Η άνοδος των αποδόσεων στα ομόλογα δεν συνιστά απειλή

Η άνοδος των αποδόσεων στα ομόλογα δεν συνιστά απειλή

2' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν χρειάζεται να πανικοβάλλεται κανείς. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στον ανεπτυγμένο κόσμο έχουν αναρριχηθεί, κατά μέσον όρο, από 20 έως 40 μονάδες βάσης στο διάστημα του τελευταίου τριμήνου. Η άνοδος αυτή κινδυνεύει να κλονίσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη στην Ευρώπη παρά το γεγονός ότι οι τάσεις αυτές έχουν καλλιεργηθεί εδώ και μια διετία. Οι αποδόσεις των τίτλων δημόσιου χρέους στον ανεπτυγμένο κόσμο είχαν υποχώρησαν στο ναδίρ το 2016. Ηταν συνέπεια της υποχώρησης της τιμής του πετρελαίου Μπρεντ στα 30 δολάρια το βαρέλι και της επιβράδυνσης στη βιομηχανική παραγωγή της Κίνας. Εκτοτε, όμως, οι μακροπρόθεσμες αποδόσεις των ομολόγων αυτών άρχισαν να ανακάμπτουν σταδιακά. Αυτή η γενικευμένη άνοδος των αποδόσεων αντανακλά δύο βασικούς παράγοντες: τη βελτίωση των προσδοκιών για την ανάπτυξη και την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής από τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου.

Η αύξηση των spreads, δηλαδή της διαφοράς των αποδόσεων μεταξύ διαφορετικών ομολόγων, αποδίδεται σε «τοπικούς» παράγοντες που αφορούν κάθε οικονομία, ξεχωριστά. Σε σχέση με τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα που ίσχυαν στα μέσα του 2016, οι αποδόσεις των 10ετών γερμανικών ομολόγων έχουν ενισχυθεί κατά 70 μονάδες βάσης, των βρετανικών κατά 120 μ.β. και των αμερικανικών κατά σχεδόν 190 μ.β. Οι αποδόσεις των τίτλων του αμερικανικού δημοσίου είναι υψηλότερες από κάθε άλλη ισχυρή οικονομία λόγω της απελευθέρωσης του ρυθμιστικού πλαισίου σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας και των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης που έλαβε η κυβέρνηση Τραμπ. Τα τελευταία δύο χρόνια, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) προηγείται μακράν της εξομάλυνσης της χαλαρής νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζεται όλα τα προηγούμενα χρόνια. Η Fed έχει αυξήσει οκτώ φορές το βασικό της επιτόκιο από το 2016. Η Τράπεζα της Αγγλίας το έχει κάνει μόνον δυο φορές καθώς καλείται να διατηρήσει λεπτές ισορροπίες εν όψει του Brexit. Δεδομένου ότι εξακολουθούν να είναι ήπιες οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα τερματίσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων τον Δεκέμβριο του 2018 και μάλλον δεν θα αυξήσει το βασικό επιτόκιο νωρίτερα από το φθινόπωρο του 2019. Παρά την άνοδό τους, οι αποδόσεις στα κρατικά ομόλογα των οικονομιών αυτών παραμένουν χαμηλά σε ιστορικούς όρους. Συνήθως το μακροπρόθεσμο κόστος δανεισμού μιας οικονομίας συμπορεύεται με τον προσδοκώμενο ρυθμό ανάπτυξης.

Ακόμη και στην περίπτωση των ΗΠΑ, αν και οι αποδόσεις των ομολόγων είναι υψηλότερες από τον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο, απέχουν από τις προσδοκίες των αγορών για αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 4% με 5%, σε ετήσια βάση, μέχρι τα τέλη του 2020.

Η αύξηση του κόστους δανεισμού σε αυτές τις οικονομίες δεν αποτελεί απειλή. Μολονότι η Ευρωζώνη έχει δεχτεί πλήγμα από τους εμπορικούς πολέμους, την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και τους λαϊκιστές στην Ιταλία, η προοπτική για ανάπτυξη παραμένει ισχυρή σε σχέση με λίγα χρόνια πριν. Είναι εφικτό να παρουσιάσει η Ευρωζώνη ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 1,7% τα επόμενα χρόνια. Η Βρετανία μπορεί να εξασφαλίσει ανάλογες επιδόσεις εάν αποφύγει ένα σκληρό Brexit. Οπότε η άνοδος των αποδόσεων δεν αντανακλά κάποιο σοβαρό κίνδυνο. Ακόμη και εάν υπάρξει κίνδυνος, θα το αντιληφθούν οι κεντρικές τράπεζες και θα δράσουν ανάλογα.

* Ο κ. Kallum Pickering είναι οικονομολόγος της Berenberg Βank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή