Επιστολή στην «K»: Πείτε την αλήθεια στη μνήμη τους

Επιστολή στην «K»: Πείτε την αλήθεια στη μνήμη τους

7' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σπάρτη, 22 Νοεμβρίου 2018

Είμαι η Εύα. Είμαι μητέρα δύο παιδιών, σύζυγος, αδελφή και πρόσφατα επιφορτισμένη με τον τίτλο του συγγενούς θύματος της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. Εκείνη τη Δευτέρα, στις 23 Ιουλίου, έχασα έναν πανέμορφο και ολοζώντανο άνθρωπο, τη μητέρα μου, Βασιλεία (Βίκυ) Μαυρίδου στα 59 της χρόνια.

Η ιστορία αυτού του… τέλους δεν διαφέρει πολύ από όλες τις υπόλοιπες. Οταν το μεσημέρι άκουσε από την τηλεόραση για τη φωτιά της Κινέτας στεναχωρήθηκε με τη δοκιμασία των κατοίκων της. Οταν λίγο μετά τις 6 το απόγευμα φωτογράφιζε από το μπαλκόνι της τον καπνό από τη φωτιά που (νόμιζε) πως έκαιγε τον Βουτζά και την Πεντέλη ήταν θλιμμένη γιατί μία φορά κάθε 2 με 3 χρόνια μια πυρκαγιά έρχεται να κάψει τα ήδη καμένα και αναδασωμένα αυτά μέρη, τα ίδια σημεία εδώ και πολλά χρόνια! Κι όταν λίγο πριν από τις 18.30 είδε ξαφνικά τον καπνό να μαυρίζει απότομα, ένιωσε τη θερμοκρασία να ανεβαίνει επικίνδυνα, είδε τον κόσμο να κινείται παράξενα, πήρε τον υπέργηρο σκύλο της αγκαλιά και μπήκε στο αυτοκίνητό της πιστεύοντας πως έτσι θα κατορθώσει να διαφύγει γρηγορότερα, να κατευθυνθεί προς τη Ραφήνα και να σωθεί.

Δυστυχώς, η οδός Περικλέους, ο δρόμος στον οποίο βρισκόταν το σπίτι της, σαν ένας από τους πλέον φαρδείς στο Μάτι, υπέστη γρήγορα τις συνέπειες της εγκληματικής εκτροπής της κυκλοφορίας του ρεύματος της Μαραθώνος με κατεύθυνση προς Μαραθώνα μέσα από το Μάτι που επέβαλλε εκείνο το απόγευμα η Αστυνομία. Ετσι, καμιά δεκαριά μόλις μέτρα από το σπίτι της εγκλωβίστηκε, εγκατέλειψε το αυτοκίνητο και κατηφόρισε τρέχοντας προς την παραλία. Εκεί, γύρω στα 100 μέτρα από το σπίτι της και περίπου 10 μέτρα από τη θάλασσα, λιποθύμησε δηλητηριασμένη από τον καπνό σε μια πιλοτή, ευτυχώς σε ένα σημείο από όπου δεν πέρασε η φωτιά. Εκεί και κατέληξε άμεσα χωρίς ωστόσο να απανθρακωθεί, τα ρούχα και τα μαλλιά της μόνο είχαν λιώσει πάνω στο σώμα της από τη θερμότητα. Η ιατροδικαστική έκθεση μιλά για θερμικά, εισπνευστικά προφανώς, εγκαύματα.

Η δική μας περιπέτεια επίσης κοινή. Επιχειρούσαμε από τις 18.30 να επικοινωνήσουμε μαζί της και η αδελφή μου προσπάθησε λίγο μετά τις 19.00 να την προσεγγίσει μέσω Ραφήνας αλλά αυτό ήταν αδύνατον, διότι η φωτιά είχε ήδη περάσει το Κόκκινο Λιμανάκι. Εγώ, από τηλεφώνου έμαθα γύρω στις 10 ότι η γυναίκα που κείτεται νεκρή από πριν από τις 19.00 σε μια πιλοτή είναι η μητέρα μου και, ξεκινώντας από πολύ μακριά δυστυχώς, έφτασα στο Μάτι για να την αναγνωρίσω λίγο μετά τις 3.30 τα ξημερώματα, όταν πια η φωτιά είχε σβήσει αλλά ο θάνατος μύριζε εφιαλτικά…

Και μετά ξεκίνησαν τα γιατί… Η μητέρα μου στις 23 Ιουλίου δεν πέθανε χτυπημένη από κάποια αρρώστια σε ένα νοσοκομείο, δεν έπαθε ανακοπή στον ύπνο της, δεν σκοτώθηκε σε τροχαίο, δεν έχασε τη ζωή της σε κάποια εμπόλεμη ζώνη, δεν δολοφονήθηκε από έναν κακοποιό που επιχείρησε να τη ληστέψει, δεν «έφυγε» επειδή βρέθηκε τυχαία στο σημείο-στόχο κάποιας τρομοκρατικής οργάνωσης, δεν αυτοκτόνησε. Εκείνη τη Δευτέρα πήγε για μπάνιο, γύρισε στο σπίτι όπου ζούσε από όταν ήταν μικρό παιδί, μαγείρεψε, έφαγε, κοιμήθηκε, ξύπνησε, προγραμμάτισε πότε θα συναντήσει τις φίλες της και πότε θα ψωνίσει για να υποδεχθεί τα παιδιά και τα εγγόνια της. Ηταν μια μέρα όπως όλες οι υπόλοιπες.

Και τότε τι συνέβη; Ηταν πολύ κακές οι καιρικές συνθήκες μάς είπαν. Πράγματι, ο αέρας ήταν ισχυρός. Ομως σε αυτές τις συνθήκες υπάρχει και υπήρξε, πολύ υψηλός συναγερμός. Η μέθοδος αντιμετώπισης αυτών περιλαμβάνει ισχυρή επιφυλακή, που ακυρώθηκε λόγω του παράλληλου μετώπου της Κινέτας, και, με την εκδήλωση της φωτιάς, η άμεση κατάσβεσή της, πράγμα που δεν έγινε ποτέ γιατί υποεκτιμήθηκε ή μάλλον, δεν εκτιμήθηκε ποτέ το μικρό αρχικά μέτωπο κοντά στο Νταού Πεντέλης. Περιλαμβάνει επίσης πολύ καλό σχεδιασμό σε σχέση με την παρακολούθηση των καιρικών φαινομένων ώστε να προβλεφθεί η πορεία της φωτιάς, πράγμα που δεν έγινε ποτέ σωστά, διότι η κατεύθυνση της φωτιάς φάνηκε πως ήταν άλλη από αυτήν που οι «υπεύθυνοι» περίμεναν, εφόσον δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και να επιχειρηθεί η εκκένωση οικισμών που μπορεί να απειληθούν, πράγμα που έγινε μερικώς και πρόχειρα. Ως προς την εκκένωση συγκεκριμένα οφείλω να πω ότι έγκαιρα εκκενώθηκε το Λύρειο Iδρυμα, ευτυχώς, και ενημερώθηκαν κάποιοι κάτοικοι του Νέου Βουτζά με ντουντούκες. Κανείς ποτέ δεν ενημέρωσε, δεν παρακίνησε και δεν πρόσταξε κάτοικο του Ματιού να εγκαταλείψει το σπίτι του. Αντίθετα, η εκτροπή της κυκλοφορίας στην οποία και παραπάνω αναφέρθηκα αποκαλύπτει περίτρανα πως για τους «υπεύθυνους» το Μάτι εκείνο το απόγευμα ήταν ασφαλές. Aρα, τους 99 δεν σκότωσαν οι κακές καιρικές συνθήκες.

Φταίει η άναρχη δόμηση μας είπαν. Η αλήθεια είναι ότι η ανοικοδόμηση στο Μάτι ξεκίνησε πριν από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα και συνεχίστηκε για 30-40 χρόνια χωρίς ποτέ κανείς να ελέγξει το πλαίσιο οικοδόμησης, τη ρυμοτομία, τον αιγιαλό ή τα ρέματα. Τα περισσότερα κτίσματα που κλείνουν τον αιγιαλό χρονολογούνται από τη δεκαετία του ’70.

Eκτοτε το Μάτι, ως οικισμός εκτός σχεδίου, έχει υποστεί πολλάκις πολιτικά παιχνίδια. Τα σπίτια των κατοίκων έχουν τίτλους ιδιοκτησίας, έχουν ρεύμα, πληρώνουν ΕΝΦΙΑ, έχουν υπαχθεί στο Κτηματολόγιο και έχουν εξαγοράσει τον χαρακτηρισμό μη κατεδαφιστέα πληρώνοντας σχετικό πρόστιμο αδρά. Οι κάτοικοι έχουν γίνει θύματα πολιτικών, πολιτικάντηδων και κάθε λογής εγκληματικά ανεύθυνων υπεύθυνων πλείστες φορές. Oμως, δεν ήρθε ένας σεισμός να τα γκρεμίσει, ούτε μια πλημμύρα για να τα παρασύρει. Hρθε μια φωτιά για να τα κάψει. Και οι άνθρωποι δεν κάηκαν μέσα σε αυτά επειδή δεν μπόρεσαν να βρουν έξοδο για να φύγουν, ούτε στον δρόμο επειδή δεν έβρισκαν δίοδο προς την παραλία, όλοι πλην των 26 που βρήκαν φριχτό θάνατο σε εκείνο το οικόπεδο που τελικά δεν οδηγούσε πουθενά. Κάηκαν γιατί κανείς δεν τους είπε πως πρέπει να φύγουν γιατί θα καούν, εγκλωβίστηκαν στους δρόμους γιατί οι εγκληματικά ανεύθυνοι υπεύθυνοι έκριναν πως όλα τα αυτοκίνητα της Μαραθώνος έπρεπε να περάσουν μέσα από το Μάτι. Και η ιστορία ενός οικοπέδου που φαίνεται πως έχει νομικές ιδιαιτερότητες δεν θα προσδώσει στους 99 νεκρούς προσωπική ευθύνη για τον φρικτό τους θάνατο επειδή επέλεξαν να ζουν ή να επισκέπτονται μια περιοχή με χαρακτηριστικά αυθαιρεσίας.

Υπήρχε παράλληλα μεγάλο μέτωπο στην Κινέτα που απειλούσε οικισμό μας είπαν και οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής ήταν συγκεντρωμένες από το μεσημέρι εκεί. Ποιου νοήμονος ανθρώπου η συνείδηση ανέχεται πως εν μέσω θέρους σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, που κάθε καλοκαίρι μετρά εκατοντάδες πύρινα μέτωπα, η Πυροσβεστική δεν είναι σε θέση να καλύψει δύο επικίνδυνες πυρκαγιές ταυτόχρονα; Ποιου νοήμονος ανθρώπου η συνείδηση μπορεί να δεχθεί πως τα εναέρια μέσα, που εξ ορισμού χρησιμοποιούνται γιατί είναι γρήγορα και αποτελεσματικά στην παρέμβασή τους, χρειάζονται τόσο χρόνο για να φτάσουν από την Κινέτα στο Μάτι για να παρακολουθήσουν απλά την πορεία της φωτιάς και να «δώσουν» εικόνα; Πως, φυσικά, δεν προλαβαίνουν να την εκτιμήσουν πριν αυτή εξαπλωθεί ανεπανόρθωτα, ότι ώς κι οι ασύρματοι την κρίσιμη ώρα χαλάνε, και τα καύσιμα δεν επαρκούν; Και όμως, δεν σκότωσε τους 99 ούτε η φωτιά στην Κινέτα…

Ποιοι τους σκότωσαν; Τους σκότωσαν αυτοί που δεν έκαναν τίποτα τα τελευταία 50 και πλέον χρόνια ώστε το Μάτι να απολαμβάνει πολεοδομικά και χωροταξικά αυτά που δικαιούται. Ολοι αυτοί που δεν ασχολήθηκαν ποτέ σοβαρά και υπεύθυνα με την κατάρτιση ενός σχεδίου Πολιτικής Προστασίας για την ευρύτερη περιοχή επίσης τα τελευταία 50 και πλέον χρόνια. Ολοι αυτοί που άφησαν την Πυροσβεστική να ρημάξει… Ολοι αυτοί που το βράδυ εκείνο έδωσαν ή δεν έδωσαν επιχειρησιακές εντολές… Ολοι αυτοί που από την επόμενη κιόλας ημέρα χωρίς ίχνος ντροπής δήλωναν περήφανοι για την ορθή διαχείριση της κατάστασης, αφού οι νεκροί είναι μόνον 99 και όλοι αυτοί που μοίραζαν ευθύνες δεξιά και αριστερά ίσα για να γλιτώσουν τις τύψεις… Ολοι αυτοί που λείπουν από την επόμενη μέρα στο Μάτι του οποίου οι κάτοικοι έχουν αμέτρητες ανάγκες για να κατορθώσουν να επιβιώσουν… Ολοι αυτοί που ενόψει εκλογών ετοιμάζονται να παίξουν με τη θλίψη και τον θυμό μας, με την ανάγκη μας να δικαιώσουμε τους νεκρούς μας και να προχωρήσουμε…

Η αδελφή μου κι εγώ δεν έχουμε καταθέσει μήνυση εναντίον παντός υπευθύνου για να δικαιώσουμε τη μνήμη της μητέρας μας. Θεωρούμε πως κάτι τέτοιο θα είναι ανώφελο, γιατί στην πραγματικότητα το σύνολο των υπευθύνων προσώπων δεν θα καταδικαστεί ποτέ. Κι ακόμα γιατί οι νοοτροπίες, πολιτικές και ατομικές, δεν μπορούν να καταδικαστούν στην αίθουσα ενός δικαστηρίου. Η πραγματική δικαίωση της μνήμης των νεκρών μας θα είναι η διάδοση της αλήθειας για τα αίτια της δολοφονίας τους, η καθολική αποδοχή του όρου δολοφονία ως μοναδικού χαρακτηρισμού που ταιριάζει στον θάνατό τους και η εξίσου καθολική προσπάθεια για να μην υπάρξει ποτέ ξανά τέτοιο απόγευμα! Κι αυτό δεν γίνεται με δίκες και μηνύσεις, γίνεται αν μιλήσουμε όλοι ανοιχτά και αν ο καθένας από την πλευρά του επιχειρήσει να αλλάξει ό,τι μπορεί από όσα στρεβλά βιώνει.

Μακάρι να μην κληθεί ξανά κανείς μέσα στα καμένα να αναγνωρίσει παιδί, μάνα, αδελφό ή συγγενή, να μη χρειαστεί να περισυλλέξει αποτεφρωμένα μέλη για να φτιάξει το παζλ ενός σκελετού, να μη χρειαστεί να περπατήσει ανάμεσα σε νεκρά σώματα, καμένους ανθρώπους και αποτεφρωμένα αυτοκίνητα, να μην αναγκαστεί να οσμιστεί τη μυρωδιά της καμένης σάρκας που παραμένει τόσο πολύ καιρό στην ατμόσφαιρα, να μη χρειαστεί να περιμένει μία εβδομάδα έξω από τις πύλες του νεκροτομείου για να παραλάβει ένα σφραγισμένο φέρετρο που πρέπει να ενταφιάσει γρήγορα γρήγορα μην τυχόν μυρίσει από την ταλαιπωρία και τη ζέστη… Οφείλουμε στους 99 να προσπαθήσουμε να μην έχει κανείς ξανά ένα τέτοιο τέλος…

Κι εμείς το οφείλουμε στη μαμά μου…

Εύα Νικολοπούλου

Κόρη, μητέρα, σύζυγος, αδελφή

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή