Κόβουν ταξίδια προς το εξωτερικό οι Βρετανοί

Κόβουν ταξίδια προς το εξωτερικό οι Βρετανοί

2' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα πρώτα απαισιόδοξα σημάδια από το Brexit αρχίζουν να φαίνονται στη βρετανική οικονομία, έναν χρόνο μετά την απόφαση των πολιτών της χώρας με το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οσο οι Βρετανοί αναθεωρούν τα σχέδια για τις διακοπές του καλοκαιριού στη Μεσόγειο, έπειτα από την πτώση της στερλίνας κατά 13% έναντι του ευρώ, οικονομικοί αναλυτές προβληματίζονται πώς θα έχει διαμορφωθεί το τοπίο τους επόμενους μήνες, ιδιαίτερα αν προκηρυχθούν ξανά πρόωρες εκλογές στη χώρα. Μετά τις εκλογές της προηγούμενης Πέμπτης, όπου έγινε το αντίθετο απ’ αυτό που προσδοκούσε η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, και οι οποίες οδήγησαν σε αποδυνάμωση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας των Συντηρητικών, ανακοινώθηκε χθες πτώση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης από το Ινστιτούτο Διευθυντών (IoD).

Οικονομικοί αναλυτές δεν προβλέπουν, όμως, ύφεση στη βρετανική οικονομία. Φοβούνται, παρά ταύτα, μήπως παγιωθεί μια κατάσταση με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης από 1,5% μέχρι 1,75%, σε ετήσια βάση, το τρέχον και το επόμενο έτος. Ηδη, η δραστηριότητα στη βρετανική οικονομία κινήθηκε το α΄ τρίμηνο του 2017 σε χαμηλότερους ρυθμούς του αναμενομένου. Διαμορφώθηκε στο 0,2% συγκριτικά με το δ΄ τρίμηνο του 2016, όταν η ανάπτυξη είχε κινηθεί με ρυθμό 0,7%. Από την πτώση της στερλίνας, ο πληθωρισμός έχει αναρριχηθεί στο υψηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2013, φθάνοντας το 2,7% τον Απρίλιο του 2017. Οπως έδειξαν τα επίσημα στοιχεία του κράτους, μεγαλύτερη άνοδος των τιμών εμφανίστηκε στα αεροπορικά εισιτήρια και στο κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Βρετανία εισάγει περισσότερα τρόφιμα απ’ όσα εξάγει και έτσι μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω το κόστος διαβίωσης.

Οι μισθοί έχουν παραμείνει στάσιμοι εδώ και μία δεκαετία, ενώ ήδη υπάρχει άνοδος του κόστους διαβίωσης. Εκεί, εξάλλου, αποδίδεται το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που διεξήχθη πριν από έναν χρόνο. Η απόφαση των Βρετανών να αποχωρήσουν από την Ε.Ε. ερμηνεύτηκε ως απόρριψη της πολιτικής ελίτ από εκατομμύρια πολίτες που το βιοτικό τους επίπεδο επιδεινώνεται όσο το Λονδίνο έχει εξελιχθεί σε επίκεντρο ενός υπερφίαλου τραπεζικού κλάδου, όπως σχολιάζει ο Πίτερ Γκούντμαν, αρθρογράφος της New York Times. Σήμερα, μετά το δημοψήφισμα, η μεταφορά τραπεζικών δραστηριοτήτων από το Σίτι του Λονδίνου σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που θα έχουν πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου της Ε.Ε. είναι από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν τη Βρετανία και τις Βρυξέλλες. Παρά την υποχώρηση της ανεργίας στο 4,6% τον Απρίλιο, αντανακλώντας το χαμηλότερο επίπεδο από το 1975, ο μέσος όρος των εβδομαδιαίων μισθών είναι χαμηλότερος σήμερα σε σχέση με μία δεκαετία πριν, παρατηρεί ο Μάρτιν Μπε, οικονομολόγος στην Oxford Economics του Λονδίνου. Ο ίδιος σχολιάζει ότι, όπως στις ΗΠΑ, ο μέσος εργαζόμενος ποτέ δεν συνήλθε οικονομικά μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή