Αποψη: Ο πολιτικός χρόνος της κυβέρνησης

Αποψη: Ο πολιτικός χρόνος της κυβέρνησης

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ​κυβέρνηση είναι διχασμένη ανάμεσα στην ανάγκη να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των πιστωτών για να πετύχει την «επιστροφή στην κανονικότητα» και στην επιθυμία να παραμείνει δημοφιλής στην εκλογική της βάση μέσω εμπρηστικής ρητορικής και ψευδεπίγραφης «φιλολαϊκής» πολιτικής. Μέχρι σήμερα, το αποτέλεσμα αυτής της σχιζοφρενικής ατζέντας ήταν μία διαρκής αίσθηση χάους στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, με τη φαινομενική πρόοδο που σημειώνεται τη μία μέρα να μετατρέπεται σε αντιπαράθεση την επομένη. Ο κ. Τσίπρας έπαιξε με τη φωτιά όταν έδωσε το επίδομα ύψους 620 εκατ. ευρώ (0,3% του ΑΕΠ) στους συνταξιούχους πέρυσι τον Δεκέμβριο, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση. Σε όλη τη διάρκεια του 2016, το σημείο αιχμής του κ. Τσίπρα ήταν ότι παρά τα σκληρά μέτρα που αναγκάστηκε να πάρει για να κλείσει την πρώτη αξιολόγηση, κατάφερε να προστατεύσει τις βασικές συντάξεις και να μετατοπίσει τα φορολογικά βάρη στους «πλούσιους». Αυτό το αφήγημα εξανεμίστηκε μετά την επιμονή του ΔΝΤ για κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις και μείωση του αφορολογήτου, που τελικά ψηφίστηκαν τον Μάιο για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, με στόχο να εφαρμοστούν μετά το πέρας του τρίτου μνημονίου. Το νέο αφήγημα ήταν ότι τα μέτρα θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερα, καθώς κάθε μέτρο περιορισμού της ζήτησης θα συνοδεύεται από ένα αναπτυξιακό μέτρο – τα περίφημα «αντίμετρα». Η συμφωνία με τους δανειστές προβλέπει ότι τα αντίμετρα θα εφαρμοστούν μόνο αν ξεπεραστεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ την περίοδο 2018-22, αυτό όμως δεν εμπόδισε τον κ. Τσίπρα να διακηρύξει το τέλος της λιτότητας. Η κυβέρνηση παρουσίασε τα επώδυνα μέτρα ως το τίμημα για τον υπέρτερο στόχο της ελάφρυνσης χρέους. Οταν και αυτό το αφήγημα έπεσε στο κενό, ο κ. Τσίπρας οριοθέτησε την έξοδο στις αγορές ως τον πρωταρχικό στρατηγικό στόχο, και όχι την ελάφρυνση χρέους που είχε προηγουμένως συνδέσει άρρηκτα με την ψήφιση των μέτρων για το 2019 και 2020. Ως αντιπολίτευση μιλούσαν απαξιωτικά για τις διεθνείς κεφαλαιαγορές ως εργαλεία του καπιταλισμού και των τοκογλύφων. Τώρα η έξοδος στις αγορές έχει καταστεί ο υπ’ αριθμόν 1 εθνικός στόχος: «Θα δεχθούμε μονάχα λύση που θα εγγυάται άμεσα έξοδο στις αγορές με βιώσιμους όρους», είπε ο κ. Τσίπρας από το βήμα του ΣΕΒ (31.5.2017).

Εκτοτε το αντιστάθμισμα των πολιτικά δύσκολων μέτρων ήταν η προφανής έξαρση της πελατειακής πολιτικής, με προσλήψεις και νομοθετικές ρυθμίσεις που διευκολύνουν «ημετέρους» από το Δημόσιο και τους ΟΤΑ μέχρι την παιδεία, την ανοχή προς την παραβατικότητα, και τις επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης που θέτει «θεσμικά εμπόδια» στο κυβερνητικό έργο. Το επιστέγασμα αυτής της έξαρσης του λαϊκισμού ήταν η άρνηση του υπουργού Δικαιοσύνης κ. Κοντονή να παραστεί στη διάσκεψη που οργάνωσε η εσθονική προεδρία της Ε.Ε. για τα θύματα του κομμουνισμού και του ναζισμού, προκαλώντας πολιτική θύελλα. Η αντεπίθεση της κυβέρνησης ξεπέρασε σε Γκεμπελική προπαγάνδα την πάλαι ποτέ «Αυριανή», με στελέχη της να κατηγορούν τη Ν.Δ. για «ακροδεξιό κατήφορο» και την «Αυγή» να παρομοιάζει τον αρχηγό της αντιπολίτευσης κ. Μητσοτάκη με ναζί, αναβιώνοντας την παλιά συνταγή της συσπείρωσης των αριστερών ψηφοφόρων με διχαστικά και ανιστόρητα συνθήματα.

Παρότι η κυβέρνηση διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, ο πολιτικός χρόνος που έχει στη διάθεσή της περιορίζεται από τις οικονομικές εξελίξεις και τη στάση των δανειστών. Αν υπάρξει σημαντική υστέρηση εσόδων είναι ενδεχόμενο να ζητηθούν πρόσθετα μέτρα για το 2018, ενώ το ΔΝΤ ήδη έχει προϊδεάσει ότι η περικοπή των συντάξεων και του αφορολογήτου θα πρέπει να εφαρμοστούν ταυτόχρονα το 2019. Εφόσον επιδιώκει «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια, η κυβέρνηση θα πρέπει να κλείσει σύντομα την τρίτη αξιολόγηση και να φτάσει μέχρι το καλοκαίρι του 2018 έχοντας εξασφαλίσει δίχτυ ασφαλείας ύψους 10-12 δισ. ευρώ μέσω συσσώρευσης αποθεματικού, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις αυξημένες υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους το 2019. Στη χειρότερη περίπτωση, θα πρέπει να συμφωνήσει σε προληπτική πιστωτική γραμμή στήριξη (ECCL) χρηματοδοτούμενη από αχρησιμοποίητους πόρους του τρίτου μνημονίου – να επιστρέψει δηλαδή εκεί που βρισκόμασταν στα μέσα του 2014. Αν το καταφέρει, είναι πιθανό να προχωρήσει σε εκλογές το φθινόπωρο του 2018, με το αφήγημα της εξόδου από τα μνημόνια και της ελάφρυνσης χρέους υπό όρους. Θα υπεκφύγει έτσι της ευθύνης για το κόστος των ήδη ψηφισμένων μέτρων που θα εφαρμοστούν στις αρχές του 2019, και μάλιστα χωρίς αντιστάθμισμα από τα αντίμετρα, τα οποία σύμφωνα με το ΔΝΤ θα πρέπει να περιμένουν μέχρι το… 2023 που θα μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Ολα αυτά εδραιώνουν την πεποίθηση ότι παρά τις διαβεβαιώσεις περί εξάντλησης της τετραετίας, η κυβέρνηση εξετάζει σενάρια πρόωρων εκλογών. Στο «κακό» σενάριο οι πιστωτές πιέζουν για ενεργοποίηση του «κόφτη» ήδη από το 2018, προκειμένου να διασφαλιστεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα, τα stress tests δείχνουν την ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, ενώ οι υψηλές αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων δεν επιτρέπουν νέες εκδόσεις με λογικά επιτόκια. Ο κ. Τσίπρας μπορεί τότε να προκαλέσει εκλογές την άνοιξη του 2018, ρίχνοντας την ευθύνη στους πιστωτές, γνωρίζοντας ότι θα χάσει αλλά προσβλέποντας σε νέες εκλογές με απλή αναλογική με αφορμή τις προεδρικές εκλογές του 2020. Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση δεν θα εξαντλήσει την τετραετία.

* Η κ. Μιράντα Ξαφά είναι senior scholar στο Centre for International Governance Innovation (CIGI). Το βιβλίο της «Δημόσιο χρέος» κυκλοφορεί στη σειρά «Μικρές Εισαγωγές» των εκδόσεων Παπαδόπουλος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή