Η επιδημία της ιλαράς έφερε… έξαρση εμβολιασμών

Η επιδημία της ιλαράς έφερε… έξαρση εμβολιασμών

4' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε συντεταγμένη αντεπίθεση περνούν οι παιδίατροι εναντίον όσων έχουν σπείρει αμφιβολίες για την ασφάλεια των εμβολίων, δηλαδή μελών του κινήματος «Δεν Εμβολιάζομαι», με αφορμή την επιδημική έξαρση της ιλαράς που πλήττει τους τελευταίους μήνες τη χώρα μας. Μπορεί στην Ελλάδα η άρνηση στον εμβολιασμό να μην έχει λάβει ακόμα τη μορφή μάστιγας, ωστόσο δεν είναι λίγοι οι γονείς που εκφράζουν επιφυλάξεις και χρειάζονται «παρότρυνση» για να εμβολιάσουν το παιδί τους. Η εικόνα αυτή φαίνεται να αλλάζει άρδην. Η επιδημική έξαρση της ιλαράς στην Ελλάδα –μια χώρα η οποία χαρακτηριζόταν έως πρόσφατα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας «ελεύθερη ιλαράς»– έχει κινητοποιήσει γονείς, αμφισβητίες και υποψήφιους αρνητές που ξεσκονίζουν βιβλιάρια υγείας και σπεύδουν σε φαρμακεία και παιδιάτρους για την «ξεχασμένη» δεύτερη δόση του εμβολίου.

Οπως αναφέρει στην «Κ» ο παιδίατρος και πρόεδρος της Ενωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Αττικής Κωνσταντίνος Νταλούκας, «ο αριθμός όσων γονέων αρνούνται να εμβολιάσουν τα παιδιά τους είναι ελάχιστος. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να θυμηθώ περισσότερα από 2-3 περιπτώσεις γονέων που αρνήθηκαν τον εμβολιασμό. Ομως, πολλοί είναι αυτοί που εκφράζουν επιφυλάξεις, κάτι που δείχνει ότι η λοίμωξη που λέγεται αντιεμβολιασμός έχει διασπορά και στον ελληνικό πληθυσμό. Από την εμπειρία μου περίπου το 5%-10% των γονιών ναι μεν θα κάνουν το εμβόλιο, αλλά καταλαβαίνεις ότι κάτι τους “τρώει”». Ο κ. Νταλούκας προσθέτει ότι «τώρα με την έξαρση της ιλαράς σαφώς υπάρχει στροφή. Είναι μεγάλη η ανησυχία από τους γονείς. Μας παίρνουν τηλέφωνο και ζητούν πληροφορίες ή ρωτούν πόσο καλυμμένα έναντι της ιλαράς είναι τα παιδιά τους. Δεν ξέρω πόσο θα κρατήσει αυτό και πώς θα απαντήσουν οι αντιεμβολιαστές».

Οι αμφισβητoύντες

Για την Ελλάδα, στοιχεία για την έκταση του αντιεμβολιαστικού κινήματος έρχονται από σχετική έρευνα του 2016 που συντόνισε το Τμήμα Επιδημιολογίας της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου σε 67 χώρες. Οπως ανέφερε στην «Κ» ο επιστημονικός συνεργάτης του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας-Λοιμώξεων στο ΕΚΠΑ Σωτήρης Τσιόδρας, σύμφωνα με την έρευνα, οι Ελληνες είναι στην πέμπτη θέση μεταξύ των λαών που εκφράζουν τις μεγαλύτερες επιφυλάξεις έναντι των εμβολίων. Στην Ελλάδα το ποσοστό πλήρους αμφισβήτησης της ασφάλειας των εμβολίων κατά την έρευνα έφτανε το 15%. «Και αυτό όταν περισσότεροι από δύο εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο σε όλον τον κόσμο από νοσήματα που θα μπορούσαν να προληφθούν με τα εμβόλια», τονίζει ο κ. Τσιόδρας.

Ωστόσο, στην πράξη οι Ελληνες γονείς δεν αρνούνται τον εμβολιασμό. Οπως ανέφερε στην «Κ» η κ. Θεανώ Γεωργακοπούλου, υπεύθυνη του Τμήματος Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης του ΚΕΕΛΠΝΟ, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, η εμβολιαστική κάλυψη από την ιλαρά σε μαθητές της Α’ τάξης δημοτικού σχολείου με την πρώτη δόση του εμβολίου ανέρχεται στο 98,9% και με τη δεύτερη στο 83%. Το μικρό έλλειμμα στη δεύτερη δόση μπορεί να αποδοθεί σε καθυστέρηση και ίσως σε αντιεμβολιαστικές απόψεις που επηρεάζουν κάποιους γονείς. Ωστόσο, υπάρχουν θύλακοι του πληθυσμού με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη, όπως είναι οι κοινότητες Ρομά. Εκεί η κάλυψη του παιδικού πληθυσμού με την πρώτη δόση του εμβολίου ΜΜR (ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας) είναι 43% και με τη δεύτερη μόλις 7%-8%.

Η πλέον «χειροπιαστή» έκφραση άρνησης του εμβολιασμού στην Ελλάδα έρχεται –όσο παράδοξο κι εάν ακούγεται– από τους ίδιους τους επαγγελματίες υγείας. Αλλωστε, η εν εξελίξει επιδημική έξαρση της ιλαράς στην Ελλάδα έχει «χτυπήσει» και αυτή την ομάδα. Παραδοσιακά στην Ελλάδα και όχι μόνον οι γιατροί –ίσως με εξαίρεση τους παιδιάτρους και τους λοιμωξιολόγους– και οι λοιποί εργαζόμενοι στην υγεία αμελούν τον εμβολιασμό, με το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα το αντιγριπικό εμβόλιο. Οπως αναφέρει ο κ. Τσιόδρας, κατά την περυσινή περίοδο έξαρσης της εποχικής γρίπης εμβολιάστηκε μόλις το 18% των επαγγελματικών υγείας των νοσοκομείων. Και εάν αυτό το ποσοστό ακούγεται μικρό, αξίζει να σημειωθεί ότι την προηγούμενη περίοδο (2015-2016) ήταν μόλις 11%!

Διεθνές πρόβλημα

Η φετινή αντιγριπική εμβολιαστική περίοδος μόλις ξεκίνησε –σύμφωνα με τους ειδικούς, ιδανικά το εμβόλιο πρέπει να γίνει έως τέλος Οκτωβρίου– και ο στόχος που τέθηκε σε πρόσφατη σύσκεψη στο υπουργείο Υγείας είναι το ποσοστό των εμβολιασμένων έναντι της γρίπης επαγγελματιών υγείας που εργάζονται στα νοσοκομεία να ξεπεράσει το 25% με 30%. Η έμφαση σαφώς θα πρέπει να δοθεί στις ειδικές μονάδες όπως Εντατικής Θεραπείας, Λοιμώξεων κ.ά. Το πρόβλημα πάντως δεν είναι μόνον ελληνικό, αλλά διεθνές. Οπως ενδεικτικά αναφέρει ο κ. Τσιόδρας, σε πολύ γνωστό νοσοκομείο της Αμερικής, μεταξύ των μέτρων που λαμβάνουν για να εμβολιάζουν το προσωπικό είναι να τη «στήνουν» στο κυλικείο και να προσφέρουν εισιτήρια για κινηματογράφο σε όσους εμβολιάζονται και ειδικές ιατρικές εκδόσεις…

Η εκστρατεία

«Εάν οι γονείς ακολουθούν τις οδηγίες του “Dr Google”, δηλαδή τις ανεύθυνες πληροφορίες που διοχετεύονται στο Διαδίκτυο από το αντιεμβολιαστικό κίνημα, πολύ γρήγορα θα έχουμε επανεμφάνιση και άλλων νοσημάτων, όπως π.χ. κοκίτης, μηνιγγίτιδα και παρωτίτιδα». Με αυτόν τον τρόπο η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία προτρέπει τους γονείς να ακολουθούν τις συμβουλές των παιδιάτρων για τα εμβόλια, τονίζοντας ότι «είναι ασφαλή, αποτελεσματικά, χωρίς παρενέργειες και σώζουν ζωές». Η επιδημική έξαρση της ιλαράς έχει κινητοποιήσει εμπλεκόμενους φορείς που έχουν ξεκινήσει εκστρατεία αναχαίτισης τόσο της ίδιας της νόσου όσο και του σκεπτικισμού έναντι των εμβολίων. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών διοργάνωσε ειδική εκδήλωση για τη σημασία των εμβολιασμών, ενώ ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος κάλεσε τους γιατρούς να είναι επαρκώς εμβολιασμένοι έναντι της ιλαράς. Νέες οδηγίες έχει εκδώσει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, που εκτός από τον άμεσο εμβολιασμό όσων δεν έχουν λάβει τις δύο δόσεις του σχετικού εμβολίου (ΜΜR), συστήνει εκτάκτως τη διενέργεια της πρώτης δόσης στην ηλικία των 12 μηνών και της δεύτερης δόσης μετά τρεις μήνες. Σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου η δεύτερη δόση μπορεί να γίνει τέσσερις εβδομάδες μετά την πρώτη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή