Ελληνικό ριάλιτι

1' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπορεί να μην έκανε τα αναμενόμενα νούμερα, αλλά σχολιάστηκε αρκετά το μαγειρικό σόου «Hell’s Kitchen» του ANT1. Οι περισσότεροι στάθηκαν στον τρόπο με τον οποίο ο καταξιωμένος σεφ Εκτορας Μποτρίνι διευθύνει την μπριγάδα των νέων μαγείρων, με φωνές και τρομοκρατία, γιατί αυτό είναι –δήθεν– το σύνηθες κλίμα στις επαγγελματικές κουζίνες. Να επισημάνω ένα στιγμιότυπο που ίσως, μέσα στον ορυμαγδό, δεν έγινε από όλους αντιληπτό. Στο πρώτο επεισόδιο, η κουζίνα βρίσκεται σε οργασμό δημιουργίας. Τα παιδιά υπό τις εντολές του αρχιμάγειρα πασχίζουν να βγάλουν σε πέρας ένα «αστεράτο» μενού (ως γνωστόν, το «Botrini’s» έχει ένα αστέρι Michelin), με πιάτα για πολύ απαιτητικούς ουρανίσκους. Και έρχεται η ώρα του σέρβις.

Ο Μποτρίνι φέρνει την πρώτη παραγγελία από τη σάλα, την οποία έχουν γεμίσει διάφοροι σελέμπριτις, υψηλοί προσκεκλημένοι της εκπομπής. Η παραγγελία ήταν: τέσσερα καλοψημένα φιλέτα. Α, κι ένα απλό πιλάφι για μια κυρία που νηστεύει.

Από τη μία μεριά, είχαμε καμιά εικοσαριά νέα παιδιά που έχουν σπουδάσει το επάγγελμά τους, βρίσκονται στην αιχμή των γαστρονομικών εξελίξεων και, αν μη τι άλλο, ξέρουν πώς ψήνεται σωστά ένα εκλεκτό κομμάτι κρέας και, από την άλλη, τους πελάτες, που κρατούν τα ηνία, το χαλινάρι που βάζει φρένο στον δημιουργό όταν ξεφεύγει από την πεπατημένη – και τρώνε το φιλέτο τους well done. Το κοντράστ ήταν έντονο και εκείνη τη στιγμή μού φάνηκε αρκετά γλαφυρή παρομοίωση των αντίρροπων δυνάμεων που διατρέχουν την ελληνική κοινωνία, που από τη μία ψάχνεται και δημιουργεί και από την άλλη φοβάται και απορρίπτει.

Λίγες ημέρες αργότερα, φυσικά, θα γινόμασταν θεατές σε μια κανονική σύγκρουση των δύο αυτών «Ελλάδων». Στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, από τη μία πλευρά βρισκόταν ο Νίκος Δρανδάκης, ιδρυτής της Taxibeat, πλέον Beat, εταιρείας-προτύπου για τη νεοφυή επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα και, από την άλλη, ο Χρήστος Σπίρτζης, που με ύφος ανακριτή όχι μόνον αποκάλυψε την άγνοιά του για βασικές λειτουργίες και έννοιες της οικονομίας και της αγοράς (όπως την πληρωμή με κάρτα, τον ρόλο των επενδυτών και των μετόχων, τη διαφορά εμβάσματος και τιμολογίου), αλλά, κατά το «ό,τι δε φτάνει η αλεπού», τις επένδυσε με πέπλο μυστηρίου, υποψία παρανομίας. Σε μια ρημαγμένη χώρα, ικανοί και δραστήριοι άνθρωποι προσπαθούν να δημιουργήσουν την ώρα που κάποιοι άλλοι σφίγγουν όλο και περισσότερο τα γκέμια. Το απόλυτο ελληνικό ριάλιτι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή