Κρίσιμη συνάντηση Τραμπ – Σι στο G20 για τον εμπορικό πόλεμο

Κρίσιμη συνάντηση Τραμπ – Σι στο G20 για τον εμπορικό πόλεμο

3' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς καταφθάνουν στο Μπουένος Αϊρες οι ηγέτες των 20 ισχυρότερων χωρών (G20) για τη σύνοδο που αρχίζει αύριο στην πρωτεύουσα της Αργεντινής, το παγκόσμιο ενδιαφέρον μονοπωλεί η επικείμενη συνάντηση ανάμεσα στους προέδρους των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.

Οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες εναποθέτουν στη συνάντηση τις ελπίδες τους για μια συμφωνία ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ, που θα δώσει τέλος στον σινοαμερικανικό εμπορικό πόλεμο. Ο Αμερικανός πρόεδρος δηλώνει πρόθυμος για μια εμπορική συμφωνία με την Κίνα αλλά και αποφασισμένος να αυξήσει τους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα αν δεν σημειωθεί ικανοποιητική πρόοδος στις συνομιλίες.

Στο μεταξύ, πυκνώνουν οι προειδοποιήσεις για τις επιπτώσεις των δασμών στην αμερικανική και στην παγκόσμια οικονομία τόσο από αμερικανικά όσο και από κινεζικά χείλη.

Μιλώντας στο Reuters, ο Λάρι Κάντλοου, οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου, τόνισε πως ο Ντόναλντ Τραμπ είναι «ανοικτός στην προοπτική συμφωνίας αλλά πρέπει να πληρούνται ορισμένες συνθήκες». Αναφέρθηκε σε πάγια αιτήματα του Ντόναλντ Τραμπ όπως το να δώσει τέλος το Πεκίνο στην κλοπή τεχνογνωσίας και πνευματικής ιδιοκτησίας των αμερικανικών επιχειρήσεων, στην εμπορική κατασκοπεία και στα εμπόδια που αντιμετωπίζουν όσες αμερικανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Κίνα. Απέφυγε να διευκρινίσει αν το Πεκίνο έχει προτείνει κάποιες υποχωρήσεις, αλλά αρκέστηκε να παραδεχθεί πως ο Λευκός Οίκος βρίσκει απογοητευτική την αντίδραση της Κίνας. Δεν παρέλειψε, άλλωστε, να υπενθυμίσει ότι ο πρόεδρος Τραμπ «εννοεί όσα λέει» και είναι έτοιμος να αυξήσει τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 200 δισ. δολαρίων στο 25% από το 10%, και να κάνει το ίδιο στις υπόλοιπες εισαγωγές από την Κίνα αξίας 267 δισ. δολαρίων.

Επιπροσθέτως, μελέτη που εκπόνησε η συμβουλευτική ImpactECON καταλήγει στο συμπέρασμα πως η πολιτική δασμών του προέδρου Τραμπ μπορεί να κοστίσει έως και 2.400 δολάρια σε κάθε αμερικανικό νοικοκυριό το 2019. Το ποσό προκύπτει από το άθροισμα της αύξησης των τιμών και της μείωσης των μισθών αλλά και των αποδόσεων από τις επενδύσεις.

Αν, άλλωστε, παραμείνουν σε ισχύ οι δασμοί επί αρκετά χρόνια, το 2030 το κόστος τους θα έχει εκτιναχθεί στις 17.300 δολάρια για κάθε νοικοκυριό. Στις επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου αναφέρθηκε, άλλωστε, ο πρέσβης του Πεκίνου στην Ουάσιγκτον Κούι Τιανκάι, προειδοποιώντας για «αδιανόητες» συνέπειες αν επικρατήσει η θέση των σκληροπυρηνικών της αμερικανικής πρωτεύουσας που επιδιώκουν διαχωρισμό της κινεζικής από την αμερικανική οικονομία.

«Δεν ξέρω αν συνειδητοποιούν τις πιθανές επιπτώσεις από τον διαχωρισμό των δύο οικονομιών», τόνισε, σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ του Reuters. Παρέπεμψε στους πολέμους δασμών της δεκαετίας του 1930 που οδήγησαν στην κατάρρευση του παγκόσμιου εμπορίου και οδήγησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Υπάρχουν τα διδάγματα της Ιστορίας καθώς τον περασμένο αιώνα είχαμε δύο παγκόσμιους πολέμους και ανάμεσά τους τη Μεγάλη Υφεση», τόνισε ο κ. Κούι και προσέθεσε πως δεν πρέπει κανείς να επιχειρήσει «μια επανάληψη της Ιστορίας, καθώς αυτά δεν πρέπει να συμβούν ξανά».

Επανέλαβε, τέλος, την πάγια θέση της Κίνας ότι είναι κατά των εμπορικών πολέμων, αλλά «θα πολεμήσει για να διασφαλίσει τα συμφέροντά της». Εξέφρασε, πάντως, την εκτίμηση ότι το Πεκίνο δεν σκέπτεται σοβαρά να χρησιμοποιήσει το τεράστιο χρέος των ΗΠΑ που διακρατεί ως όπλο στον εμπορικό πόλεμο, καθώς θα ήταν σαν «να παίζει με τη φωτιά». Η Κίνα είναι η υπ’ αριθμόν ένα πιστώτρια των ΗΠΑ εφόσον διακρατεί ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου αξίας 1,15 τρισ. δολαρίων, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία

Σύμφωνα, πάντως, με ρεπορτάζ των New York Times, παρά την επιθετική ρητορική του, ο Αμερικανός πρόεδρος προβληματίζεται για το κόστος ενός παρατεταμένου εμπορικού πολέμου. Η αμερικανική εφημερίδα επικαλείται Αμερικανούς αξιωματούχους που δεν κατονομάζει, σύμφωνα με τους οποίους η Ουάσιγκτον οδεύει προς μια ανακωχή με την Κίνα. Η ανακωχή αυτή μπορεί να έχει τη μορφή μιας αναβολής των δασμών ώστε να δοθεί χρόνος για περαιτέρω διαπραγματεύσεις.

Η Αργεντινή

Ο φετινός οικοδεσπότης του G20, ο μεταρρυθμιστής πρόεδρος της Αργεντινής, Μαουρίσιο Μάκρι, ίσως απολαμβάνει ακόμη την εκτίμηση των ηγετών που καταφθάνουν στο Μπουένος Αϊρες. Η αισιοδοξία, όμως, που είχε εμπνεύσει στους Αργεντίνους με το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα, τείνει να εξανεμιστεί πλήρως. Ο πληθωρισμός αγγίζει το 50% και σύμφωνα με τη συμβουλευτική Ecolatina θα οδηγήσει σε μείωση των πραγματικών μισθών κατά 11% τους τελευταίους τέσσερις μήνες του έτους. Τα επιτόκια βρίσκονται περίπου στο 70% και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αγωνίζονται να επιβιώσουν. Τη Δευτέρα απεργούσε ο κρατικός αερομεταφορέας της Αργεντινής, αντιδρώντας στην απόφαση της κυβέρνησης να θέσει σε διαθεσιμότητα 367 υπαλλήλους του. Ο Μαουρίσιο Μάκρι ανέλαβε το τιμόνι της Αργεντινής πριν από τρία χρόνια υποσχόμενος να δώσει τέλος στην οικονομική αστάθεια που επικρατεί επί δεκαετίες. Πριν από μερικούς μήνες, όμως, αναγκάστηκε να προσφύγει στο ΔΝΤ, που είναι συνυφασμένο με την πτώχευση της περιόδου 2001-2002 και τα δεινά που ακολούθησαν. Το ΔΝΤ προβλέπει πως η οικονομία της Αργεντινής θα συρρικνωθεί φέτος κατά 2,6% και κατά 1,6% το 2019.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή