«Σούπερ μάρκετ» ουσιών με ανήλικους υπαλλήλους

«Σούπερ μάρκετ» ουσιών με ανήλικους υπαλλήλους

5' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηξερε καλά την περιοχή. Εκανε χρήση ηρωίνης επί μία δεκαετία και τα τελευταία τέσσερα χρόνια προμηθευόταν τη δόση του από τον οικισμό Αυλίζα, στο Μενίδι. Ενα μεσημέρι του περασμένου Απριλίου εμφανίστηκε ξανά σε δρόμο όπου μυστικοί αστυνομικοί, κρυμμένοι σε απόσταση 200 μέτρων, κατέγραφαν επί δύο μήνες με κάμερα τις καθημερινές δοσοληψίες. Επέλεξε το τελευταίο σπίτι. Ανδρας που εκτελούσε χρέη πορτιέρη τού επέτρεψε να περάσει μέσα. Πίσω από την γκρίζα πόρτα, στο τέλος ενός στενού διαδρόμου, τον περίμεναν. Πλήρωσε 11 ευρώ για ένα γραμμάριο ηρωίνης και ένα χάπι. Οπως κατέθεσε αργότερα ο χρήστης στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν, στο ίδιο δωμάτιο, μπροστά στη συναλλαγή, βρίσκονταν και δύο παιδιά.

Μέσα από δεκάδες παρόμοιες καταθέσεις χρηστών, που συλλέχθηκαν σε δύο πανομοιότυπες αστυνομικές επιχειρήσεις για την εξάρθρωση ομάδων διακίνησης ναρκωτικών σε Μενίδι και Ανω Λιόσια, η «Κ» παρουσιάζει πώς λειτουργούν τα κυκλώματα της Δυτικής Αττικής και πώς εμπλέκουν σε κάποιες περιπτώσεις και ανήλικους στην εγκληματική τους δράση. Είτε ως μάρτυρες είτε ως τσιλιαδόροι ή μεσάζοντες, παιδιά, ακόμη και από την ηλικία των 10 ετών (όπως προκύπτει από κατάθεση που περιλαμβάνεται σε δικογραφία), εκτίθενται στο παράνομο εμπόριο.

«Εκπαιδεύονται στην πιο τρυφερή τους ηλικία στη διακίνηση, με τελικό αποτέλεσμα την παγίωση και διαιώνιση του φαινομένου», αναφέρεται σε χαρακτηριστικό απόσπασμα σχετικής δικογραφίας που είναι σε γνώση της «Κ».

Επί χρόνια κάτοικοι αυτών των περιοχών σε επίσημες αναφορές και καταγγελίες τους και Ρομά που πλήττονται από τις παρανομίες ορισμένων γειτόνων τους στους οικισμούς, ζητούν από τις Αρχές να επέμβουν. Ο πρόσφατος θάνατος 11χρονου από αδέσποτη σφαίρα στο Μενίδι αναδεικνύει ξανά το πρόβλημα εγκληματικότητας στα γκέτο της Δυτικής Αττικής.

Από τις 11 το πρωί

Τόσο η περιοχή της Αυλίζας όσο και αυτή των Ανω Λιοσίων περιγράφονται από τις αστυνομικές αρχές ως «σούπερ μάρκετ ναρκωτικών». Από τις 11 το πρωί μέχρι να πέσει το σκοτάδι, έως και 150 χρήστες εμφανίζονται σε αυτές τις περιοχές – κάποιες στιγμές με ροή 20 ατόμων ανά ώρα. Η φυσική επιτήρηση των ύποπτων σπιτιών όπου γίνονταν οι συναλλαγές θεωρήθηκε από την ΕΛ.ΑΣ. επικίνδυνη «για την αποκάλυψη της έρευνας και τη σωματική ακεραιότητα των αστυνομικών».

Τελικά, επιλέχθηκε ως λύση η μαγνητοσκόπηση. Στο Μενίδι, από τις 15 Φεβρουαρίου έως τις 15 Απριλίου, καταγράφηκαν τέσσερα σπίτια, ενώ στα Ανω Λιόσια η παρακολούθηση αντίστοιχου αριθμού σπιτιών κράτησε τέσσερις ημέρες μέσα στον Μάιο. Στη δεύτερη επιχείρηση έγινε πρόσφατα γνωστό ότι η κάμερα στήθηκε σε γιαπί και οι αστυνομικοί προσποιήθηκαν τους οικοδόμους.

Οπως φαίνεται από τις δικογραφίες, και στις δύο υποθέσεις ανήλικοι παρέμεναν επί ώρες στις ταράτσες κάποιων σπιτιών για να ειδοποιήσουν τους μεγαλύτερους εάν εμφανίζονταν ομάδες ΟΠΚΕ ή ΔΙΑΣ. Στα Ανω Λιόσια μάλιστα, ανήλικος που έκανε βόλτες με το ποδήλατό του αντιλήφθηκε την παρουσία αστυνομικών λίγα λεπτά πριν από την έφοδό τους. Πρόλαβε να ενημερώσει τους οικείους του και εκείνοι, σύμφωνα με τη δικογραφία, κατέστρεψαν ή απομάκρυναν ναρκωτικές ουσίες.

Στην ίδια περιοχή, οι ανήλικοι είχαν συχνά άμεση εμπλοκή και στις συναλλαγές. Χρήστης ναρκωτικών κατέθεσε ότι στις 18 Μαΐου συνάντησε μια ομάδα παιδιών και τους ζήτησε χασίς έναντι 5 ευρώ. Τότε, κορίτσι ηλικίας 10 ετών τού έδωσε την αντίστοιχη ποσότητα και παρέλαβε τα χρήματα. Σύμφωνα με τη δικογραφία, αστυνομικοί εκτιμούν ότι η επιλογή των ανηλίκων γίνεται γιατί οι μεγαλύτεροι στοχεύουν σε ευνοϊκότερη ποινική μεταχείριση σε ενδεχόμενη σύλληψή τους.

Εξαφανίζοντας τα ίχνη

Αυτά όμως δεν είναι τα μόνα μέτρα που λαμβάνονταν από τα δύο κυκλώματα προκειμένου να καλύψουν τα ίχνη τους. Ορισμένες από τις οικογένειες Ρομά που κατηγορούνται για διακίνηση ναρκωτικών φαίνεται πως είχαν «υπαλλήλους» (κάποιοι εξ αυτών ήταν και χρήστες), οι οποίοι ανάλογα με την περίσταση λειτουργούσαν ως πορτιέρηδες είτε ασχολούνταν με την πώληση των ουσιών. Ακόμη, υποχρέωναν συχνά τους χρήστες να λάβουν τη δόση τους μέσα στα σπίτια για να μη συλληφθούν με τα ναρκωτικά στην κατοχή τους. «Πολλές φορές, μου λένε να πιω μέσα, μήπως και με πιάσουν έξω οι αστυνομικοί και εκτεθούν», κατέθεσε χρήστης που επί 15 χρόνια αγοράζει ναρκωτικά στο Μενίδι.

Σε άλλες περιπτώσεις αρνούνταν να τους χορηγήσουν άμεσα τις δόσεις. «Καθώς μπαίνω, υπάρχει στη δεξιά πλευρά μια πρόχειρη κατασκευή, προέκταση του σπιτιού, όπου βρίσκονται πάντα δύο άτομα που εμπορεύονται ναρκωτικές ουσίες. Ο ένας είναι το αφεντικό και ο άλλος ο υπάλληλος. Αυτός μου είπε ότι υπάρχει αστυνομία και να περιμένω απέναντι από το σπίτι, που είναι ένα χωράφι. Οταν όλα θα είναι καλά θα με φωνάξει και θα μου φέρει τα ναρκωτικά», είπε άλλος χρήστης στους αστυνομικούς.

Από τις εφόδους πάντως στα υπό παρακολούθηση σπίτια δεν κατασχέθηκαν μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών. Οι κατηγορούμενοι φέρονται να είχαν ήδη ξεφορτωθεί μεγάλο μέρος σε νεροχύτες και τουαλέτες. «Η ανεύρεση ναρκωτικών ουσιών εντός των οικιών σε ενδεχόμενη έρευνα είναι πρακτικά αδύνατη λόγω της ύπαρξης τσιλιαδόρων στις οροφές και στους περιφερειακούς δρόμους, αλλά και του χρόνου που απαιτείται για να προσεγγίσουν οι αστυνομικοί», αναφέρεται σε μία από τις δικογραφίες.

Διαχρονικό πρόβλημα

Αξιωματικός της αστυνομίας, που είχε περάσει παλιότερα από την Ασφάλεια Αττικής, παρατηρεί ότι το Μενίδι επί χρόνια αποτελούσε μια από τις βάσεις τροφοδοσίας ναρκωτικών κεντρικών σημείων της Αθήνας. Από το 2012 όμως και έπειτα, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ξένιος Ζευς», φέρεται να τέθηκε σε εφαρμογή η τακτική των «νυχτερινών μετακινήσεων». Χρήστες μεταφέρονταν σε μακρινές περιοχές της Αττικής (Περιστέρι, Ελληνικό, Ολυμπιακό Χωριό) για εξακρίβωση στοιχείων. Εάν δεν εκκρεμούσε ένταλμα εις βάρος τους, αφήνονταν ελεύθεροι και επέστρεφαν στο κέντρο της Αθήνας. Σε κάποιες περιπτώσεις, όμως, τύχαινε την ίδια νύχτα να προσαχθούν ξανά σε απομακρυσμένα σημεία. Σκοπός αυτής της τακτικής ήταν να «σπάσουν» οι πιάτσες του κέντρου.

Νέα πρόσωπα

Το μέτρο σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται πως απέδωσε, με αποτέλεσμα όμως να προστεθούν νέα πρόσωπα στην ήδη καθημερινή ροή χρηστών σε άλλα μέρη όπως το Μενίδι. Από τη δικογραφία για την εξάρθρωση κυκλώματος διακίνησης στην Αυλίζα, φαίνεται ότι κάποιοι χρήστες επί μία δεκαετία ή και περισσότερο επέλεγαν να προμηθευτούν από εκεί ναρκωτικά. Στην ίδια υπόθεση όμως υπάρχουν καταθέσεις χρηστών που λένε ότι ανηφορίζουν σε αυτή την πλευρά της Δυτικής Αττικής τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Οι ποσότητες που προμηθεύονται εκεί είναι μικρές: συνήθως από 0,2 έως 1 γραμμάριο ηρωίνης ή μερικά χάπια. Εάν δεν κάνουν χρήση μέσα στα σπίτια ή σε δωμάτια στις αυλές των διακινητών, επιλέγουν γειτονικά χωράφια ή παραπήγματα. Στην πρόσφατη υπόθεση του Μενιδίου πάντως, οι περισσότεροι εκ των συλληφθέντων αρνήθηκαν τις κατηγορίες ή υποστήριξαν κατά τις απολογίες τους ότι είναι και οι ίδιοι χρήστες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή