Συνέβη στη Μόσχα

2' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Ακούστε τώρα μια ιστορία που υποτίθεται ότι συνέβη πριν από λίγα χρόνια στη Ρωσία του Πούτιν: ένας νεαρός Ρώσος –ας τον ονομάσουμε Νικολάι– έρχεται στη Μόσχα από την επαρχία για σπουδές. Νοικιάζει ένα δωμάτιο σε μικρό διαμέρισμα όπου ήδη μένει ένας άλλος –άγνωστός του– φοιτητής.

Ενα βράδυ, επιστρέφοντας σπίτι, ακούει φωνές. Ερχονται από την κρεβατοκάμαρα του συγκατοίκου του, εν μέσω εκκωφαντικής ρωσικής πανκ. Ο Νικολάι συνειδητοποιεί πως ακούει γυναικείες κραυγές· κραυγές πόνου. Η πόρτα είναι μισάνοιχτη, τη σπρώχνει απαλά και αντικρίζει τον συγκάτοικό του με άλλους δύο αγνώστους να βιάζουν μια κοπέλα πεσμένη μπρούμυτα πάνω σ’ ένα αναμαλλιασμένο στρώμα στο λερό δάπεδο. Το δωμάτιο ζέχνει χνώτο βότκας και ιδρώτα. Οταν αντιλαμβάνονται την παρουσία του, τον προσκαλούν με άναρθρες κραυγές να «πάρει κι αυτός ένα μεζέ». Ο Νικολάι το βάζει στα πόδια.

Το θερμόμετρο στη Μόσχα αγγίζει το μηδέν, όμως ο Νικολάι είναι ήδη κάθιδρος όταν φτάνει στο πιο κοντινό αστυνομικό τμήμα. Ξέπνοος, εισβάλλει μέσα σε ένα γραφείο με ενστόλους και καταγγέλλει τι συμβαίνει εκείνη ακριβώς τη στιγμή στο συγκεκριμένο διαμέρισμα μιας συγκεκριμένης οδού της Μόσχας. Οι αστυνομικοί κοιτάζονται παραξενεμένοι μεταξύ τους, όταν ένας από αυτούς σκάει ένα πονηρό χαμόγελο και λέει στον Νικολάι: «Και μας το λες για να κάνουμε τι; Πώς και δεν πήρες κι εσύ μέρος; Μήπως είσαι τίποτα αδελφή;».

Δεν ξέρω αν η ιστορία είναι αληθινή – ώς πέρα για πέρα αληθινή μού τη διηγήθηκαν. Επίσης, δεν ξέρω τι γίνεται μετά: αν ο Νικολάι επέστρεψε στο διαμέρισμα ή, κυρίως, τι απέγινε η κοπέλα. Σαν να μην έχει όμως σημασία το μετά. Σαν να έχει σημασία μόνον αυτή η παγερή αίσθηση ότι όλος ο κόσμος γύρω σου κάτι έχει πάθει και νομίζεις πως έχεις ξυπνήσει μέσα σε ένα κακό όνειρο: αυτή η τελική ατάκα των Ρώσων αστυνομικών, οι λέξεις τους που σε διαπερνούν σαν ραδιενέργεια. Ολο αυτό το κακό μεταπηδά από τις λέξεις και βρίσκεται μέσα σου, ροκανίζοντας το ηθικό σου όπως το σαράκι το καθαρό ξύλο.

Το ξέρω διότι αυτή την ιστορία σκέφτομαι κάθε φορά που πλένω τη μόλις ενός έτους κόρη μου στο μπάνιο του σπιτιού μου στην Αθήνα. Τις στιγμές που την κρατώ στην αγκαλιά μου, θυμάμαι ξαφνικά εκείνο το κορίτσι της φρικτής ιστορίας από τη Μόσχα του Πούτιν και σκέφτομαι πως και αυτό το κοριτσάκι κάποτε ήταν ένα μωρό όπως η κόρη μου και ίσως ένας πατέρας όπως εγώ να τη φρόντιζε με την ίδια στοργή. Συχνά, αισθάνομαι το μυαλό μου ανασκολοπισμένο από την παράλογη σκληρότητα της ιστορίας της Μόσχας και όταν κάποιες νύχτες ξαπλώνω, ένα αίσθημα τρόμου με καταλαμβάνει. Ερχεται απ’ το πουθενά, με ακολουθεί, μα ησυχάζω όταν ξέρω πως το κοριτσάκι μου κοιμάται ήσυχα στο διπλανό δωμάτιο κι εγώ είμαι ανά πάσα στιγμή στο πλάι του για να το προστατέψω.

Υπάρχει μονάχα ένα κομμάτι απ’ το οποίο δεν μπορεί κανένας να προστατέψει κανέναν: από τη βία των λέξεων. Η πιο τρομακτική σκηνή στην ιστορία εκτυλίσσεται στο αστυνομικό τμήμα. Οι λέξεις επικυρώνουν τη βιαιοπραγία και επιβεβαιώνουν ότι το άγνωστο κορίτσι δεν βιάστηκε μόνο μία φορά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή