Πάντα εμπιστεύομαι το ένστικτό μου

Πάντα εμπιστεύομαι το ένστικτό μου

5' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η συνομιλία μας με την Κίκι Σμιθ ξεκίνησε από τη Νέα Υόρκη και συνεχίστηκε στην Υδρα. Στην αρχή μιλήσαμε στο τηλέφωνο, εκείνη από το κινητό, την ώρα που έπλενε το αυτοκίνητό της έξω από το σπίτι της στο Ιστ Βίλατζ. «Θα μου κάνετε θαυμάσια παρέα», είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια και μποέμικη ανεμελιά. «Δεν υπάρχει πιο βαρετή δουλειά από το πλύσιμο του αυτοκινήτου. Αλλά πρέπει να το αφήσω καθαρό επειδή αύριο φεύγω και θα λείψω καιρό».

Δεν την άκουγα καλά, παρενέβαινε η μεσημεριανή φασαρία του Μανχάταν. Μιλάει σιγανά, μακρόσυρτα και σαν αφηρημένη. Ο λόγος της έχει κάτι από την αμφισημία ενός χρησμού. Αλλωστε το ίδιο υποστηρίζουν οι περισσότεροι κριτικοί σύγχρονης τέχνης για το σύνολο του έργου της: διαθέτει την ενορατικότητα και την υπνωτιστική επίδραση προφητείας.

Εχοντας στο ενεργητικό της μια καριέρα σχεδόν τεσσάρων δεκαετιών, η Αμερικανίδα εικαστικός Κίκι Σμιθ, στα 64 χρόνια της, έχει δημιουργήσει ένα σώμα δουλειάς που την καθιστά μία από τις πιο επιδραστικές καλλιτέχνιδες διεθνώς. Το έργο της, πολύμορφο και πολύτροπο –γλυπτική, φωτογραφία, σχέδιο και ύφασμα/ταπισερί–, συνδέεται με την ανθρώπινη κατάσταση και τη σχέση μας με τη φύση, αλλά πάνω από όλα εμβαθύνει στην ουσία και στη σημασία της γυναικείας ταυτότητας. Εχει παρουσιάσει ατομικές εκθέσεις ανά τον κόσμο, μεταξύ άλλων σε 25 σημαντικότατα μουσεία. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε 6 Μπιενάλε της Βενετίας, με πιο πρόσφατη αυτή του 2017. Εχει τιμηθεί με πολυάριθμα βραβεία και είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Την επόμενη ημέρα του τηλεφωνήματός μας, «πετούσε» για τη Βιέννη, όπου ήδη παρουσιάζεται μια αναδρομική έκθεσή της στο Μουσείο Μπελβεντέρε, και ακολουθούσε το ταξίδι στην Αθήνα. Τελικός προορισμός η Υδρα, όπου προσκεκλημένη του ιδρύματος για τη σύγχρονη τέχνη ΔΕΣΤΕ θα ολοκλήρωνε τη δημιουργία τής site specific εγκατάστασης με τίτλο «Memory» («Μνήμη») στο Σφαγείο.

«Ποιο είναι το περιεχόμενο του έργου που ετοιμάζετε για την Ελλάδα;», τη ρώτησα. «Λυπάμαι που θα σας απογοητεύσω, αλλά ακόμη δεν ξέρω», απάντησε. «Από την πρώτη μου επίσκεψη στην Υδρα το περασμένο φθινόπωρο, κράτησα μερικές εικόνες, μίλησα με ανθρώπους, γεννήθηκαν μέσα μου ιδέες. Τα υπόλοιπα θα γίνουν επιτόπου. Εργάζομαι με τρόπο τελείως διαισθητικό. Δεν σκέφτομαι. Βλέπω ένα μέρος, αισθάνομαι, και μετά αποφασίζω τι θα φτιάξω. Είμαι σαν ένα ζώο. Πάντοτε εμπιστεύομαι το ένστικτό μου, γιατί όπως ξέρετε δεν υπάρχει σωστή ή λάθος απάντηση στα πράγματα».

«Και πότε γεννιέται το φιλοσοφικό περιεχόμενο και οι νοηματικές συνδηλώσεις που οι θεωρητικοί της τέχνης διακρίνουν στη δουλειά σας;».

Σιωπή στο τηλέφωνο, λίγο γέλιο και μετά: «Δεν λέω ότι αυτά που βλέπουν οι κριτικοί στο έργο μου δεν υπάρχουν. Απλώς εγώ δεν τα σκέφτομαι ποτέ».

Η δεύτερη συνομιλία μας έγινε σε ένα καφέ της Υδρας, μία ημέρα πριν από τα εγκαίνια της εγκατάστασης. Η φυσιογνωμία της ταιριάζει με την προσωπικότητά της: γκρίζα σπαστά μαλλιά, αχνά γαλάζια μάτια, διάφανο δέρμα και χέρια στικτά από μικροσκοπικά αστεράκια και γραμμές που μοιάζουν με tribal tattoos. Μια αιθερική ύπαρξη, που είναι ταυτόχρονα απολύτως γειωμένη, και διαθέτει πυγμή, πειθαρχία και μεγάλη εργατικότητα, όπως λένε όσοι εργάστηκαν μαζί της στην προετοιμασία της εγκατάστασης. Μια καλλιτέχνις που χώθηκε στις περιπέτειες της εναλλακτικής νεοϋορκέζικης καλλιτεχνικής σκηνής τη δεκαετία του 1970, περιπλανήθηκε εντός και εκτός της τέχνης, παίρνοντας μαθήματα νοσηλευτικής για έκτακτα περιστατικά, δουλεύοντας περιστασιακά ως βοηθός ηλεκτρολόγου και μάγειρας, μέχρι που στα 26 της χρόνια, ο θάνατος του πατέρα της τη βοήθησε να βρει τον δρόμο της. Το έργο της στην Υδρα (διάρκεια έκθεσης έως 30/9), ένα από τα ελάχιστα in situ στη σταδιοδρομία της, είναι από τα πιο ενδιαφέροντα που παρουσιάστηκαν στο Σφαγείο στα 10 χρόνια που μετράει ο θεσμός έως τώρα.

Πάντα εμπιστεύομαι το ένστικτό μου-1

Μία από τις πολλές γάτες που μαζί με τα πλάσματα του ουρανού (κουκουβάγιες, κοράκια, γεράκια) «κατοικούν» στην εγκατάσταση «Μνήμη» της Κίκι Σμιθ.

Ενας σκληρός τόπος

Το μικρό τσιμεντένιο κτίριο της έκθεσης είναι ένας σκληρός τόπος και ίσως άνθρωποι ελαφροΐσκιωτοι σαν την Κίκι Σμιθ ακούν τις κραυγές των φυλακισμένων ζώων να αντηχούν από το βάθος του χρόνου. «Το σφαγείο συνδέει τις κατσίκες με τη θάλασσα μέσω του αίματος», λέει η ίδια. «Μια γυναίκα μού διηγήθηκε ότι θυμάται τα παιδικά της καλοκαίρια στην Υδρα η θάλασσα να γίνεται κόκκινη από το αίμα. Κάποτε, όταν βρισκόμουν στη νήσο Μπέκια της Καραϊβικής, κυνηγούσαν φάλαινες και χρησιμοποιούσαν τις σφαγμένες κατσίκες για δόλωμα. Μια μέρα, εντόσθια ξεβράστηκαν στην άμμο. Φωτογράφισα και έκανα σκίτσα των οργάνων, και μετά τα ξέχασα. Μέχρι που τα επανέφερα για αυτή την εγκατάσταση. Ηταν μια προσφορά στην ελληνική θάλασσα από τη Νέα Υόρκη».

Στο μεγαλύτερο δωμάτιο, ανάμεσα στα σκουριασμένα τσιγκέλια που κρέμονται ακόμη από την οροφή, υπάρχει ένας ρηχός μεταλλικός κοίλος δίσκος γεμάτος νερό, που καθώς εξατμίζεται από τη ζέστη προβάλλουν στην επιφάνεια δύο εξογκώματα ίδια με γυναικεία στήθη. Απέναντί του, ένα γλυπτό, που μοιάζει με κεφάλι πουλιού ή με γυναικείο μπούστο, φωτίζεται εσωτερικά, σαν σε εκκλησία, από δύο μελισσοκέρια. Στο βάθος βρίσκονται δύο υπερμεγέθη μπρούτζινα γλυπτά ομοιώματα των σπλάγχνων μιας κατσίκας. Χωμένα στις γωνίες, πάνω από το κεφάλι του επισκέπτη και εκεί όπου μετά βίας τα πιάνει το μάτι, ακουμπούν μικρούτσικα γλυπτά ζώα: κουκουβάγιες, ένα γεράκι, ένα γαϊδουράκι και πολλές γάτες. «Σκέφτηκα να τα τοποθετήσω εδώ για να διασκεδάσουν τα μικρά παιδιά που θα έρθουν να δουν την έκθεση», λέει η Κίκι Σμιθ. «Ετσι θα ανακαλύψουν κρυμμένα μυστικά».

Ολα τα τζάμια καλύπτονται από ένα ειδικό ροζ γυαλί που ήρθε από το εξωτερικό και στέλνει ρόδινες και χρυσές αντανακλάσεις στο δωμάτιο. Στο μικρό μπαλκόνι, ένα γλυπτό, που μοιάζει με το κεφάλι κουκουβάγιας, βλέπει τον κόσμο ανάποδα χάρη στους ανεστραμμένους φακούς που τοποθετήθηκαν στη θέση των ματιών. Τα διπλανά δωμάτια έχει καταλάβει μια παράξενη γυναίκα, μια μεταλλική γοργόνα με σώμα θαλάσσιου φιδιού, που την επόμενη στιγμή –όπως συμβαίνει στα παραμύθια– αποκτά κέρατα και παίρνει την όψη κατσίκας. Πάνω από την είσοδο, σαν φύλακας της «Μνήμης», στέκει ένας τεράστιος Αιγόκερως με μακριά υφασμάτινη ουρά φιδιού. Αυτό είναι το ον στο οποίο μετασχηματίστηκε ο μυθολογικός Τρίτωνας της παλιάς υδραίικης σημαίας χάρη στους συνειρμούς της Σμιθ. «Είναι και το ζώδιό μου», σχολιάζει. Στοιχεία από μύθους και μυστικιστικούς συμβολισμούς, αστερισμοί και απίθανα πλάσματα, όλα βρίσκουν στο Σφαγείο το σπίτι τους. Επτά τεράστιες σημαίες τυπωμένες από την καλλιτέχνιδα κυματίζουν στον αέρα.

«Ποιο είναι το συνεκτικό στοιχείο του έργου σας», τη ρωτώ. «Ολα έχουν σχέση με το Σφαγείο, αλλά κατά κάποιον τρόπο τού δίνουν νέα ζωή και φως, όπως το νερό, τα χρωματιστά τζάμια, τα κεριά», απαντά. «Νομίζω ότι μεγάλο μέρος της δουλειάς μου έχει σχέση με την αναγέννηση, την ανάσταση. Υπάρχει μια συνέχεια σε ό,τι κάνω, μολονότι συχνά ακολουθώ διαφορετικές κατευθύνσεις. Το στοιχείο που τα συνδέει είμαι εγώ.  Αυτό συμβαίνει και στο συγκεκριμένο έργο. Δεν είναι κάποιου είδους σύνθεση. Τα αντικείμενα συνυπάρχουν στον χώρο, όπως ακριβώς οι άνθρωποι στο δωμάτιο. Ο καθένας βλέπει και παίρνει αυτό που θέλει».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή