Ο παραγωγός προϊόντων χελιού που… ξεγλίστρησε από την κρίση

Ο παραγωγός προϊόντων χελιού που… ξεγλίστρησε από την κρίση

7' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Λίγο έξω από την Αρτα, στην περιοχή Ψαθοτόπι και σε απόσταση αναπνοής από τη λιμνοθάλασσα Λαγαρού και το Εθνικό Πάρκο Υγρότοπων Αμβρακικού Κόλπου, έναν από σημαντικότερους υδροβιότοπους της Ευρώπης, βρίσκονται οι εγκαταστάσεις της εταιρείας «Β. Γείτονας», μιας μονάδας υδατοκαλλιέργειας που συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων παραγωγών προϊόντων χελιών στην Ευρώπη.

Η «Β. Γείτονας» είναι μία από τις μεγαλύτερες μονάδες εκτροφής χελιών και μία από τις ελάχιστες καθετοποιημένες μονάδες του είδους της στην Ευρώπη, εκτρέφοντας και διαθέτοντας χέλια, φρέσκα και κατεψυγμένα, σε όλη την Ευρώπη, καθώς και μεταποιημένα τυποποιημένα προϊόντα –κυρίως υψηλής ποιότητας καπνιστό και νωπό χέλι– με συνολική παραγωγική δυναμικότητα τους 300 τόνους. Από αυτούς το περίπου 90% διατίθεται στις αγορές του εξωτερικού, ενώ το υπόλοιπο 10% διοχετεύεται στην εγχώρια αγορά.

Ο μεγαλύτερος όγκος των εξαγωγών της πραγματοποιείται σε χώρες όπως η Ιταλία, η Ολλανδία, η Γερμανία, η Πολωνία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Αγγλία, με την αγορά της Ιταλίας να ξεχωρίζει, αφού διατίθενται περί τους 130 τόνους κυρίως τον μήνα Δεκέμβριο!

Οι εγκαταστάσεις της «Β. Γείτονας» βρίσκονται σε ιδιόκτητο οικόπεδο έκτασης 130 στρεμμάτων, όπου η εταιρεία διατηρεί μια ολοκληρωμένη μονάδα υδατοκαλλιέργειας χελιού με συνολική επιφάνεια δεξαμενών 10.000 τ.μ., καθώς και μια σύγχρονη μονάδα επεξεργασίας 900 τ.μ. που διαθέτει σύγχρονο εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, ψυκτικούς θαλάμους, παραδοσιακούς φούρνους καπνίσματος και όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό μεταποίησης ιχθύων.

Ξεκίνημα το 1988

Η εταιρεία ξεκίνησε το 1988, όταν ο κ. Βασίλειος Γείτονας μαζί με κάποιους συνεταίρους του ξεκίνησαν τις πρώτες δοκιμαστικές προσπάθειες για την παραγωγή χελιού. Ηταν μια εποχή που ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας βρισκόταν σε διαδικασία αναζήτησης και πολλοί παραγωγοί στράφηκαν σε εναλλακτικές καλλιέργειες, όπως είδη του γλυκού νερού. Το χέλι ξεχώριζε για την υψηλή τιμή πώλησης στην Ευρώπη, κάτι που αποτέλεσε ισχυρό κίνητρο για πολλούς παραγωγούς να στραφούν στην εκτροφή του, παρά τις σημαντικές δυσκολίες που αυτή παρουσιάζει.

Ο παραγωγός προϊόντων χελιού που… ξεγλίστρησε από την κρίση-1

 

85 ευρώ το κιλό

Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα η τιμή του καπνιστού χελιού στα ράφια ενός ευρωπαϊκού σούπερ μάρκετ φτάνει τα 85 ευρώ το κιλό.

Το ξεκίνημα μόνο εύκολο δεν ήταν. Η έλλειψη τεχνογνωσίας οδήγησε σε αποτυχία τις πρώτες προσπάθειες εκτροφής και την εταιρεία σε δυσχερή θέση. Ωστόσο, με πολλή δουλειά, επιμονή, πολλές προσπάθειες, στενή παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων στην υδατοκαλλιέργεια και την ενσωμάτωση της σχετικής τεχνολογίας, η εταιρεία κατάφερε επτά χρόνια μετά να σταθεροποιήσει κάποιες παραγωγές.

Σημειώνεται ότι το χέλι δεν αναπαράγεται σε συνθήκες αιχμαλωσίας. Γεννά τα αυγά του αποκλειστικά στον βυθό της Θάλασσας των Σαργασσών, μια περιοχή του Βόρειου Ατλαντικού, και από εκεί ξεκινούν τη ζωή τους ως πλαγκτονικές προνύμφες που ονομάζονται λεπτοκέφαλοι, σταδιακά μεταμορφώνονται στα λεγόμενα γυαλόχελα και φτάνουν στις ακτές της Ευρώπης και της Αφρικής με τη βοήθεια θαλάσσιων ρευμάτων.

Η αλίευση των γυαλόχελων ξεκινά αρχές Νοεμβρίου και ολοκληρώνεται στα τέλη Μαΐου, και φτάνουν στις εγκαταστάσεις της «Γείτονας» αεροπορικώς σε ειδικές συσκευασίες. Αμέσως τοποθετούνται σε μικρές στεγασμένες δεξαμενές, όπου αρχίζει το πρώτο στάδιο εκτροφής τους και στη συνέχεια τα χέλια μεταφέρονται σε υπαίθριες δεξαμενές όπου αναπτύσσονται με αργούς ρυθμούς λόγω των μεταβαλλόμενων κλιματολογικών συνθηκών.

Η συνολική διάρκεια εκτροφής διαρκεί από δύο έως τρία χρόνια, ώστε το χέλι να φτάσει στο επιθυμητό ιδιαίτερο χρώμα, γεύση και σχήμα. Σημειώνεται ότι το χέλι είναι προστατευόμενο είδος και ο νόμος υποχρεώνει τις υδατοκαλλιέργειες χειλιού να απελευθερώνουν στη θάλασσα τουλάχιστον το 10% του γόνου.

Εχοντας επιτύχει το μεγάλο βήμα της ελεγχόμενης παραγωγής, η «Γείτονας» προχώρησε στη πρώτη επέκταση των εγκαταστάσεών της, η οποία ολοκληρώθηκε το 1996, με την οποία αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγή, ενώ το 2004 πραγματοποιήθηκε και δεύτερη επέκταση με επενδύσεις σε νέα συστήματα ανακύκλωσης του νερού υψηλής τεχνολογίας, επιτυγχάνοντας αύξηση και καλύτερο έλεγχο της παραγωγής, την κατασκευή νέων δεξαμενών και την ανέγερση μεταποιητικής μονάδας καπνιστών προϊόντων.

Επέκταση στη μεταποίηση και σε νέες αγορές

Η μεταποίηση έδωσε τη δυνατότητα στην εταιρεία να επεκτείνει την γκάμα των προϊόντων της και παράλληλα να επεκταθεί και σε νέες αγορές –όπως Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο και Κύπρος– αλλά και την εγχώρια αγορά, η οποία πλέον αναπτύσσεται με ρυθμό 25% ετησίως.

Ο κ. Ευάγγελος Γείτονας, δεύτερη γενιά της οικογένειας, εργάζεται στην εταιρεία από το 1989 και επισημαίνει στην «Κ» ότι η επέκταση στη μεταποίηση διεύρυνε σημαντικά τις δυνατότητες της εταιρείας. «Πολλοί οι πελάτες μας σε διάφορες χώρες μας ζητούσαν και άλλα τυποποιημένα καπνιστά προϊόντα από σκουμπρί και πέστροφα.

Ετσι προχωρήσαμε αρχικά σε δοκιμαστική παραγωγή και κατόπιν σε κανονική διευρύνοντας σημαντικά την γκάμα των προϊόντων μας. Στόχος μας πλέον είναι να αυξήσουμε τις παραγόμενες ποσότητες». Το κάπνισμα γίνεται χωρίς συντηρητικά και πρόσθετα, σε παραδοσιακό φούρνο: χρησιμοποιείται το ξύλο της ελιάς για την εξασφάλιση ιδανικών θερμοκρασιών και το ξύλο της οξιάς για να αποκτήσουν την πλούσια γεύση τους. Η «Γείτονας» διαθέτει, αρχικά στην αγορά της Γαλλίας, ένα μοναδικό προϊόν: λίπος καπνιστού χελιού, το οποίο χρησιμοποιείται στη μαγειρική. Επίσης βρίσκεται στη διαδικασία δοκιμαστικής παραγωγής καπνιστών προϊόντων άγριου σολομού, ενώ σχεδιάζει και νέα όπως πατέ χελιού, πατέ από σκουμπρί, πέστροφα κ.ά. Παράλληλα σχεδιάζει να επεκταθεί στην καλλιέργεια και άλλων ειδών γλυκού νερού, όπως η πέστροφα, με έμφαση στη βιολογική παραγωγή. Παράλληλα η «Β. Γείτονας» έχει υποβάλει, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, πρόταση για τη δημιουργία, για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας, συνδυασμένης αυτοτροφοδοτούμενης εντατικής ιχθυοκαλλιέργειας και καλλιέργειας φυτών (Aquaponics). Εν πολλοίς, το νερό, που θα είναι επιβαρυμένο από τα οργανικά υπολείμματα των ψαριών, θα διοχετεύεται σε ένα ειδικό σύστημα ανάπτυξης φυτών, τα οποία θα απορροφούν τις οργανικές ουσίες και θα αναπτύσσονται καθαρίζοντας έτσι το νερό το οποίο θα μπορεί και πάλι να χρησιμοποιείται στις δεξαμενές εκτροφής ψαριών.

Επενδύσεις σε σύγχρονες μονάδες παραγωγής

Από το 1998 μέχρι σήμερα η «Β. Γείτονας» έχει πραγματοποιήσει επενδύσεις ύψους περίπου 3 εκατ. ευρώ, ενώ τα άμεσα σχέδια περιλαμβάνουν επένδυση που θα προσεγγίσει το 1 εκατ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό και την επέκταση των εγκαταστάσεων μεταποίησης. Η εταιρεία με τις νέες βιομηχανοποιημένες γραμμές παραγωγής θα καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση που προέρχεται από την εγχώρια αλλά και τις αγορές του εξωτερικού. Σημειώνεται ότι σήμερα οι πωλήσεις της εταιρείας ξεπερνούν τα 3 εκατ. ευρώ, με στόχο, μετά την ολοκλήρωση των νέων επενδύσεων και τη διεύρυνση της γκάμας των προϊόντων της, να ξεπεράσουν τα 5 εκατ. ευρώ. Σήμερα το 92% της παραγωγής της εξάγεται.

Πώς έχει καταφέρει μια μικρή ελληνική εταιρεία να διακριθεί στο δύσκολο μέτωπο των εξαγωγών; Με πολύ καλό προϊόν, πολλή και επίμονη δουλειά και συνέπεια, τονίζει ο κ. Γείτονας. Γενικότερα σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές, σημειώνει ότι «δεν μας λείπουν ούτε τα καλά προϊόντα ούτε οι εγκαταστάσεις. Μας λείπουν η οργανωμένη δουλειά και η αυτοπεποίθηση», τονίζει. Οπως εξηγεί, η ανάπτυξη στο εξωτερικό δεν επιτυγχάνεται από τη μία ημέρα στην άλλη, και σίγουρα όχι σε ορίζοντα 2ετίας ή 3ετίας, που θεωρούν ως εφικτό πολλές εταιρείες. «Η ανάπτυξη στο εξωτερικό θέλει πολύ χρόνο. Να φτιάξεις μια καλής ποιότητας σταθερή παραγωγή, κατόπιν να προσπαθείς να την “γνωρίσεις” σε δυνητικούς πελάτες στο εξωτερικό, να χτίσεις σχέσεις εμπιστοσύνης και συνεργασίας. Να διαφυλάξεις με κάθε τρόπο τη συνέπεια και την αξιοπιστία σου. Είναι μια επένδυση που αποδίδει μόνο σε βάθος χρόνου. Τίποτα δεν γίνεται χωρίς προσπάθεια και τυφλές εφορμήσεις που στοχεύουν στο γρήγορο αποτέλεσμα», τονίζει. Σε ό,τι αφορά την κατάσταση στη χώρα μας μετά την πολυετή κρίση, σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει τη δυναμική, ωστόσο «το μεγάλο ζήτημα ήταν και παραμένει το πώς εμείς θα εκμεταλλευθούμε τη δυναμική αυτή». Τέλος, υπογραμμίζει τη σημασία της τεχνολογίας. «Είναι κρίσιμο κάθε επιχείρηση να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις σε επιστημονικό και τεχνολογικό επίπεδο και να τις ενσωματώνει στην παραγωγή της».

Από ιχθυοκαλλιέργειες το 63% της εγχώριας παραγωγής

Η υδατοκαλλιέργεια και κυρίως η ιχθυοκαλλιέργεια αποτελούν έναν από τους πιο σημαντικούς κλάδους του πρωτογενούς τομέα ζωικής παραγωγής που έχει μεγάλο ενδιαφέρον λόγω της συμβολής της στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή της χώρας. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση 2017 του ΣΕΘ, η ανάπτυξη του κλάδου είναι πολύ μεγάλη και ενδεικτικά αναφέρεται πως το 1980 μόλις το 2% της εγχώριας προσφοράς αλιευτικών προϊόντων προερχόταν από την υδατοκαλλιέργεια (2.000 τόνοι) και το υπόλοιπο 98% από τη συλλεκτική αλιεία (105.651 τόνοι). Η αναλογία αυτή άρχισε να μεταβάλλεται ταχύτατα από το 1980 και μετά, και σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία εκτιμάται ότι το 63% της εγχώριας παραγωγής αλιευτικών προϊόντων προήλθε από την υδατοκαλλιέργεια και το υπόλοιπο 37% από τη συλλεκτική αλιεία.

Το 2015 ο ρυθμός ανάπτυξης της υδατοκαλλιέργειας παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος σε σχέση με το 2014. Η συνολική παραγωγή ανήλθε σε 134.065 τόνους αξίας 628,3 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας μείωση 1,4% ως προς τον όγκο και αύξηση 4,6% ως προς την αξία πωλήσεων. Ο κλάδος δημιουργεί 12.000 θέσεις άμεσης και έμμεσης εργασίας κυρίως σε παράκτιες ή απομακρυσμένες περιοχές. Εκτρέφονται κυρίως ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας και μύδια που αποτελούν το 86% και το 14% αντίστοιχα της συνολικής παραγωγής. Το 2016 η εκτροφή τσιπούρας και λαβρακιού ανήλθε σε 105.000 τόνους αξίας 553 εκατ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 91% του όγκου και το 89% της αξίας των ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας.

Οι εξαγωγές του κλάδου το 2016 εκτιμώνται σε 82.000 τόνους εκ των οποίων το 98% διοχετεύτηκε σε αγορές της Ε.Ε. Τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα αποτελούν τον πρώτο εξαγωγικό κλάδο ζωικής παραγωγής της χώρας. Το 2017 εκτιμάται πως η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού θα κυμανθεί στους 110.000 τόνους. Στην E.E. το 2015 παρήχθησαν 1,30 εκατ. τόνοι προϊόντων υδατοκαλλιέργειας, αξίας 3,58 δισ. ευρώ. Η κατανάλωση στην Ε.Ε. καλύπτεται κατά 9,3% από την υδατοκαλλιέργεια, 27,8% από την αλιεία και 62,9% από εισαγωγές από τρίτες χώρες. Τα ψάρια υδατοκαλλιέργειας αποτελούν το 51,63% (671.505 τόνοι) της συνολικής παραγωγής υδατοκαλλιέργειας στην Ε.Ε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή