Μόλις το 28% της εγχώριας αγοράς κρασιού καλύπτεται από πιστοποιημένα οινοποιεία

Μόλις το 28% της εγχώριας αγοράς κρασιού καλύπτεται από πιστοποιημένα οινοποιεία

2' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Περίπου 1.000 οινοποιεία λειτουργούν στη χώρα μας, σύμφωνα με μελέτη της εταιρείας «Stochasis – Σύμβουλοι Επιχειρήσεων», που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου. Από αυτά, τα 650 είναι πιστοποιημένα για την παραγωγή οίνων με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) και προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ).

Τα οινοποιεία διακρίνονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες: σε μεγάλες ολιγάριθμες οινοποιητικές μονάδες με πλήρως αυτοματοποιημένα συστήματα σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας και δυνατότητα παραγωγής μεγαλύτερη από 100.000 hl ετησίως, σε μεσαίες μονάδες με δυνατότητα παραγωγής από 30.000 έως 100.000 hl ετησίως, σε μικρές οικογενειακές, συνήθως, επιχειρήσεις με περιορισμένη παραγωγική δυνατότητα (μικρότερη από 30.000 τόνους) και ιδιόκτητους αμπελώνες και τέλος συνεταιρισμούς που παράγουν και διακινούν κρασί, κυρίως σε τοπικό επίπεδο. Ο αριθμός αμπελουργών για παραγωγή οίνου προσεγγίζει περίπου τις 100.000 και οι οποίοι καλλιεργούν συνολικές εκτάσεις 62.773 εκταρίων, ενώ ο αριθμός των εγχώριων ετικετών φτάνει τις 6.000. Σύμφωνα με τη μελέτη, η εγχώρια παραγωγή οίνου ανήλθε σε ποσότητα 2.581 χιλ. hl που αντιστοιχεί σε αξία 345 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι το χύμα κρασί κυριαρχεί, αντιστοιχώντας στο 60% της εγχώριας αγοράς. Αντίθετα, οι οίνοι ΠΟΠ και ΠΓΕ αντιπροσωπεύουν μόλις το 28,1% της συνολικής εγχώριας παραγωγής.

Οι εξαγωγές ελληνικών κρασιών ανήλθαν το 2016 στα 73,7 εκατ. ευρώ, ενώ πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές ύψους 33,9 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι τo 50% περίπου του όγκου των εξαγωγών προορίζεται για τη Γερμανία. Στη χώρα μας καλλιεργούνται πολλές οινοποιήσιμες ποικιλίες σταφυλιού, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που προσφέρονται για την παραγωγή οίνων υψηλής ποιότητας. Οι πιο γνωστές ποικιλίες είναι τo σαββατιανό, o ροδίτης και τo αγιωργίτικο, οι οποίες συγκεντρώνουν περισσότερο από το 1/3 του συνόλου των φυτευμένων αμπελουργικών εκτάσεων με οινοποιήσιμες ποικιλίες. Οι αμπελουργικές εκτάσεις στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι μικρές, με το 81% αυτών να καλύπτει μέχρι 5 στρέμματα. Περισσότερο από το 50% των αμπελουργικών εκτάσεων καλλιεργούνται στην Πελοπόννησο, στη Δυτική Ελλάδα, στην Κρήτη και στη Στερεά Ελλάδα. Οσον αφορά τις ποικιλίες, ξεχωρίζουν το σαββατιανό και ο ροδίτης, με μερίδια 16,4% και 14,2% αντιστοίχως. Η πλειονότητα των οινοποιών προμηθεύεται την πρώτη ύλη από αμπελουργούς με τους οποίους επιδιώκουν μακροχρόνια συνεργασία, ενώ ορισμένα οινοποιεία διαθέτουν ιδιόκτητους αμπελώνες. Η συμβολαιακή γεωργία έχει αρχίσει να εφαρμόζεται και στον τομέα της αμπελουργίας.

Παρά τα μεγάλα πλεονεκτήματα που εμφανίζει η χώρα μας στον γεωργικό τομέα, στην πράξη είναι ουραγός σε ευρωπαϊκό επίπεδο: η οινοποιία αντιστοιχεί στο 8,7% της συνολικής αξίας της φυτικής παραγωγής της Ε.Ε.-28 για το 2015, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο μερίδιο είναι μόλις 0,3%.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή