Το «αφεντικό» είναι ευάλωτο

Το «αφεντικό» είναι ευάλωτο

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην παράστασή του, «Bruce Springsteen on Broadway», η οποία θα βγει στο Netflix στις 16 Δεκεμβρίου, το «Αφεντικό» κάνει έναν δραματικό απολογισμό ζωής και καριέρας, αποκαλύπτοντας τον περίπλοκο και ευάλωτο εαυτό του.

«Κατάγομαι από μια πόλη όπου τα πάντα κρύβουν μια απάτη. Το ίδιο κι εγώ. Το 1972 δεν ήμουν επαναστάτης που έτρεχε με αμάξια, ήμουν ένας κιθαρίστας, και αυτό ήταν το μόνο που ήξερα. Δεν είχα ποτέ μια κανονική δουλειά. Δεν έχω δουλέψει ποτέ εννέα με πέντε. Και όμως, μόνο γι’ αυτά έγραφα. Ήμουν ο επαναστάτης “κύριος Born to Run”, αλλά στα 69 μου μένω δέκα λεπτά από το πατρικό μου».

Ελάχιστους σούπερ σταρ της εμβέλειας του Μπρους Σπρίνγκστιν μπορεί να φανταστεί κανείς να κάνουν μια τόσο σοκαριστική αποκαθήλωση του εαυτού τους μπροστά σε ζωντανό κοινό, πέντε ημέρες την εβδομάδα για παραπάνω από έναν χρόνο. Παρότι σε αυτήν το «Αφεντικό» ισχυρίζεται ότι η περσόνα του έχει υπάρξει μια απάτη, η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μία από τις πιο αυθεντικές περιπτώσεις της σόουμπιζ τα τελευταία 50 χρόνια. Και η παράσταση, που κλείνει πάνω από 14 μήνες συνεχών sold out, αποδεικνύει ακριβώς αυτό. 

«Ήθελα να κάνω κάποιες παραστάσεις που να είναι προσωπικές», είχε πει μετά την πρεμιέρα, τον Οκτώβριο του 2017. Η επιλογή του Μπρόντγουεϊ ήταν αυτονόητη, τα παλιά θέατρα, όπως το 960 θέσεων William Kerr Theatre, φαίνονταν το σωστό περιβάλλον γι’ αυτό που είχε κατά νου. «Είναι ίσως ο μικρότερος χώρος όπου έχω παίξει. Είμαι εγώ, η κιθάρα, το πιάνο, τα λόγια και η μουσική. Κάποια κομμάτια του σόου είναι τραγούδια και σε άλλα μιλάω. Ακολουθώ χαλαρά τον βασικό άξονα της ζωής και της δουλειάς μου και επιδιώκω τον στόχο που είχα πάντα: να παρέχω μια διασκεδαστική βραδιά και να επικοινωνήσω κάτι που έχει αξία να επικοινωνηθεί». 

Στο ντιβάνι

Στην πραγματικότητα, ο Σπρίνγκστιν μοιάζει να μιλάει στον ψυχαναλυτή του ή, για την ακρίβεια, να μεταφέρει αυτά στα οποία κατέληξε μέσω της ψυχανάλυσης που κάνει τα τελευταία 40 χρόνια. Σε αυτήν οδηγήθηκε μετά την πρώτη μεγάλη κρίση κατάθλιψης που είχε στα 32. Το βάρος της τραυματικής σχέσης με τον –όπως διαγνώστηκε αργότερα– σχιζοφρενή πατέρα του είχε ήδη φανεί. «Δεν ξέρω γιατί το έπαθα τότε», έγραφε πριν από δύο χρόνια στην αυτοβιογραφία του «Born to run». «Αυτό που ξέρω είναι ότι, καθώς μεγαλώνουμε, το φορτίο των άλυτων θεμάτων μας γίνεται πιο βαρύ. Κάθε χρόνο το τίμημα της άρνησής μας να τα λύσουμε είναι μεγαλύτερο. Πριν από πολύ καιρό, οι άμυνες που έχτισα για να αντισταθώ στο άγχος της παιδικής μου ηλικίας, για να σωθώ, έγιναν επικίνδυνες. Βασίστηκα σε αυτές για να απομονώσω τον εαυτό μου, να με αποκόψω από την πραγματική ζωή, να συγκρατήσω τα συναισθήματά μου. Όμως έρχεται η ώρα που αυτό το πληρώνεις με δάκρυα». 

Το σόου του, αλλά ίσως και όλη του η ζωή, είναι για τον πατέρα του και για την προσπάθεια του ίδιου να συμφιλιωθεί με τον άνθρωπο που τον δημιούργησε, αλλά και τον κατέστρεψε. «Όταν ήμουν νέος και έψαχνα μια φωνή για να πω τις ιστορίες μου», λέει στην παράσταση, «επέλεξα τη φωνή του πατέρα μου. Αυτός ήταν ο ήρωάς μου, αλλά και ο μεγαλύτερός μου εχθρός». Ο πατέρας του έβλεπε σε αυτόν ευαισθησία, τρυφερότητα, συστολή, ανασφάλεια, και όλα αυτά τα θεωρούσε αδυναμίες, τον θύμωναν. Τον απέρριπτε συνεχώς. Η παιδική ηλικία του Σπρίνγκστιν είναι ένα σπίτι στο Freehold του Νιου Τζέρσεϊ, που χωριζόταν στην κουζίνα και στο υπόλοιπο. Στην κουζίνα καθόταν ο πατέρας του και κυβερνούσε το μικρό του βασίλειο με σιωπή και οργή. Κάθε νύχτα, στο σκοτάδι, έπινε και μελετούσε. «Ήταν ένα σκοτεινό, σιωπηλό μέρος. Ο αέρας ήταν παχύς σαν να κολυμπάς μέσα σε μελάσα», λέει στο Esquire, στην πιο πρόσφατη συνέντευξή του. Αυτή τη σιωπή έσπασε με τo ροκ εν ρολ. «Έκανα μουσική για εκείνη την κουζίνα. Αλλά έκανα και μουσική για το μέρος της μητέρας μου στο σπίτι, που ήταν χαρούμενο και λαμπερό. Πρέπει να συνθέσεις ένα άτομο με όλα τα πράγματα που σου έχουν δοθεί».

 

Το «αφεντικό» είναι ευάλωτο-1

Ο Μπρους Σπρίνγκστιν τον Ιανουάριο του 1977, στο σπίτι του στο Νιου Τζέρσεϊ. © David Gahr/Getty Images/Ideal Image

 

Επιστροφή στην άβυσσο

Μπαίνοντας στα 60, ο Σπρίνγκστιν πέρασε μια δεύτερη παραλυτική κατάθλιψη, για την οποία μιλάει στην αυτοβιογραφία του. Τώρα, στα 69 του, με αυτό το σόου, αυτόν τον δραματικό μονόλογο που τονίζεται από τα τραγούδια, βγαίνει νικητής. Την πρώτη εβδομάδα παραστάσεων, το «Springsteen on Broadway» έκανε περισσότερα από 2,33 εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις! Τα εισιτήρια, που ξεκινούσαν από 75 ευρώ και έφταναν τα 850, επαναπωλούνταν σε δευτερόλεπτα σε αστρονομικές τιμές. Οι πρώτες οκτώ εβδομάδες ξεπούλησαν μέσα σε λίγα λεπτά. Ανανέωσε τις ημερομηνίες για επτά ακόμα μήνες, έως τον Σεπτέμβριο. Και όταν κι αυτές έγιναν sold out, έδωσε την τελευταία παράταση έως τις 15 Δεκεμβρίου. Τελικά, ελάχιστοι απλοί άνθρωποι των οποίων τόσα χρόνια γινόταν η φωνή κατάφεραν να τον δουν. Ποιος από αυτούς θα μπορούσε να πληρώσει τόσα χρήματα; Ίσως γι’ αυτό δέχτηκε το σόου να γίνει ταινία για το Netflix, η οποία θα κάνει πρεμιέρα στις 16 Δεκεμβρίου. 

Ξανά στο φως

Σύμφωνα με τον ίδιο, τελικά το νόημα το βρήκε μέσα από τα παιδιά του –έχει δύο γιους και μία κόρη, 28, 24 και 26 χρονών αντίστοιχα– και με τη βοήθεια της γυναίκας του, Πάτι Σκιάλφα, μέλους της E Street Band, η οποία, όπως λέει, του έμαθε ότι η οικογένειά τους ήταν ένα σημάδι δύναμης αντίθετα από αυτό που θεωρούσε ο πατέρας του. Εκείνη του έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, τον ενθάρρυνε να σηκώνεται νωρίς και να ασχολείται με τα παιδιά τους την ώρα που εκείνα είναι δραστήρια. Κι αυτός το έκανε. «Αν η φάση με τη μουσική δεν πάει καλά, μπορώ κάλλιστα να δουλέψω σε οποιοδήποτε diner στην Αμερική», λέει γελώντας στο Esquire. «Το να ετοιμάζεις πρωινό για τα παιδιά σου είναι μια πράξη μεγάλης οικειότητας. Και έλαβα την ανταμοιβή μου: ο ήχος των μαχαιροπίρουνων και του ψωμιού που πετάγεται από τη φρυγανιέρα». Με αυτούς τους ήχους επαναδιεκδίκησε την κουζίνα για την οικογένειά του, τη μετέτρεψε από φρούριο σιωπής σε ένα μέρος φωτεινό, γεμάτο ζωή.

Στην παράσταση, το τελευταίο κομμάτι είναι το «Born to Run», ένα από τα λίγα μεγάλα χιτ που περιλαμβάνει στη λίστα. Ο δημοσιογράφος του Esquire παρατηρεί ότι σε αυτό υπάρχει ένας στίχος που περιλαμβάνει τέσσερις λέξεις που τον ορίζουν: «Μαζί, Wendy, μπορούμε να ζήσουμε με τη θλίψη / θα σε αγαπώ με όλη την τρέλα στην ψυχή μου»: θλίψη, αγάπη, τρέλα, ψυχή. «Χρησιμοποιώ το τραγούδι στο τέλος της παράστασης ως περίληψη. Η ιδέα είναι ότι περιέχει όλα όσα έχουν προηγηθεί. Και πιστεύω ότι το κάνει. Μάλλον αυτό θα γράφει ο τάφος μου». ■

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή