Οταν το εμείς υπερίσχυσε του εγώ

Οταν το εμείς υπερίσχυσε του εγώ

3' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΑΜΠΡΑΚΟΣ

Εξηγώντας το θαύμα

εκδ. Τόπος, σελ. 292

Στα πρωτοσέλιδα, την επομένη της 4ης Ιουλίου 2004, μπορεί κανείς να βρει λέξεις όπως «αθάνατοι», «ήρωες», «θεοί», «θαύμα» κ.ο.κ. Μέσα στις θεμιτές υπερβολές των επινικίων του ποδοσφαιρικού θριάμβου, κρύβεται η αντίληψη που έχουν πολλοί Ελληνες –και οι περισσότεροι ξένοι– για όσα έγιναν εκείνο το καλοκαίρι στην Πορτογαλία: πως ήταν δηλαδή κάτι το σχεδόν μεταφυσικό, ένα κλείσιμο του (θεϊκού) ματιού που επέτρεψε σε μια σχετικά άσημη ομάδα να κάνει τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική έκπληξη όλων των εποχών. Διότι δεν υπήρχε περίπτωση, ειδικά οι Ελληνες, να κερδίσουν χάρη στο σύστημα, στη στρατηγική και στην οργάνωση…

Ο Βασίλης Σαμπράκος, διακεκριμένος αθλητικός δημοσιογράφος και ρεπόρτερ εθνικής ομάδας από το 1999 μέχρι το 2004, επιχειρεί με το βιβλίο του να κάνει ακριβώς αυτό που υποδεικνύει ο τίτλος: να «εξηγήσει το θαύμα». Πεπεισμένος πως οι… μαγγανείες και η καθαρή τύχη δεν αποτελούν ικανοποιητικά πειστήρια, αλλά και δίχως ψευδαισθήσεις σχετικά με την καθαρά ποδοσφαιρική ποιότητα των παικτών της ομάδας, ο Σαμπράκος αναζητεί αλλού το κλειδί της επιτυχίας. Και φυσικά το βρίσκει το πρόσωπο του Οτο Ρεχάγκελ. Ο Γερμανός προπονητής, ο οποίος έφτασε στον πάγκο της Εθνικής το 2001, σε ηλικία 63 ετών δεν ήταν ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα – ήταν όμως ακριβώς αυτό που χρειαζόμασταν. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς διαβάζοντας την πρώτη ενότητα του βιβλίου. Πιάνει το νήμα από την ώρα της έλευσης του Ρεχάγκελ, τον πρώτο (τραυματικό) αγώνα με αντίπαλο τη Φινλανδία (5-1), κάνοντας παράλληλα και αρκετά φλας-μπακ στην προ Γερμανού εποχή. Την περίοδο που οι Ελληνες ποδοσφαιριστές έπαιζαν περισσότερο ως μονάδες και λιγότερο ως ομάδα, όταν συγκεντρώνονταν για τους αγώνες του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος. Απολαυστικά ανέκδοτα στιγμιότυπα με παίκτες που έκαναν βόλτες στα μπουζούκια παραμονές αγώνα ή προπονητές που έπαιζαν τάβλι αντί να παρακολουθούν την ομάδα νέων, ζωντανεύουν την αφήγηση, ενώ παράλληλα αντιπαρατίθενται σε όσα έγιναν αργότερα.

Οταν το εμείς υπερίσχυσε του εγώ-1

Το θεμέλιο της επιτυχίας

Είναι ολοφάνερο πως αυτή η (στοιχειώδης) γερμανική οργάνωση και πειθαρχία που έφερε μαζί του ο Ρεχάγκελ, θεωρείται από τον συγγραφέα το θεμέλιο της επιτυχίας. Ενα από τα κεφάλαια τιτλοφορείται «Η μετατροπή της Εθνικής σε σύλλογο». Περιγράφεται με λεπτομέρειες πώς η ομάδα από κέντρο διερχομένων –ποδοσφαιριστών και παραγόντων– έγινε κλειστό κλαμπ το πολύ 25-30 παικτών, οι οποίοι δεν άλλαζαν ούτε με… αίτηση και δύο μόνο προπονητών· του Ρεχάγκελ και του αφοσιωμένου βοηθού του, Γιάννη Τοπαλίδη. Σε αυτούς προστέθηκε ο team manager, Γιώργος Παπαλάνης, ο οποίος αποτελεί και βασική πηγή του βιβλίου. Αυτοί ήταν όλοι. Ενα ελαφρύ σχήμα που ταξίδευε δίχως παρατρεχάμενους, μένοντας συνεχώς μακριά από κάθε είδους ανάμειξη με την υπόλοιπη ελληνική πραγματικότητα. Οπως είναι γνωστό ο Γερμανός δεν παρακολουθούσε καν τα παιχνίδια του πρωταθλήματος, είχε διαλέξει ήδη τους «στρατιώτες» του. Οσο για το αγωνιστικό κομμάτι, ο Σαμπράκος αναθέτει στον αναλυτή ποδοσφαίρου και προπονητή, Αθανάσιο Τερζή, να κάνει τη δουλειά. Μέσα από επεξηγηματικούς πίνακες και περιγραφή φάση-φάση βλέπουμε τι έγινε σε όλα τα παιχνίδια και πώς η ομάδα αντέδρασε στις δυσκολίες. Η στατιστική, η επιστήμη της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, η νευρολογία και η ψυχιατρική επιστρατεύονται επίσης προκειμένου το μεταφυσικό να κλειδωθεί στην ντουλάπα. Βέβαια κάτι τέτοιο, ειδικά για όσους παρακολούθησαν εκείνες τις ημέρες τα τεκταινόμενα καθώς και άλλες, ανάλογες «υπερβατικές» στιγμές του αθλητισμού, είναι μάλλον μάταιο. Κάποιοι μπορεί να πουν πως το βιβλίο διαβάζεται και σαν μυθιστόρημα. Οντως μερικά από τα γραφόμενα μοιάζουν απίθανα και άλλα απλώς ακατανόητα, όμως παρατηρεί κανείς πως συνεχώς επαναλαμβάνονται, χωρίς υπερβολές και ωραιοποιήσεις. Οι ίδιοι πρωταγωνιστές που έφταναν στην κορυφή των κορυφών της καριέρας τους κόντεψαν να έρθουν… στα χέρια με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας πριν από τον ημιτελικό, λόγω του χρηματικού πριμ. Και ήταν οι ίδιοι που προηγουμένως (και ακολούθως) έβαλαν στην άκρη τον εγωισμό τους για το καλό της ομάδας. Η ιστορία τους, εκτός από σπουδαιότερη του ελληνικού αθλητισμού, έχει κάτι να πει και για την κοινωνία μας γενικότερα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή