Ποιος φοβάται τον υπουργό Γαβρόγλου;

Ποιος φοβάται τον υπουργό Γαβρόγλου;

3' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Ο υπουργός κ. Κ. Γαβρόγλου είχε διατυπώσει τις σκέψεις του για το πανεπιστήμιο προ καιρού σε άρθρο του στην «Αυγή» (20/7/14). Μπορεί κανείς να εικάσει ότι αυτές οι σκέψεις υπαγόρευσαν την τρέχουσα νομοθετική πρωτοβουλία, που τέθηκε σε διαβούλευση για 12 ημερολογιακές (επτά εργάσιμες) ημέρες, με τρόπο ώστε να περιοριστεί ο διάλογος και η έκφραση εναλλακτικών προτάσεων.

Η βασική ιδέα συνοψίζεται στον τίτλο, «Μια σοβαρή ήττα της Αριστεράς στα πανεπιστήμια», που επεξηγείται ως εξής: «Αυτό που καταγράφεται στην κεντρική πολιτική σκηνή, δηλαδή η άνοδος της Αριστεράς, δεν αποτυπώνεται ούτε οργανωτικά ούτε πολιτικά ούτε ιδεολογικά στα πανεπιστήμια». Το άρθρο σημειώνει ότι «η μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων μας ανέδειξε πρυτάνεις που δεν έκρυψαν ποτέ τη συμφωνία τους με τις αλλοπρόσαλλες και ιδιαίτερα επιθετικές πολιτικές του υπουργείου Παιδείας τα τελευταία χρόνια».

Ανεξάρτητα από την ακρίβεια της διατύπωσης, η πολιτική συμφωνία με τις κομματικές απόψεις του κ. υπουργού αναγορεύεται σε κριτήριο καταλληλότητας των πρυτανικών αρχών. Το νέο νομοσχέδιο επιβάλλει τρόπο εκλογής που ελπίζεται ότι θα διορθώσει με διοικητικά μέτρα αυτή την «αστοχία». Το πιο αξιοπρόσεκτο όμως είναι αυτό που περιγράφει ως «ζοφερή πραγματικότητα»: ότι οι πανεπιστημιακοί έχουν γίνει «ένα σώμα φοβισμένων», συντηρητικό, «που αρνείται πεισματικά… να αποτελέσει μια φωνή δημιουργικής κριτικής για όσα συμβαίνουν στο πανεπιστήμιο». 

Η διαφωνία, λοιπόν, με τις υπάρχουσες πηγές κακοδαιμονίας του ελληνικού πανεπιστημίου θεωρείται τεκμήριο αντιδραστικότητας. Η κριτική για όσα συμβαίνουν στο πανεπιστήμιο έχει ασκηθεί τόσο δημόσια όσο και μέσω συλλογικών οργάνων. Ποτέ δεν υπήρξε ευπρόσδεκτη και δεν θεωρήθηκε «δημιουργική». Το νομοσχέδιο έρχεται να διορθώσει και αυτή την «αστοχία»: οι μόνες γνήσιες επαναστατικές-κριτικές φωνές εντός του πανεπιστημίου είναι αυτές των φοιτητών. Ολων των φοιτητών; Μάλλον όχι, καθώς ένα μικρό μόνο μέρος τους λαμβάνει μέρος στις διαδικασίες των συλλόγων, ενώ η πολύ μεγάλη πλειοψηφία όσων ψηφίζουν στις φοιτητικές εκλογές δεν φαίνεται να ασπάζεται τις απόψεις του υπουργού. Τι μένει; Ισως τα μέλη ορισμένων αριστερίστικων παρατάξεων που θεωρούν εχθρούς τόσο τους καθηγητές τους όσο και τους υπόλοιπους συμφοιτητές τους, αλλά –φευ– και τον ίδιο τον υπουργό. 

Αλλά γιατί μπορεί να είναι «φοβισμένος» ένας καθηγητής στις μέρες μας, όπως εκτιμά ο κ. υπουργός; Μπορεί να φοβάται για τη σωματική του ακεραιότητα, αν στοχοποιηθεί από αριστερίστικες παρατάξεις ή αντιεξουσιαστές.  Μπορεί να φοβάται το κλίμα κομματικής μισαλλοδοξίας ή το ενδεχόμενο να καταστεί αδύνατη η ερευνητική του δραστηριότητα, πράγμα που όντως γίνεται με τις ρυθμίσεις π.χ. για τους ΕΛΚΕ το τελευταίο εξάμηνο. Μπορεί να τον ανησυχεί το ενδεχόμενο να βρεθεί σε αδυναμία να επιτελέσει τα διδακτικά του καθήκοντα λόγω της αλόγιστης αύξησης των εισακτέων και της ταυτόχρονης μείωσης των προϋπολογισμών των ιδρυμάτων. Ή να προβληματίζεται από την πιθανότητα κατάργησης του ιδρύματός του (με υπουργική απόφαση σύμφωνα με το νομοσχέδιο), λόγω παραγόντων για τους οποίους δεν μπορεί να κάνει τίποτε, καθώς τα επίπεδα αυτονομίας στο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι τα χαμηλότερα στον δυτικό κόσμο. Μπορεί να φοβάται, τέλος, την εχθρική στάση του υπουργείου σε κάθε μορφή κριτικής. Αν δεν τον φοβίσουν όλα αυτά, τον περιμένουν όλοι οι υπόλοιποι σκόπελοι (περικοπές αποδοχών, γραφειοκρατικά εμπόδια, έλεγχοι σκοπιμότητας, διαρκείς μεταβολές του θεσμικού πλαισίου κ.λπ.).

Τα χρήσιμα ερωτήματα για το κατατεθέν νομοσχέδιο είναι: οδηγεί σε άρση κάποιων από τις πηγές «φόβου» ή δυσλειτουργίας των ελληνικών ΑΕΙ; Τα φέρνει πιο κοντά στη διεθνή ακαδημαϊκή πρακτική; Κάνει πιο κατάλληλα τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια να ανταποκριθούν στις προκλήσεις του 21ου αιώνα; Εχει λάβει υπ’ όψιν του έστω τις αξιολογήσεις των ελληνικών ΑΕΙ; Είναι απαλλαγμένο από αντιφάσεις που θα καθιστούσαν προβληματική τη λειτουργία των ιδρυμάτων από νομική άποψη; Οσο καλοπροαίρετος και αν είναι κανείς, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να απαντήσει καταφατικά σε οποιοδήποτε από τα παραπάνω ερωτήματα.

* Ο κ. Οδυσσέας Ζώρας είναι πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Οι κ. Γ. Καρακάσης, Π. Τσακαλίδης και Κ. Σπανουδάκης είναι αντιπρυτάνεις του ίδιου ιδρύματος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή