Οταν ο Τζον Φρουσιάντε νίκησε τον εαυτό του

Οταν ο Τζον Φρουσιάντε νίκησε τον εαυτό του

7' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν τέλη του 1988 όταν ο Τζον Φρουσιάντε ζούσε το απόλυτο όνειρο κάθε 18χρονου. Ενα απόγευμα, ενώ βρισκόταν στο σπίτι του στο Λος Αντζελες, έλαβε ένα τηλεφώνημα. Στην άλλη άκρη της γραμμής, ο Flea, μπασίστας – σύμβολο των Red Hot Chili Peppers, του ανακοίνωνε ότι αποτελεί τον νέο κιθαρίστα της μπάντας, που προσπαθούσε εναγωνίως να καλύψει το κενό του πρόωρα χαμένου από τα ναρκωτικά, Χιλέλ Σλόβακ. Οπως ο ίδιος έχει περιγράψει, η χαρά του ήταν τόσο μεγάλη, που τα σημάδια από τα παπούτσια του, καθώς πηδούσε από τοίχο σε τοίχο στο άκουσμα των νέων, άφησαν ένα μόνιμο σημάδι στο σαλόνι του. 

Ηταν, άλλωστε, κάτι που ξεπερνούσε τη φαντασία του. Το συγκρότημα που επί χρόνια απολάμβανε ως έφηβος σε live στην Καλιφόρνια, όπου η πανκ – ροκ σκηνή ανθούσε, του πρόσφερε μια θέση σε ένα λαμπερό και σαγηνευτικό προσκήνιο, δίπλα στους εφηβικούς του ήρωες. Εκείνη την περίοδο μάλιστα, είχε κάνει οντισιόν και για το συγκρότημα του σπουδαίου Φρανκ Ζάπα, ωστόσο ο όρος του τελευταίου για αποχή από τα ναρκωτικά, τον αποθάρρυνε. «Είχα κατασταλάξει στο ότι ήθελα να γίνω ροκ – σταρ. Να έχω όσα ναρκωτικά και γυναίκες θέλω. Αυτό δεν θα γινόταν ποτέ δίπλα στον Ζάπα», έλεγε αργότερα ο ίδιος, περιγράφοντας εκείνα τα χρόνια.

Η συνειδητοποίησή του αυτή, αλλά και η ένταξή του τελικά στη μπάντα, έμελλε να αποτελέσει και την αφετηρία μιας μακράς, θυελλώδους, σχεδόν μοιραίας, αλλά και αστείρευτα δημιουργικής πορείας, γεμάτης εναλλαγές και αντιθέσεις. Μιας περιόδου, στην οποία θα βίωνε το ζενίθ και το ναδίρ, την απόλυτη προβολή, αλλά και την πιο αδυσώπητη μοναξιά και θα ερχόταν αντιμέτωπος με εξαρτήσεις, «δαίμονες» και τελικά, τον ίδιο του τον εαυτό.

Οταν ο Τζον Φρουσιάντε νίκησε τον εαυτό του-1

Ο Φρουσιάντε στη σκηνή με τους Peppers, σε live από τα πρώτα χρόνια του στο συγκρότημα.  

Από την απογείωση, ένα βήμα πριν τον θάνατο

Η προσθήκη του στους Peppers δεν άργησε καθόλου να τους εκτοξεύσει σε άλλα μουσικά ύψη. Δημιουργικά και εμπορικά. Αλλωστε, όλα τα μέλη τους που συνυπήρξαν μαζί του, έχουν παραδεχτεί ανα περιόδους αυτό που ήταν σαφές και για το κοινό: ότι το συγκρότημα αυτόματα άγγιζε ένα άλλο, υψηλότερο επίπεδο με τον ιδιοφυή Φρουσιάντε στη σύνθεσή του.

Το 1992, το «Blood Sugar Sex Magik» τους απογειώνει, ωστόσο ο ίδιος, μέσα του, δεν νιώθει κομμάτι αυτού που ζούσε. Για τέσσερα χρόνια, τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, η φήμη και το εύκολο σεξ είχαν χτίσει γύρω του μια ψεύτικη γυάλα, που τον χώριζε από τον πραγματικό του εαυτό. Οσο, όμως, ο αέρας στη γυάλα τελείωνε, ο ίδιος ασφυκτιούσε, γεγονός που τον είχε φέρει ουκ ολίγες φορές σε σύγκρουση με τα άλλα μέλη της μπάντας. Η αδιάκοπη προβολή και η απότομη έκρηξη δημοφιλίας ήταν κάτι που τον ξένιζε και του προκαλούσε πανικό.

Ο 22χρονος Τζον δεν άντεχε να είναι ροκ – σταρ. Τον Μάιο εκείνης της χρονιάς στο Τόκιο, κατά τη διάρκεια περιοδείας, αρνείται να ανεβεί στη σκηνή. Τελικά, πείθεται, αλλά το επόμενο πρωί επιστρέφει μόνος στην Καλιφόρνια, έχοντας έρθει σε ρήξη με το συγκρότημα και περνώντας, χωρίς να το γνωρίζει, το κατώφλι της πιο σκοτεινής περιόδου της ζωής του.

Ο ίδιος έχει μιλήσει πολλές φορές ανοικτά για εκείνα τα χρόνια, σε συνεντεύξεις του. Ωστόσο, όσες λέξεις κι αν διαβάσει κανείς γι αυτά, τίποτε δεν τα αποτυπώνει πιο γλαφυρά από τις εικόνες του 12λεπτου ντοκιμαντέρ «Stuff», που γύρισαν οι Τζόνι Ντεπ και Γκίμπι Χεινς, το 1993, στο σπίτι του, πριν αυτό καταστραφεί από πυρκαγιά. Τα πλάνα από το σπίτι – σκουπιδότοπο, γεμάτο γκράφιτι στους σχεδόν διαλυμένους τοίχους, αλλά και η εικόνα του «σκελετωμένου» Φρουσιάντε να αρθρώνει με δυσκολία λέξεις μπροστά στην κάμερα, υπό τους σπαρακτικούς ήχους των τραγουδιών που έγραφε εκείνη την περίοδο, συνθέτουν ένα σκηνικό όχι μόνο καταθλιπτικό, αλλά και ανατριχιαστικό: μια σπάνια καλλιτεχνική ιδιοφυΐα βρισκόταν ένα βήμα από την απόλυτη αυτοκαταστροφή.

Οταν ο Τζον Φρουσιάντε νίκησε τον εαυτό του-2

Η θλιβερή μεταμόρφωση που προκάλεσαν τα ναρκωτικά στον Φρουσιάντε, όπως αποτυπώθηκε στην κάμερα του VPRO, το 1994.

Τα τρία επόμενα χρόνια κύλησαν με σταθερά καθοδική τροχιά. Ηρωίνη, κρακ, κοκαΐνη, αλκοόλ και ηρεμιστικά συνέθεταν την καθημερινότητα του Τζον. Μια συγκλονιστική «αυτοψία» του δημοσιογράφου Ρόμπερτ Βιλόνσκι, τον Δεκέμβριο του 1996, για τους Phoenix New Times, δεν άφηνε περιθώρια αισιοδοξίας. Τον συναντά στο περίφημο «Chateau Marmont» στη Sunset Boulevard του Λος Αντζελες, όπου έμενε προσωρινά έχοντας υποστεί έξωση από το σπίτι του.

Σε ένα κείμενο περίπου 2.500 χιλιάδων λέξεων, ο Βιλόνσκι περιγράφει μια ανθρώπινη φιγούρα που είχε σχεδόν χάσει τα δόντια του, έχοντας σημάδια από ενέσεις, αίμα και καψίματα σε όλο του το σώμα. Η φράση, δε, του ίδιου του Τζον, με την οποία κλείνει το άρθρο, είναι ενδεικτική: «Φοβούνται τον θάνατο, αλλά εγώ όχι. Δεν με νοιάζει αν θα ζήσω ή αν θα πεθάνω», λέει, σχολιάζοντας το ότι και οι πλέον στενοί φίλοι του είχαν σταματήσει να τον επισκέπτονται, μην αντέχοντας να τον βλέπουν να οδηγεί μόνος του τον εαυτό του σε ένα προδιαγεγραμμένο τέλος.

Οι «φωνές» και η αναγέννηση

Εχοντας φτάσει ένα μικρό βήμα πριν από τον γκρεμό, η εντελώς ξαφνική απόφασή του, τον Ιανουάριο του 1998, να μπει σε κλινική απεξάρτησης στην Πασαντίνα, ενώ σκόρπισε χαμόγελα, σίγουρα εξέπληξε πολλούς, αν όχι όλους. Ο ίδιος, σε συνέντευξή του λίγα χρόνια αργότερα, εξομολογείται ότι καθ΄όλη τη σκοτεινή αυτή περίοδο, ακολουθούσε τις φωνές μέσα στο μυαλό του. Οπως περιγράφει, τη στιγμή που αποφάσισε να σταματήσει τα ναρκωτικά, οι φωνές αυτές του έλεγαν ότι έχει ακόμη το πολύ τρεις μήνες ζωής μπροστά του.

Αφού αντέχει την σκληρή δοκιμασία της απεξάρτησης, ο Φρουσιάντε ξαναβρίσκει τον εαυτό του, στο μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του. Από τότε, έχει μιλήσει πολλές φορές για τη ζωή του μακριά από τα τις εξαρτήσεις.

Ωστόσο, αρκεί να δει κανείς την αντίδρασή του για λίγα δευτερόλεπτα, όταν το 2000, ζητείται από τους Peppers, σε συνέντευξη Τύπου, να μιλήσουν για τα ναρκωτικά, για να αντιληφθεί το πόσο περήφανος ένιωθε πραγματικά γι' αυτό. Η επιθυμία του να μοιραστεί αυτό που πέτυχε είναι τόσο ακατανίκητη, που μοιάζει σαν μικρό παιδάκι έτοιμο να αρπάξει το μικρόφωνο από τον front man Αντονι Κίντις, την ώρα που εκείνος στέλνει το δικό του μήνυμα. Πριν καλά καλά ο «αρχηγός» της μπάντας προλάβει να ολοκληρώσει, ο Φρουσιάντε, πετάγεται μπροστά του, βγάζοντας από μέσα του αυτό που τον «έτρωγε»: «Οποια συναισθήματα μπορείς να νιώσεις με τα ναρκωτικά, μπορείς να τα νιώσεις και χωρίς αυτά. Πιστέψτε με, το ξέρω γιατί το αισθάνομαι τα δύο τελευταία χρόνια και δεν τα έχω αγγίξει». Το αυθόρμητο χειροκρότημα φαν και δημοσιογράφων, τον ανταμείβει.

«Τα ναρκωτικά πλέον δεν χαλάνε το μυαλό μου καθόλου και είμαι τόσο περήφανος γι αυτό, δεν μπορείτε να καταλάβετε πόσο περήφανος είμαι. Είναι τόσο όμορφο το να μπορείς να αντιμετωπίζεις τη ζωή και τον εαυτό σου, χωρίς να χρειάζεται να κρύβεσαι πίσω από αυτά. Χωρίς να νιώθεις θυμό απέναντι σε ανθρώπους που σε αγαπούν. Πολλοί άνθρωποι φοβούνται συνεχώς ότι θα χάσουν πράγματα, αλλά αυτό συμβαίνει μόνο όταν εγκαταλείπουμε τους εαυτούς μας», δηλώνει αργότερα σε συνέντευξή του.

Η συνέχεια του Φρουσιάντε είναι λίγο – πολύ γνωστή. Την επόμενη δεκαετία αφιερώνεται αποκλειστικά στη μουσική και παρότι, με την επανένωση των Red Hot Chili Peppers και τις ατελείωτες περιοδείες, έρχεται αντιμέτωπος ουκ ολίγες φορές με τον πειρασμό να ξανακυλήσει σε «σκοτεινά» μονοπάτια, έχει καταφέρει να κλείσει οριστικά αυτό το κεφάλαιο της ζωής του. Την ίδια περίοδο που βγάζει έξι σόλο δίσκους, οδηγεί εκ του ασφαλούς μια, σχεδόν διαλυμένη πριν την επιστροφή του, μπάντα, ξανά στον δρόμο της επιτυχίας και της δημιουργικότητας.

Η «σφραγίδα» του στον ήχο του συγκροτήματος είναι εμφανής και καθοριστική, τα τρία άλμπουμ της νέας εποχής («Californication», «Βy The Way» και «Stadium Arcadium» ) είναι εξαιρετικά, ενώ η σκηνική παρουσία του γκρουπ είναι καλύτερη και πιο ώριμη από ποτέ, με αποκορύφωμα το live στο Slane Castle της Ιρλανδίας τον Αύγουστο του 2003, όπου οι Peppers αγγίζουν την τελειότητα.

Οταν ο Τζον Φρουσιάντε νίκησε τον εαυτό του-3

Στη σκηνή του Slane Castle, από το αξέχαστο live του 2003, που έχει μείνει στην ιστορία ως η καλύτερη εμφάνιση της μπάντας

Και όταν για δεύτερη φορά, το 2009, ο Τζον αποφασίζει ότι η διαδρομή του στη μπάντα έχει ολοκληρωθεί, θέλοντας να πειραματιστεί μουσικά μόνος του, το «διαζύγιο» αυτή τη φορά είναι βελούδινο.

Οχι τυχαία, τρία χρόνια αργότερα, στην τελετή για την είσοδο του συγκροτήματος στο Rock ‘n’ Roll Hall Of Fame, το πιο ενθουσιώδες χειροκρότημα του κοινού έρχεται όταν Κιντις και Flea εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους για την προσφορά του Φρουσιάντε στο γκρουπ, παρότι ο ίδιος δεν δίνει το «παρών» στη βράβευση και έχει ήδη αντικατασταθεί από τον Τζος Κλινκχόφερ.

Οταν ο Τζον Φρουσιάντε νίκησε τον εαυτό του-4

Στιγμιότυπο από συνέντευξή του το 2013, μιλώντας για τη μουσική «στροφή» του στην electronica. 

Με «πυξίδα» πάντα τον εαυτό του

Ο Τζον Φρουσιάντε φάνηκε αδύναμος απέναντι στους πειρασμούς και έφτασε κοντά στο να το πληρώσει με τη ζωή του, ωστόσο και η αδυναμία είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης.

Πάντοτε, όμως, είχε το σθένος να κάνει τις επιλογές του και να τις ακολουθεί μέχρι τέλους: αποχώρησε δύο φορές από μια τεράστια μπάντα όταν έπαψε να νιώθει γεμάτος ως κομμάτι της και δεν δίστασε ποτέ να πειραματιστεί μουσικά, παρότι ήξερε ότι αυτό θα ξένιζε μέρος του κοινού του. Το κυριότερο, όμως, κατάφερε βασιζόμενος στις δικές του δυνάμεις (αυτές που ο ίδιος αποκαλεί «φωνές») να νικήσει τους «δαίμονές» του και, κυρίως, να απομυθοποιήσει τις εξαρτήσεις του μυαλού του.

Πολλοί, πίσω από την πολυτάραχη πορεία του, ίσως να βλέπουν ακόμη μια κλισέ αυτοκαταστροφική ιστορία ενός απερίσκεπτου νεαρού καλλιτέχνη, που γλίτωσε απλώς το τραγικό φινάλε. Υπάρχει όμως μεγαλύτερο επίτευγμα από το να κερδίζει κανείς τη δυσκολότερη μάχη που καλείται να δώσει, αυτή απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό; Ο Τζον το κατάφερε, χαρίζοντας στον κόσμο, εκτός της μουσικής του ιδιοφυΐας, και μια υπέροχη, σπάνια ιστορία αναγέννησης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή