Ο κακός, ο βλάκας και ο απατεώνας

Ο κακός, ο βλάκας και ο απατεώνας

3' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αρκετοί Ελληνες κολακεύονται από την ιδέα ότι μοιάζουν με τους Ιταλούς. (Οπως και κάποιοι Τούρκοι, φαντάζομαι, θα κολακεύονται όταν τους λένε ότι μοιάζουν με Ελληνες…) Η πραγματικότητα όμως είναι ότι οι Ιταλοί διαφέρουν πολύ από τους Ελληνες, τουλάχιστον όσον αφορά τους ψεκασμένους και των δύο λαών. Διότι, αφού μίλησαν οι αγορές και οι επενδυτές απομακρύνθηκαν από τα ιταλικά ομόλογα, η κρίση μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών αποκλιμακώνεται, καθώς η κυβέρνηση των ψεκασμένων στη Ρώμη υποχωρεί και αναζητεί συμβιβασμό με τις Βρυξέλλες για το θέμα του ιταλικού προϋπολογισμού.

Δεν ήταν όμως μόνον οι αγορές που μίλησαν. Θυμίζω ότι ήταν και ο Τσίπρας, που, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Corriere della Sera, προσέγγισε την κυβέρνηση στη Ρώμη και τους συμβούλευσε (εξ ιδίας πείρας, προφανώς) να κάνουν την kolotoumba νωρίς, γιατί όσο αργούν τόσο αυξάνεται το κόστος της. Βεβαίως, γνωρίζοντας τα αγγλικά του Τσίπρα, δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι αυτό ήταν το μήνυμά του στους Ιταλούς· σημασία έχει, πάντως, ότι εκείνοι αυτό πρέπει να κατάλαβαν, αφού έτσι το έγραψε η έγκυρη ιταλική εφημερίδα. Το ερώτημα που με απασχολεί, όμως, είναι σε ποιον ακριβώς κυβερνητικό παράγοντα απευθύνθηκε ο Τσίπρας για να δώσει τη συμβουλή του. Στον Ματέο, στον Λουίτζι ή στον Τζουζέπε;

Φαίνεται απίθανο να μίλησε με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι, τον αρχηγό της Λέγκας. Πρόκειται για έναν «dropout», όπως λένε οι Αμερικανοί, δηλαδή για κάποιον που παράτησε το πανεπιστήμιο, ο οποίος εξελίχθηκε σε έναν πολιτικό τραμπούκο. Εξελίχθηκε, δηλαδή, σε έναν αυταρχικό ακροδεξιό λαϊκιστή, που επιβάλλεται με τον εκφοβισμό, τις απειλές και τις ειρωνείες. Νεότερος συμμετείχε σε τηλεπαιχνίδια και στην πολιτική πέρασε μέσω της δημοσιογραφίας. Υποστήριξε ανοικτά τον Ντόναλντ Τραμπ, διατηρεί επαφές με τον Στίβεν Μπάνον, τον Αμερικανό ιδεολογικό γκουρού του ακροδεξιού λαϊκισμού, και, τέλος, θεωρεί το ευρώ ως «ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Ο Σαλβίνι, εν ολίγοις, είναι ο κακός της υπόθεσης. Ισως είναι αφελές εκ μέρους μου, δεδομένου ότι μιλούμε για τον Τσίπρα ο οποίος συγκυβερνά με τον Πάνο Καμμένο, αλλά δεν νομίζω ότι ο Τσίπρας θα μπορούσε να συνεννοηθεί εύκολα με τον Σαλβίνι.

Αποκλείω χωρίς δεύτερη κουβέντα και τον δεύτερο αντιπρόεδρο της ιταλικής κυβέρνησης (επίσης «dropout» και, για ένα διάστημα, μαθητευόμενο δημοσιογράφο), τον Λουίτζι ντι Μάιο, του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Αν και θεωρείται σχετικά πραγματιστής, ο ρόλος του είναι δευτερεύων στην κυβέρνηση και η προσωπικότητά του ασήμαντη. Συγκριτικά μιλώντας, ο Ντι Μάιο είναι ο βλάκας της υπόθεσης, με την έννοια ότι κάθε ιστορία έχει τον βλάκα της.

Πιθανότερος για να έκανε τη συνεννόηση ο Τσίπρας μου φαίνεται ο πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε. Γιατί το λέω; Ο Κόντε βάφει το μαλλί του, ιδρώνει ασταμάτητα, το βλέμμα του αποφεύγει να κοιτάζει ευθέως τους άλλους και, το κυριότερο, είναι ψεύτης. Θυμίζω το παραφουσκωμένο βιογραφικό με το οποίο παρουσιάστηκε ως υποψήφιος για την πρωθυπουργία, ενώ δεν ήταν παρά ένας άσημος καθηγητής Νομικής. Με λίγα λόγια, αυτός είναι ο απατεώνας της υπόθεσης και, συνεπώς, με αυτόν πρέπει να μίλησε ο Τσίπρας. Εξάλλου, προ δεκαπενθημέρου οι δύο τους είχαν διμερή συνάντηση στο Παλέρμο, στο πλαίσιο της Διεθνούς Διάσκεψης για τη Λιβύη.

Της απελπισίας

Η υποψηφιότητα της Κατερίνας Νοτοπούλου στη Θεσσαλονίκη, την οποία θα επικύρωνε χθες το αρμόδιο όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια λύση απελπισίας. Ούτως ή άλλως, η υφυπουργός Μακεδονίας-Θράκης δεν ήταν η πρώτη επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ για τη Θεσσαλονίκη. Αφού όμως ο πρόεδρος της ΔΕΘ δεν μπορούσε λόγω κωλύματος εκ του νόμου, η κ. Νοτοπούλου κατεβαίνει από υποχρέωση. Κάτι οφείλει και εκείνη στο κόμμα, που της πρόσφερε ό,τι πάντα ονειρευόταν: λούσα, τιμές και δόξα.

Δεν έχω πληροφορίες για το θέμα, αλλά μπορώ να καταλάβω τι ήταν αυτό που έκανε επιφυλακτικό τον ΣΥΡΙΖΑ με την περίπτωση της υποψηφιότητας Νοτοπούλου. Μπορεί να το καταλάβει ο καθένας, άλλωστε, εφόσον έχει μάτια και βλέπει. Το βασικό πρόβλημα της υποψηφιότητάς της εντοπίζεται στην εμφάνισή της. Η κ. Νοτοπούλου είναι τόσο πολύ Θεσσαλονικιά, ώστε δεν δείχνει ΣΥΡΙΖΑ. Μαύρες δαντέλες, κόκκινα φορέματα, έντονο μακιγιάζ σαν να είναι αισθητικός που εργάζεται στον Χόντο, ανακαινίσεις υπουργικών γραφείων, όλα αυτά είναι μάλλον ΠΑΣΟΚ (με την πολιτισμική έννοια του όρου) παρά ΣΥΡΙΖΑ. Είναι, με άλλα λόγια, μια Εύα Καϊλή, αλλά στην προσιτή έκδοση χωρίς τα έξτρα (δερμάτινα καθίσματα, ξύλινο ταμπλό κ.λπ.).

Αλλά και πέραν αυτού, ό,τι εκπροσωπεί πολιτικά η κ. Νοτοπούλου είναι ξοφλημένο. Με το προσωπικό της παράδειγμα, η κ. Νοτοπούλου εκπροσωπεί το άχρηστο κράτος που καλοπερνά εις βάρος όλης της υπόλοιπης κοινωνίας. Γιατί λοιπόν να την ψηφίσουν οι Θεσσαλονικείς;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή