατέχεται από νοσταλγία για τα σίξτις, αλλά αποφάσισε να τα περιγράψει με κάθε λεπτομέρεια, χωρίς να τα κρίνει, χωρίς να τα σχολιάσει και, πάνω απ’ όλα, χωρίς να ηθικολογήσει. Ετσι, η σειρά που ο ίδιος έγραψε και σκηνοθέτησε αποτελεί κοινωνιολογικό σχόλιο για τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων, τον τρόπο ζωής, τις αξίες και την ψυχολογία της αμερικανικής αστικής τάξης εκείνης της εποχής.

Στο… μυαλό του Μάθιου Γουάινερ επιχειρεί να μας βάλει το λεύκωμα «Mad Men» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Taschen. Εκεί, ο 51χρονος σεναριογράφος και σκηνοθέτης αποκαλύπτει πώς εμπνεύστηκε τους ήρωές του, ποιες δυσκολίες αντιμετώπισε, ποιες ήταν οι επιρροές του. Από τις 1.043 σελίδες της έκδοσης, εντοπίσαμε μερικά ενδιαφέροντα σημεία.

Για τις σπουδές του: «Σπούδασα λογοτεχνία, φιλοσοφία και ιστορία. Ημουν φρικτός φοιτητής. Φαίνεται πως ο εγκέφαλός μου είναι διαφορετικός από των περισσότερων ανθρώπων. Ομως, αν και δεν ήμουν της διανόησης, είχα την ικανότητα να αφομοιώνω αντίθετα, ετερογενή πράγματα. Κι αυτό είναι καλό για έναν καλλιτέχνη, δεν συμφωνείτε; Ισως γι’ αυτό αγαπούσα τόσο πολύ την ποίηση, ιδιαίτερα τον Τ. Σ. Ελιοτ και τη Σίλβια Πλαθ· οι λέξεις των ποιημάτων τους άναβαν σαν πυροτεχνήματα μέσα στο μυαλό μου! Πάντως, συστηματικός αναγνώστης βιβλίων δεν υπήρξα ποτέ. Προτιμούσα τις ταινίες, τις έβρισκα πιο εύκολες, το παραδέχομαι! Το μόνο που διάβαζα φανατικά από την εφηβεία μου ήταν το περιοδικό Mad»…

Για την εποχή που γεννήθηκε η ιδέα των «Mad Μen»: «Hταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και εργαζόμουν ως σεναριογράφος στο “Becker”. Η προϋπηρεσία μου στους “Sopranos” είχε εκτινάξει την καριέρα μου, είχα πια μια στρωμένη ζωή, με μια όμορφη σύζυγο και τρία παιδιά. Ημουν 35 ετών. Κι όμως, κάτι με έτρωγε. Σκεφτόμουν: έτσι θα κυλήσουν όλα τα χρόνια μου από εδώ και πέρα; Δεν πρέπει να δημιουργήσω κάτι δικό μου; Και, ξαφνικά, άρχισα να γράφω – τις νύχτες, μετά τη δουλειά, χωρίς να έχω κλείσει στούντιο, χωρίς να έχω χρήματα για την παραγωγή. Αλλά δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Οι “Mad Men” ήταν εκεί κι εγώ έπρεπε να αφηγηθώ την ιστορία τους».

Για τις κινηματογραφικές επιρροές του που καθόρισαν το ύφος της σειράς: «Η λίστα είναι μεγάλη: από τους αδελφούς Μαρξ, το “Dr. Strangelove” και την “Dolce Vita” του Φελίνι μέχρι τα φιλμ νουάρ με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, τις ταινίες του Χίτσκοκ, τον “Νονό” και τα B Μοvies. Μεγάλωσα στο Λος Αντζελες, μην το ξεχνάτε…».

Για την ιδιαιτερότητα του δικού του τηλεοπτικού προϊόντος: «Ηταν υβρίδιο, ένας συνδυασμός θεάτρου και κινηματογράφου σε τηλεοπτική φόρμα. Αυτό ήθελα εξαρχής να κάνω, αυτό ονειρευόμουν. Γι’ αυτό και ποτέ δεν υπολόγισα τα χρήματα: πολλές φορές κόστιζε το ίδιο να γυρίσουμε τέσσερις σελίδες διαλόγου και 30 δευτερόλεπτα σιωπής…».

Για τον ηθοποιό Τζον Χαμ (που υποδυόταν τον Ντον Ντρέιπερ): «Θα σας φανεί παράξενο τώρα που είναι πια μεγάλος σταρ, αλλά οι παραγωγοί δεν τον ήθελαν για πρωταγωνιστή. Δεν τον έβρισκαν αρκετά… σέξι! Το φαντάζεστε; Επρεπε να δώσω μάχη για να τον κρατήσω στο καστ».

Για τις παραξενιές που του έχουν χρεώσει τα μίντια: «Δεν είμαι παράξενος ούτε control freak ούτε ψυχαναγκαστικός. Με ενδιέφερε μόνο να μην ωραιοποιούμε εκείνη την εποχή, να τη δείχνουμε με τα ψεγάδια μας. Ηθελα, για παράδειγμα, τα μήλα στο ψυγείο της Μπέτι Ντρέιπερ να μην είναι κατακόκκινα, ισομεγέθη και καλογυαλισμένα, όπως στις μέρες μας, γιατί εκείνη την εποχή δεν χρησιμοποιούσαν τόσα φυτοφάρμακα στις καλλιέργειες ούτε υπήρχαν τα μεταλλαγμένα αγροτικά προϊόντα. Σε γενικές γραμμές, δεν είχα παράλογες απαιτήσεις. Στους τρεις πρώτους κύκλους ζήτημα είναι αν χρειάστηκε να ξαναγυρίσουμε 1-2 σκηνές…».

Για το πιο καλό σχόλιο που έχει ακούσει: «Αυτό που έγραψε ένας κριτικός: ότι “Mad Men” είναι να λες ότι ο Γούντι Αλεν και ο Ντέιβιντ Λιντς έκαναν μαζί παιδί! Και, φυσικά, η σύγκριση με τους “Sopranos”».

Για το πώς αισθάνθηκε όταν η σειρά ολοκληρώθηκε: «Οταν προβλήθηκε και η έβδομη σεζόν, πρώτα άρχισαν να φεύγουν οι συνεργάτες μου σεναριογράφοι. Μετά οι ηθοποιοί. Μετά το συνεργείο. Πήραν και τα σκηνικά, έκλεισε το στούντιο, άδειασαν τα γραφεία.

Μείναμε πάλι μόνοι: ο υπολογιστής μου κι εγώ. Την τελευταία μέρα, πριν κλείσω την πόρτα πίσω μου, έγραψα με ένα μαρκαδόρο στο κουτί της τηλεφωνικής εγκατάστασης, στον τοίχο, ένα μήνυμα, ώστε να το βρουν οι επόμενοι ένοικοι – σαν μπουκάλι που πετάς στον ωκεανό: “Εδώ κάναμε τους “Mad Men” και υπήρξαμε πολύ ευτυχισμένοι”. Τράβηξα και μια σέλφι και αυτό ήταν όλο!».

Matthew Weiner, «Mad Men», εκδόσεις Taschen, δίτομο, 1.048 σελίδες, τιμή: 150 ευρώ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή