Αποψη: Η στρεβλή δημοσιονομική πολιτική

Αποψη: Η στρεβλή δημοσιονομική πολιτική

2' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από μερικές ημέρες ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ κάλεσε σε συμπόσιο 52 Κινέζους επιχειρηματίες. Ο Κινέζος πρόεδρος, αφού άκουσε τους επιχειρηματίες, εκθείασε τον ρόλο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας για την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας και δεσμεύθηκε ότι το κράτος θα τους βοηθήσει στο έργο τους. Παρόντες ήταν επίσης 13 υπουργοί ώστε να καταλάβουν πώς πρέπει να ενεργήσουν.

Πόσο διαφορετική αντιμετώπιση από αυτήν που ισχύει στη χώρα μας! Στην Ελλάδα, ο δημόσιος τομέας αποτελεί τροχοπέδη για τον ιδιωτικό τομέα. Εχουμε μακρά παράδοση στη δημιουργία διοικητικού άχθους, αποκαλούμενου «γραφειοκρατία», στο οποίο υποβάλλεται η επιχειρηματική δραστηριότητα. Πιο πρόσφατα «επιδοθήκαμε» στη δημιουργία δημοσιονομικού συστήματος που βάζει αντικίνητρα σε όσους είναι παραγωγικοί. Πώς το καταφέραμε; Πρώτον, υπερφορολογώντας τα πιο παραγωγικά μέλη της οικονομίας και, δεύτερον, μέσα από ένα στρεβλό σύστημα ασφαλιστικών εισφορών, διώχνοντας από τη χώρα το πιο ικανό ανθρώπινο δυναμικό.

Τα αποτέλεσμα είναι να έχουμε μια οικονομία που, αντί να τρέχει, σέρνεται. Και μάλιστα σε ένα ποδάρι το οποίο ονομάζεται: τουρισμός. Το ελατήριο της ανάπτυξης δεν έχει εκτιναχθεί πολύ απλά γιατί ο δημόσιος τομέας το συμπιέζει σφικτά σαν τανάλια. Για αυτούς τους λόγους το ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς και άλλοι οργανισμοί προβλέπουν ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας θα φθίνει τα επόμενα χρόνια αντί να αυξάνεται. Αυτό το πληρώνουμε ακριβά και στις χρηματαγορές. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων μας έχουν εκτιναχθεί στα ύψη μαζί με της Ιταλίας, παρόλο που οι εξελίξεις αφορούν την Ιταλία μόνο. To ίδιο ισχύει και για το κόστος ασφάλισης του πιστωτικού κινδύνου της ελληνικής κυβέρνησης, τα CDS. Πώς εξηγείται αυτό το φαινόμενο; Μόνο διατηρήσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας μπορεί να φέρει τους πόρους για την αποπληρωμή του δυσθεώρητου χρέους μας. Οι επενδυτές αμφισβητούν την αξιοπιστία της δημοσιονομικής μας πολιτικής, καθώς δεν πιστεύουν στην αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας μας. Ετσι οτιδήποτε θέτει σε κίνδυνο την ασπίδα προστασίας του δημοσίου χρέους μας, δηλαδή την ύπαρξη της Ευρωζώνης, πλήττει τη φερεγγυότητα των κρατικών ομολόγων.

Προεκλογικές εξαγγελίες για χιλιάδες προσλήψεις στον δημόσιο τομέα κάνουν μεγάλη ζημιά. Παγιώνουν την αντίληψη ότι δεν υπάρχει πολιτική θέληση για αναπτυξιακές πολιτικές. Αυτή η αντίληψη πρέπει να αλλάξει και για αυτό απαιτείται επιτάχυνση της προσπάθειας μεταρρύθμισης του δημόσιου τομέα και νέο, αξιόπιστο πρόγραμμα δημοσιονομικής πολιτικής. Βασικά σημεία του: 1) Αμεση και μόνιμη μείωση των δημοσίων δαπανών κατά τουλάχιστον μία ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ. 2) Ισόποση μείωση του φορολογικού βάρους, με προτεραιότητα στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και στον εταιρικό φορολογικό συντελεστή. 3) Αναδιάρθρωση των δημοσίων δαπανών προς τις πιο παραγωγικές χρήσεις τους, όπως αυτές που αφορούν την παιδεία και την υγεία. Η δραστική αυτή στροφή προς αναπτυξιακή δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να γίνει γνωστή στους πολίτες, στις αγορές και στους Ευρωπαίους εταίρους.

Κατανοώ ότι μόνο μετεκλογικά μπορεί να εφαρμοστεί τέτοιο πρόγραμμα λόγω του πολιτικού κόστους που ενέχει. Είναι όμως η μόνη μας ελπίδα να ξεφύγουμε από τη μιζέρια, αλλάζοντας τις προσδοκίες, δημιουργώντας έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης. Πέρα από το ότι θα απελευθερώσει τις παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας μας, η αλλαγή στη δημοσιονομική πολιτική θα οδηγήσει σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής μας αξιολόγησης με σχεδόν αυτόματη μείωση του κόστους δανεισμού για όλη την οικονομία και προσέλκυση νέων επενδυτών.

Η οικονομία που έχει αναπτυξιακή δυναμική βοηθά τις πιο δυναμικές επιχειρήσεις να ιδρυθούν και να επεκταθούν, επενδύοντας και δημιουργώντας θέσεις εργασίες. Αυτός ο δυναμισμός οδηγεί σε δημιουργία πλούτου για την κοινωνία και σε νέες θέες απασχόλησης. Στην Ελλάδα του 2018, ο δημόσιος τομέας έχει καταφέρει να μπλοκάρει αυτήν τη δυναμική και να διώξει εκτός οικονομίας αυτούς που μπορούν να δημιουργήσουν. Υστερα από οκτώ χρόνια οικονομικής καταστροφής, γιατί δεν έχουμε μάθει ακόμη;

* Ο κ. Πλούταρχος Σακελλάρης είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επίτιμος αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή