Αγώνας για λίγο χρόνο ακόμη

Αγώνας για λίγο χρόνο ακόμη

3' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι μεγάλος ο θόρυβος που έφτανε και ώς τα μέρη μας, ειδικά μετά το περασμένο Φεστιβάλ Καννών, γύρω από το «120 χτύποι το λεπτό», του Ρομπέν Καμπιγιό. Η ταινία τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής, όπως και με το Βραβείο της Ενωσης Κριτικών και ήταν σύμφωνα με πολλούς η σπουδαιότερη του φεστιβάλ. Αυτό δεν σημαίνει πως πρόκειται για «εύκολη» ταινία – όχι από άποψη νοήματος (όλα εδώ είναι απολύτως κατανοητά), αλλά από άποψη θεματικής και συναισθηματικού φορτίου. Διότι μπορεί 120 χτύποι το λεπτό να είναι ο μέσος ρυθμός της ανθρώπινης καρδιάς, όμως το συγκεκριμένο φιλμ είναι στην πραγματικότητα ικανό να τους ανεβάσει αρκετά παραπάνω…

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Οροι όπως «γρήγορο Ιντερνετ», «σόσιαλ μίντια» και «smartphone» είναι παντελώς ανύπαρκτοι. Αυτό που υπάρχει είναι η μάστιγα του έιτζ, η οποία θερίζει την τελευταία δεκαετία νέους και μεγαλύτερους, ενώ τα θύματά της μπαίνουν αυτομάτως στο κοινωνικό περιθώριο. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η ακτιβιστική ομάδα Act Up του Παρισιού κλιμακώνει τις δράσεις της, σε μια συγκλονιστική προσπάθεια ενάντια στις προκαταλήψεις, στην κρατική αδιαφορία, στην υποκρισία των φαρμακευτικών εταιρειών, αλλά και στον χρόνο που διαρκώς λιγοστεύει όπως τα λευκά αιμοσφαίρια στο σώμα τους. Ταυτόχρονα, τα μέλη του γκρουπ συνεχίζουν να ερωτεύονται, να κάνουν όνειρα και να γλεντούν το δώρο της ζωής που πια δεν είναι δεδομένο.

Ο Καμπιγιό, ο οποίος πάνω από όλα είναι δεξιοτέχνης σεναριογράφος («Ανάμεσα στους τοίχους»), οργανώνει εξαιρετικά το υλικό του, φτιάχνοντας ένα παθιασμένο φιλμ που όμως δεν χάνει τον έλεγχο ούτε ξεπέφτει στην «αστοχία» του σκέτου πολιτικού μανιφέστου. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως οι «120 χτύποι» δεν έχουν πολιτική διάσταση. Ισα ίσα που πρόκειται για μία από τις πιο γενναίες και παραστατικές κινηματογραφικές απεικονίσεις του κοινωνικού-πολιτικού ακτιβισμού που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Απλώς αυτό είναι μόνο το ένα επίπεδο της αφήγησης· τα άλλα δύο αφορούν μια τρυφερή ιστορία αγάπης μεταξύ δυο νέων ανδρών κι ακόμα τον άνθρωπο -ειδικά τον νέο- που έρχεται αντιμέτωπος με το φάσμα του θανάτου.

Υπάρχει μια υπέροχη σκηνή στην ταινία, όπου τα μέλη της Αct Up «μπουκάρουν» στις αίθουσες ενός σχολείου για να ενημερώσουν τους νεαρούς μαθητές και να τους προειδοποιήσουν για τα αφροδίσια νοσήματα, με τις αντιδράσεις των καθηγητών να… ποικίλλουν. Σε ένα άλλο σημείο, περνάμε από μια σκηνή τρελού χορού στις κινήσεις του στελέχους του θανατηφόρου ιού. Αυτός ο συνδυασμός αυθεντικού ρεαλισμού (η αφήγηση μοιάζει κάποιες στιγμές ντοκιμαντερίστικη) με το ρομαντικό στοιχείο είναι ίσως και η μεγαλύτερη αρετή ενός φιλμ, που είναι κατά διαστήματα σπαρακτικό, αστείο, ονειρικό, κυρίως όμως ικανό να μιλήσει κατευθείαν στην καρδιά του ανθρώπου.

Το βαρόμετρο της εβδομάδας

Στο «Το Αυτό» ο κλασικός μύθος τρόμου του Στίβεν Κινγκ επιστρέφει με εξαιρετικό τρόπο από τον σκηνοθέτη Αντι Μουσκιέτι («Μαμά»). Μία σειρά γυμνασιόπαιδων, η οποία βιώνει καθημερινά τον εκφοβισμό, συσπειρώνεται για να αντιμετωπίσει έναν ανείπωτο τρόμο που εξαφανίζει συστηματικά τα παιδιά μιας μικρής επαρχιακής πόλης. Με ατμόσφαιρα και προσέγγιση που ομοιάζει με εκείνη του τηλεοπτικού «Stranger Things», η ταινία δημιουργεί ένα σχεδόν άψογο μείγμα τρόμου, κωμωδίας και συναρπαστικής περιπέτειας, το οποίο αποζημιώνει ακόμα και τους πιο απαιτητικούς θαυμαστές του είδους.

Στο «American Assassin: Η εκδίκηση» Ο Μιτς Ραπ, ένας νεαρός άνδρας που βλέπει τη μνηστή του να δολοφονείται μπροστά στα μάτια του από ισλαμιστές τρομοκράτες, μετατρέπεται σε αυτόκλητο εκδικητή-πολεμική μηχανή. Θα προσληφθεί δε από μια ομάδα επιλέκτων της CIA, την οποία τρέχει ένας «σκληρός» βετεράνος (Μάικλ Κίτον). Μιλιταρισμός και εύκολες απαντήσεις στα… καλύτερά τους.

Στο «Η γυναίκα με τη Μερσεντές» δύο σπουδαίες Γαλλίδες ηθοποιοί συναντιούνται: Η Εμανουέλ Ντεβός υποδύεται την Ντιάν, μια μητέρα που επιδίδεται σε ένα προσωπικό κυνήγι-αναζήτηση, μετά τον τραγικό θάνατο του γιου της, προκειμένου να μάθει τον υπαίτιο. Το τέλος της διαδρομής την οδηγεί στην προσηνή και ταυτόχρονα κάπως τρομακτική Μαρλέν, την οποία ερμηνεύει η εξαιρετική Ναταλί Μπάιγ, αλλά και σε μια καλοσυντηρημένη σπορ Μερσεντές. Η καθαρά δραματική αφήγηση μπαίνει στα «χωράφια» του ψυχολογικού θρίλερ, καθώς οι δύο γυναίκες αναπτύσσουν μια πολύ ιδιότυπη σχέση μεταξύ τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή