«Το Βίλατζ κρατιέται ζωντανό από τους μετανάστες, οι οποίοι, αμέσως μόλις εγκαταστάθηκαν, άρχισαν να ανησυχούν ότι εξαφανίζεται. Μία κοινότητα τόσο ανασφαλής χρειαζόταν μία εφημερίδα». Αυτό το κενό ήρθε, τον Οκτώβριο του 1955, να καλύψει το Village Voice, όπως γράφει στον New Yorker ο Λούις Μέναντ.
1ο τεύχος, 20 Οκτωβρίου 1955.
Παρότι τα εγχειρίδια για τον μοντέρνο Τύπο υποτιμούν την επίδραση του εβδομαδιαίου περιοδικού στην πολιτισμική έκφραση της σπουδαιότερης μητρόπολης του σύγχρονου κόσμου, το Village Voice υπήρξε η ομάδα που έφερνε στο φως τις κοινωνικές, πολιτισμικές, φυλετικές, πολιτικές, οικονομικές και σεξουαλικές ανησυχίες της Νέας Υόρκης, της πόλης που γέννησε ή μεγάλωσε στα σπλάγχνα της τα μεγαλύτερα επιτεύγματα –παραδείσια και κολασμένα– της υφηλίου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τελευταίο τεύχος, 20/9/2017.
Με την ορμή και τη δίψα του νέου κόσμου, το Village Voice, το 1955, εξέφρασε τη μεταπολεμική ταχύτητα του 20ού αιώνα. Από τις σελίδες του πέρασε η κρεμ-ντε-λα-κρεμ της διανόησης, της πολιτικής, του παντοειδούς ακτιβισμού· φιλοξένησε από τους πρώτους άρθρα της Νέας Δημοσιογραφίας και ερευνητικά ρεπορτάζ από τα άδυτα της υποκουλτούρας της πόλης· τα πρωτοσέλιδά του φιλοτέχνησαν εικαστικοί που κατέκτησαν τον καλλιτεχνικό κόσμο και οι οποίοι έκαναν το κοινό, πολλές φορές, να δακρύσει ή να εξοργιστεί – ή και τα δύο.
Οπως και να ’χει, το Village Voice δεν κατάφερε να διασωθεί από τη λαίλαπα που μαστίζει τον Τύπο διεθνώς. Λίγο να ψάξει κανείς τις πωλήσεις των ημερησίων εφημερίδων στις ΗΠΑ, θα καταλάβει τι συμβαίνει. Εξάλλου, μόλις τον περασμένο Ιούλιο, η 99χρονη Daily News αναγκάστηκε να απολύσει το μισό της προσωπικό. Τουλάχιστον, το περιοδικό που ίδρυσε, μεταξύ άλλων, ο Νόρμαν Μέιλερ θα διασωθεί ψηφιακά. Μπορεί να μην παρεμβαίνει πλέον στη ζωή της Νέας Υόρκης, αλλά τουλάχιστον θα μπορούμε να σερφάρουμε στα κείμενα που άλλαξαν, μια για πάντα, την «ιδέα του να είναι κανείς δημοσιογράφος».