Χωρίς υψηλές προσδοκίες η συνάντηση Τραμπ – Σι

Χωρίς υψηλές προσδοκίες η συνάντηση Τραμπ – Σι

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με χαμηλές προσδοκίες και αρκετές επιφυλάξεις αναμένεται η συνάντηση που θα έχουν οι πρόεδροι ΗΠΑ και Κίνας το Σάββατο στο περιθώριο του G20 στην Ιαπωνία. Θα πρόκειται για την πρώτη συνάντηση των Τραμπ και Σι από τον Μάιο, οπότε κατέρρευσαν οι μεταξύ τους εμπορικές συνομιλίες όταν η Ουάσιγκτον κατηγόρησε το Πεκίνο πως υπαναχώρησε σε όσες δεσμεύσεις είχε αναλάβει έως τότε.

Οι δύο ηγέτες προσέρχονται στη Σύνοδο των 20 πλουσιότερων χωρών του κόσμου με διακηρυγμένες προθέσεις που δεν εμπνέουν ιδιαίτερη αισιοδοξία. Παρατηρητές αναφέρουν πως οι δύο πλευρές θα μπορούσαν θεωρητικά να συμφωνήσουν να μην προχωρήσουν προς το παρόν στην επιβολή περαιτέρω δασμών, αλλά μάλλον δεν υπάρχει διάθεση για μια τέτοια κίνηση. Εκτιμούν, άλλωστε, πως η καλύτερη δυνατή έκβαση της συνάντησης Τραμπ – Σι θα είναι απλώς η επανέναρξη των επίσημων συνομιλιών. Κάτι τέτοιο θα επανέφερε βέβαια την ηρεμία στα χρηματιστήρια, κατευνάζοντας τους φόβους πως ο ήδη παρατεταμένος εμπορικός πόλεμος μπορεί να συνεχισθεί στο διηνεκές. Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στον Λευκό Οίκο, ο Ντόναλντ Τραμπ επιθυμεί τη συνάντηση, αλλά χωρίς να είναι διατεθειμένος να ανακαλέσει την απειλή του για επιβολή δασμών στα υπόλοιπα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ και είναι αξίας 325 δισ. δολαρίων.

Εν ολίγοις ο Αμερικανός πρόεδρος δεν δέχεται να κάνει καμία εκ των προτέρων παραχώρηση χάριν ενός καλού κλίματος στις συνομιλίες. Επιμένει, αντιθέτως, ότι το Πεκίνο πρέπει να επιστρέψει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τις υποσχέσεις που ανακάλεσε τον Μάιο και να δεσμευθεί πως θα εγκαταλείψει πάγιες αλλά αθέμιτες πρακτικές, ανάμεσά τους η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και τεχνογνωσίας από τις αμερικανικές επιχειρήσεις, τις οποίες το Πεκίνο αναγκάζει να δημιουργούν κοινοπραξίες με κινεζικές προκειμένου να τους επιτρέψει να δραστηριοποιούνται στην Κίνα. Είναι, άλλωστε, ενδεικτική η δήλωση του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν, πως στον  προηγούμενο γύρο συνομιλιών είχαν καλύψει «περίπου το 90% του δρόμου και μάλλον υπάρχει το μονοπάτι για να ολοκληρώσουμε την πορεία».

Ο κ. Μνούτσιν δεν διευκρίνισε ποιο είναι το περιεχόμενο του υπόλοιπου 10%, αλλά δήλωσε αισιόδοξος πως οι πρόεδροι των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου θα μπορέσουν να σημειώσουν πρόοδο στο περιθώριο του G20.

Οι σύμβουλοι του Αμερικανού προέδρου προεξοφλούν, άλλωστε, πως δεν πρόκειται να συναφθεί καμία συμφωνία το Σαββατοκύριακο, αλλά ευελπιστούν πως η συνάντηση θα προλειάνει το έδαφος για την επανέναρξη των συνομιλιών.

Αν, πάντως, ο Ντόναλντ Τραμπ εκτιμήσει ότι δεν υπάρχει πρόοδος και αποφασίσει να επιβάλει περαιτέρω δασμούς, είναι σαφές ότι θα επιδεινωθούν σημαντικά οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε στο Reuters πηγή προσκείμενη στις επαφές, «αν προχωρήσουν με δασμούς, τότε οι συνομιλίες έχουν πεθάνει».

Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο δεν δείχνει συναινετική διάθεση και διεμήνυσε τη Δευτέρα ότι πρέπει και οι δύο πλευρές να κάνουν υποχωρήσεις, ώστε να είναι επωφελής και για τις δύο χώρες όποια εμπορική συμφωνία προκύψει.

Ουσιαστικά, ζητεί από την Ουάσιγκτον να άρει τους δασμούς 25% που έχει ήδη επιβάλει σε κινεζικά προϊόντα από ημιαγωγούς μέχρι επιπλώσεις που εισάγονται στις ΗΠΑ, αξίας 250 δισ. δολαρίων.

Κόστος 1,2 τρισ. δολαρίων

Οι πρόεδροι των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου έχουν τη δυνατότητα να εξοικονομήσουν 1,2 τρισ. δολάρια για λογαριασμό της παγκόσμιας οικονομίας. Στο ποσό αυτό εκτιμούν οι οικονομολόγοι της Bloomberg Economics ότι θα ανέλθει το κόστος του σινοαμερικανικού πολέμου μέχρι το 2021, αν βέβαια κλιμακωθεί. Γι’ αυτό και παρακολουθούν προσεκτικά τις εξελίξεις οι χώρες της Ασίας που ανήκουν στην αλυσίδα προσφοράς της Κίνας και έχουν ήδη πληγεί από την ανταλλαγή δασμών ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στο Πεκίνο.

Οπως επισημαίνει ο Νταν Χάνσον, οικονομολόγος της Bloomberg Economics, το ποσό του 1,2 τρισ. δολαρίων μπορεί να αφαιρεθεί από την παγκόσμια οικονομία χωρίς να την οδηγήσει σε ύφεση. Η ανάπτυξή της, όμως, θα περιοριστεί στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει σημειώσει μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Οι αμερικανικές βιομηχανίες Dell Technologies, HP Inc., Intel Corp και Microsoft έχουν όλες ταχθεί κατά των δασμών στους κινεζικούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές, επικαλούμενες την αύξηση που οι δασμοί θα επιφέρουν στο τελικό κόστος, αλλά και τη ζημία που θα υποστούν οι μικρές επιχειρήσεις. Σύμφωνα, άλλωστε, με τους Μαέβα Κάουζιν και Τομ Ορλίκ, επίσης οικονομολόγους του Bloomberg, το πρώτο τρίμηνο του 2019 οι εισαγωγές των ΗΠΑ από την Κίνα μειώθηκαν κατά 26%.

Εξαιτίας των δασμών, άλλωστε, δεν θα είναι πλέον ελκυστική η Κίνα για την ανέγερση μονάδων παραγωγής εταιρειών άλλων χωρών. Οπως έχει υπογραμμίσει ο Αμερικανός πρόεδρος, οι επιχειρήσεις που υφίστανται τις επιπτώσεις των δασμών έχουν αρχίσει να μεταφέρουν μονάδες παραγωγής στο Βιετνάμ και σε άλλες χώρες της Ασίας. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή