Η εκτόξευση, την περασμένη εβδομάδα, ενός πυραύλου που μπορεί να φέρει πυρηνική κεφαλή και να φτάσει στις ΗΠΑ έβαλε, στην πραγματικότητα, την κυβέρνηση Τραμπ σε επικίνδυνη τροχιά, την οποία τώρα προσπαθεί να υπερκεράσει με ανοίγματα υπέρ του διαλόγου. Τώρα ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον δεσμεύτηκε να ξεκινήσει άμεσα συνομιλίες με τη Βόρεια Κορέα, χωρίς προαπαιτούμενα, οπισθοχωρώντας στην πραγματικότητα από την απαίτηση των ΗΠΑ ότι η Πιονγιάνγκ θα πρέπει πρώτα να παρατήσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο προκειμένου να αρχίσουν διαπραγματεύσεις. «Απλά ας συναντηθούμε», δήλωσε ο Ρεξ Τίλερσον σε ομιλία του προς το Συμβούλιο Ατλαντικού την Τρίτη. Την ίδια στιγμή, ο εκπρόσωπος Τύπου του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Λου Κανγκ, δήλωσε ότι η Κίνα καλωσορίζει όλες τις προσπάθειες για να αποκλιμακωθεί η ένταση και να προωθηθεί ο διάλογος, προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα.
Προειδοποιήσεις
Η αλήθεια, ωστόσο, τώρα είναι ότι οι Aμερικανοί δεν ξέρουν εάν πρέπει να πιστέψουν στο άνοιγμα Tίλερσον ή στις απειλές του προέδρου Τραμπ, αφού την περασμένη εβδομάδα:
• Η Νίκι Χάλεϊ, η πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, προειδοποίησε ότι η ένταση με τη Βόρεια Κορέα ανοίγει το θέμα του κατά πόσον Αμερικανοί αθλητές θα μπορέσουν να συμμετάσχουν στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες που θα πραγματοποιηθούν στη Νότια Κορέα, τον Φεβρουάριο.
• Ο στρατηγός Η. Ρ. Μακ Μάστερ, σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, δήλωσε ότι ο κίνδυνος ενός πολέμου με τη Βόρεια Κορέα αυξάνεται ημέρα με την ημέρα, γεγονός που «σημαίνει ότι βρισκόμαστε σε έναν αγώνα δρόμου προκειμένου να μπορέσουμε να λύσουμε το πρόβλημα».
• O γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, από τη Νότια Καρολίνα, ο Ρεπουμπλικανός επικεφαλής σε θέματα εθνικής ασφάλειας, προειδοποίησε πως «βρισκόμαστε κοντά σε στρατιωτική σύρραξη» και ότι το Πεντάγωνο θα πρέπει να σταματήσει να στέλνει τις οικογένειες των 28.000 Αμερικανών στρατιωτών στη Νότια Κορέα για να ζήσουν μαζί τους σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Ο Ρεξ Τίλερσον
Σε πιο μετριοπαθή γραμμή ο Τίλερσον, πάντως, αποκάλυψε ότι οι ΗΠΑ συζητούν με την Κίνα σχετικά με το πώς θα καταφέρουν να διασφαλίσουν τα πυρηνικά όπλα της Βόρειας Κορέας στην περίπτωση κατάρρευσης της Πιονγιάνγκ, καθιστώντας σαφές ότι οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν να επιλύσουν το αδιέξοδο με τη Βόρεια Κορέα μέσα από ειρηνική διπλωματία και σε όρους πολύ πιο μετριοπαθείς από τις πιο πρόσφατες απειλές του προέδρου Τραμπ. «Μπορούμε να συζητήσουμε για τον καιρό αν θέλετε», δήλωσε ο Τίλερσον. «Ή μπορούμε να συζητήσουμε αν θα είναι τετράγωνο ή στρογγυλό το τραπέζι. Και στη συνέχεια μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν οδικό χάρτη γι’ αυτά που θέλουμε να εργαστούμε ώστε να πετύχουμε».
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι η αμερικανική κυβέρνηση δείχνει υπερβολική εμπιστοσύνη στην Κίνα, τον βασικό εμπορικό εταίρο της Βόρειας Κορέας, να αυξήσει τις πιέσεις, περιορίζοντας την παροχή καυσίμων προκειμένου η Βόρεια Κορέα να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι ρητορικές απειλές κατά της Βόρειας Κορέας θυμίζουν αυτές της εκστρατείας προπαγάνδας του προέδρου Τζορτζ Μπους του νεότερου, που ετοίμασε τις ΗΠΑ για τον πόλεμο κατά του Σαντάμ Χουσεΐν. Σύμφωνα με έκθεση της Υπηρεσίας Ερευνών του Κογκρέσου, οποιαδήποτε στρατιωτική κίνηση θα έχει «καταστροφικές συνέπειες» για την κορεατική χερσόνησο, την Ιαπωνία και την ευρύτερη περιοχή με «δεκάδες χιλιάδες θύματα στη Νότια Κορέα», πιθανή χρήση χημικών, βιολογικών και πυρηνικών όπλων από τη Βόρεια Κορέα και την επέμβαση της Κίνας.
Και ο γερουσιαστής Γκράχαμ υπογράμμισε την προσπάθεια που γίνεται ώστε να επιλυθεί με διπλωματικά μέσα η κατάσταση και ο υπουργός Αμυνας Μάτις υιοθέτησε τις προσπάθειες του υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον και της υπουργού Εξωτερικών του Καναδά Κρίστια Φρίλαντ να διοργανώσουν συνάντηση υπουργών Εξωτερικών στο Βανκούβερ, προκειμένου να βρουν τις διπλωματικές εναλλακτικές λύσεις για τη Βόρεια Κορέα.
Αν και η προσπάθεια της Βόρειας Κορέας να μεταβληθεί σε πυρηνική δύναμη είχε ξεκινήσει πολύ προτού ο πρόεδρος Τραμπ βρεθεί στον Λευκό Οίκο, το πρόγραμμα τώρα είναι πιο εξελιγμένο και επικίνδυνο και δεν μπορεί να το αγνοήσει. Αλλά η στρατιωτική δράση δεν είναι η απάντηση όταν υπάρχει ακόμα η πιθανότητα η διπλωματία (και οι σκληρότερες κυρώσεις) και η αποτροπή να μπορούν να συγκρατήσουν την απειλή.