Οι «Σκοτεινές Μπαλάντες» του Νάσου Βαγενά

Οι «Σκοτεινές Μπαλάντες» του Νάσου Βαγενά

4' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η νέα ποιητική συλλογή του Νάσου Βαγενά περιλαμβάνει 48 ποιήματα, με τίτλους αρκετά δηλωτικούς που προκαλούν αμέσως την προσοχή του αναγνώστη. Τίτλοι που παραπέμπουν σε άλλους τίτλους, σε άλλους ποιητές, σε δημιουργίες άλλων εποχών. Παραπέμπουν σε καλλιτέχνες, ποιητές, φιλοσόφους, τα έργα των οποίων βρίσκονται στα ράφια ενός φιλολόγου «φανατικού για γράμματα». Δειγματοληπτικά αναφέρω «Γένεσις» (Αγία Γραφή, Το Αξιον Εστί), «Περί ύψους» (Λογγίνος), «Μπαλάντα» (πολλοί άλλοι αλλά και Καρυωτάκης), «Allegro» (μουσικό είδος, με γρήγορο ρυθμό) «Χάικου» (στο είδος αυτό ασκήθηκε και ο Σεφέρης), «Ωδή στη Σελήνη» (Σολωμός), «Πορτρέτο μιας κυρίας» (Ελιοτ), «Μαδριγάλι» (είδος τραγουδιού), «Ερωτος αποτελέσματα» (Ρήγας), «Antante» (μουσικό είδος, αργό), «Μελαγχολία γραμματικού» («Ιάσονος Κλεάνδρου», Καβάφης), «Ο θάνατος των ποιητών» («Ο θάνατος των φτωχών», «Ο θάνατος των εραστών», Μποντλέρ), «Ενδυμίων», «Ως Ενδυμίων» (Ελύτης), «Νυχτερινό» (Λαπαθιώτης), «Το πρόβλημα με τη Μούσα» («Η πουλημένη Μούσα», Μποντλέρ), «Μελέτη θανάτου» (Σικελιανός), «Πόλεμος και Ειρήνη» (Τολστόι), «Εσωτερικός μονόλογος Νεοκλέους K. ιαμβογράφου» (καθαρά, καβαφικός τίτλος) «Η παρτίδα» (Μπόρχες, «Το σκάκι»), «Επίλογος» (Μανόλης Αναγνωστάκης).

Αρχισα με τους τίτλους των ποιημάτων και άφησα τον τίτλο του βιβλίου που είναι επίσης καθοριστικά ποιητικός, δηλωτικός δείκτης του είδους και του περιεχομένου: «Σκοτεινές μπαλάντες και άλλα ποιήματα». Και γιατί «σκοτεινές» δηλαδή μυστικές: Δύο πράγματα εν πρώτοις μπορεί να εννοήσει ο αναγνώστης: «Σκοτεινές» δηλαδή μυστικές, αδιαφανείς, κρυφές ή δυσοίωνες. Πάντως, μελωδικές, ρυθμικές, ομοιοκαταληκτούσες ευχάριστες όσο και πικρές.

Πρώτο ποίημα η «Γένεσις». Τα στοιχεία που ήδη επισημάναμε, εμφανίζονται στον στίχο που λες και με τον ρυθμό τους υπογραμμίζουν τη θλίψη, τη διακειμενική σχέση της θεολογίας με τη μυθολογία, τη Γένεσι του κόσμου, αλλά και τη γέννεση των παθών, αφήνοντας, με τον καταληκτικό στίχο «όλα τα υπόλοιπα», μετέωρη την ανθρώπινη μοίρα, ή εξαρτημένη από τη Σφίγγα:

«Εν αρχή ήταν η αρχή/ βγαίνοντας μέσ απ’ το τίποτα/ από ένα στρώμα σκοταδιού παχύ/ με κηλίδες κόκκινες, π.χ./ τα τοπία του Οιδίποδα// Κι έπειτα η Σφίγγα, με φτερά/ αδαμαντοκόλλητα/ -πριν ακόμα τρέξουν τα νερά-/ καταστρώνοντας νοερά/ όλα τα υπόλοιπα».

Βλέπουμε λοιπόν στην πρώτη στροφή την ομοιοκαταληξία: αρχή – παχύ π.χ., τίποτα – Οιδίποδα. Στη δεύτερη: φτερά -νερά- νοερά -αδαμαντοκόλλητα- υπόλοιπα. Σαν να χαμογελά πίσω από τα χορευτά πατήματα ο λόγος, από στίχο σε στίχο, από το «τίποτα» στα δεινά, από «τα τοπία του Οιδίποδα» στα «υπόλοιπα» σαν να γεννιέται, όχι ο κόσμος, αλλά το πάθος και το πάθημα.

Βιβλικό δείχνει να είναι και το ποίημα «Το μήλο έλαμπε», που όμως καταλήγει υπαρξιακό. Τα «πενήντα» δείχνει να είναι η οριακή ηλικία, απ’ όπου βλέπει τα «σύννεφα» να αλλάζουν χρώμα σταδιακά, από κόκκινα, ροζ, μαβί, σε σκότη («Περί ύψους»). Η «θλίψη μήλο αγίνωτο» φαίνεται σαν συνέχεια του προηγούμενου μήλου, εκείνου που «έλαμπε» σα να έμελλε να ωριμάσει για να λάμψει και έτσι να μπορεί να καταδικάσει και τον Αδάμ και την Εύα. Σαν και τούτα να είναι μέρος από εκείνα τα «υπόλοιπα» που η «Σφίγγα» του πρώτου ποιήματος «κατέστρωνε».

Σατιρική ματιά

Σταματώ για λίγο στη «Σκοτεινή Μπαλάντα». Είναι η πικρή σατιρική ματιά που διαπερνάει την καθημερινότητα, όλα εκείνα που υποκρίνονται την προσποίηση, την εκζήτηση. Η αγωνία να επιβληθεί η λαμπερή επιφάνεια στη σκοτεινή πλευρά. Ο ποιητής ωστόσο διαλέγει τη μοίρα των μυθικών ηρώων, εκείνων που: «Ξέρουν πως θα πέσουν, όμως επιμένουν: / εκλεκτή βορά του πεπρωμένου».

Μια απομυθοποιητική εκδοχή μάς παρέχει ακόμη «Η Δευτέρα Παρουσία». Είναι η εποχή μας τέτοια που έχουν πέσει τα είδωλα, οι θεοί, οι ήρωες, οι μάσκες. Με μια σαχτουρική μεταμόρφωση, ο ποιητής βλέπει τη «Δευτέρα Παρουσία» ως συνεχή πτώση των αγγέλων να οδηγεί στο «μηδέν», στο «τίποτα».

Παράλληλα όμως διαβλέπει, ακόμη και την ώρα της κρίσης, την αγωνία εκείνων που «για ένα σάπιο μήλο θα πουλάν την ψυχή τους όσο όσο». Και το ερώτημα που προκύπτει είναι: σ’αυτή την απομυθοποίηση των πάντων, στην ώρα της μεγάλης κρίσης, ο Φάουστ θα διάλεγε έστω το «σάπιο μήλο» (όπου μήλο=γνώση ή ηδονή;). Κι αφού έτσι έχει το πράγμα η επόμενη κίνηση οδηγεί στην illusion, αυταπάτη. Αυτό προσφέρει η ποίηση. «Το σάπιο μήλο»: όσο ακριβά κι αν το πληρώσει κανείς, είναι προτιμότερο από το τίποτα, αφού όλα καταλήγουν στο τίποτα.

Τη ματαιοπονία για την αναζήτηση της βαθιάς ουσίας της ζωής εκφράζει το ποίημα «Τα παθήματα του νεαρού Γκαίτε». Η περίπτωση του Γκαίτε και του ήρωά του, του Βερθέρου, αποτελεί την ειρωνική διάσταση ανάμεσα στη λογοτεχνία και την πραγματικότητα: «Βλέπω στον καθρέφτη μου τον Βέρθερο/βέβαια δίχως το τραύμα το υπέρτερο». Την κυνικότητα των αισθημάτων για το τέλος του έρωτα εκφράζει η «Μπαλάντα ενός Νοεμβρίου». Το ποίημα «Επιστροφή» είναι μια μικρή δοκιμή πάνω στον θάνατο. Το «Μαδριγάλι» φαίνεται σαν η άλλη όψη του ποιήματος «Μπαλάντα ενός Νοεμβρίου».

Την ισοπέδωση μπροστά στον θάνατο, και φυσικά και των ποιητών, δείχνει το ποίημα «Ο θάνατος των ποιητών». Μια ισορροπία στη σωστή στιγμή είναι ο έρωτας στο ποίημα «Σημεία και Τέρατα». Και η σειρά συνεχίζει με την αμφισβήτηση πάντων, όσα στη ζωή του ο άνθρωπος θεωρεί σημαντικά. Ο θάνατος ισοπεδωτικά βάζει τη δική του σφραγίδα σε όλα. Τελευταίο ποίημα το «Επίλογος». Και τελευταία φράση του «πρέπει ν’ αντέξεις». Ετσι με μια παρότρυνση ενθαρρύνεται το «εγώ», που στο ποίημα γράφει την τελευταία του λέξη.

«Η ποίησις ως έργον ατελεύτητον» που έλεγε ο Ανδρέας Εμπειρίκος, προσφέρει βοήθεια στον ποιητή να αντέξει την ύστατη στιγμή. Και ο Βαγενάς με τις «Σκοτεινές Μπαλάντες»δίνει τη δική του εκδοχή στο θέμα της ζωής και κυρίως του θανάτου. Γιατί κάθε ποίημα παρουσιάζει και μια δική του εκδοχή θανάτου.

Περ’ από αυτά ο Βαγενάς μπολιάζει τον ελεύθερο στίχο με ζωντανά στοιχεία, τα οποία αντλεί από την παλαιά προσωδία, χρησιμοποιώντας λέξεις ποιητικές. Κινείται έτσι ανάμεσα στον παραδοσιακό και τον ελεύθερο στίχο, ο οποίος, ας σημειωθεί, πολλές φορές στα νεότερα χρόνια μοιάζει με πρόζα. Και τούτο έχει ως αποτέλεσμα η μαγεία του ποιητικού λόγου να χάνεται πίσω από την πεζόμορφη εκφορά του.

Πρόθεση του Βαγενά, όπως άλλωστε υποστηρίζει και σε πρόσφατο άρθρο του με τον τίτλο «Η κρίση του ελεύθερου στίχου» (βλ. περ. Νέα Εστία, Μάιος 2001, σε. 721-727), είναι η «επανεκμάγευση» του ποιητικού λόγου, η μουσικότητά του, με μια «ποιητική» γλώσσα, η οποία θα εναρμονίζεται ανάμεσα στον καθημερινό λόγο και τη σύγχρονη ποιητική μορφή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή