Κύριε διευθυντά
Κατηφορίζω μεσημέρι τον πεζόδρομο της Μασσαλίας. Στο παρκάκι, απέναντι από την είσοδο του πανεπιστημίου, σμάρια τοξικομανών, κυρίως νεαρής ηλικίας, ντόπιων και αλλοδαπών, που μόλις έχουν προμηθευτεί τη δόση τους, «ρίχνουν» στις φλέβες τους την ουσία. Μέχρι εδώ ουδεμία έκπληξη, πρόκειται για παγιωμένη κατάσταση, καθημερινή εδώ και χρόνια. Την ώρα που φτάνω στην Ακαδημίας δυο-τρεις τραβολογάνε έναν σαραντάρη, που φεύγοντας τους καθησυχάζει πως σύντομα θα φέρει «τα πράγματα». Δεν έφτασε το εμπόρευμα για όλους και έτσι θα κάνει κι άλλο δρομολόγιο. Μπαίνει σε ένα αυτοκίνητο που έχει παρκάρει πάνω στον πεζόδρομο και βάζει όπισθεν για να βγει στην Ακαδημίας. Ο αριθμός κυκλοφορίας του ευδιάκριτος, γεγονός που δεν τον προβληματίζει. Αφού αφήνεται ανενόχλητος να πλασάρει ηρωίνη μπροστά στο πανεπιστήμιο, τι να φοβηθεί, μην του κόψουν κλήση για παράνομο παρκάρισμα; Αλλωστε, όπως σωστά παρατήρησε ένας φίλος, «έχει το μαγαζί του εκεί, είναι ο μόνος που δικαιούται να παρκάρει». Ασφαλώς, η Δίωξη Ναρκωτικών γνωρίζει επακριβώς τι συμβαίνει. Αρα πώς δικαιολογείται η υπέρμετρη άνεση του εμπόρου ναρκωτικών;
Νικος Βαφειαδης