Ο φόβος για ένα αύριο χωρίς μνήμη

Ο φόβος για ένα αύριο χωρίς μνήμη

3' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Στην εποχή μας υπάρχει ακόμα κάτι που σιγά σιγά χάνεται, γεγονός που μας αφορά σε ένα πολύ προσωπικό και υπαρξιακό επίπεδο. Πρόκειται για τη γενιά των αυτοπτών μαρτύρων των χειρότερων εγκλημάτων και καταστροφών στα χρονικά της ανθρώπινης ιστορίας, μια γενιά που αρχίζει σταδιακά να εκλείπει. Το σημείο έναρξης ενός νέου κεφαλαίου συλλογικής ανάμνησης οριοθετείται από ένα χρονικό εύρος σαράντα ετών: μετά την πάροδό τους, η συλλογική ανάμνηση αρχίζει να φθίνει, με αποτέλεσμα οι μορφές μέσω των οποίων μεταδίδεται η πολιτισμική ανάμνηση να γίνονται προβληματικές».

Γράφοντας αυτό ο Γερμανός αιγυπτιολόγος Γιαν Ασμαν στον πρόλογο του κλασικού, θεωρητικού έργου του «Η πολιτισμική μνήμη» (ευτύχησε στα ελληνικά να κυκλοφορήσει από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), δεν αναφερόταν στη Μικρασιατική Καταστροφή. Πώς θα μπορούσε όμως να εξαιρεθεί από τη διαπίστωση;

Αν υπάρχουν σήμερα επιζώντες, θα πρέπει να είναι άνω των 100 ετών και, βέβαια, αυτό σημαίνει ότι το 1922 θα ήταν μικρά παιδιά, σχεδόν μωρά. Ομως η κ. Ευγενία ή ο κ. Περικλής, 70χρονοι, πάνω κάτω, σήμερα, απόγονοι Μικρασιατών προσφύγων της Ανω Ελευσίνας, αφηγούνται τα γεγονότα σα να τα έχουν βιώσει. Ιστορίες αφανισμών και εξανδραποδισμών· μιλούν για τον παππού ή τη γιαγιά τους, συγγενείς που δεν γνώρισαν, αλλά και οι δύο βουρκώνουν. «Κοίτα ανατρίχιασα», μου λέει η κ. Ευγενία, φεύγει για να τακτοποιήσει μια εκκρεμότητα στο Μουσείο Μικρασιατών Ελευσίνας, και επιστρέφοντας, σε λίγα λεπτά, ξαναπιάνει το νήμα ακριβώς από εκεί όπου το άφησε. Εν τω μεταξύ, ο κ. Περικλής, είχε ήδη αρχίσει να θυμάται περιστατικά από τη δική του οικογένεια. «Πόσες φορές τα έχετε διηγηθεί;», ρωτώ και τους δύο. «Αμέτρητες», νομίζω, μου απάντησαν ή το υπονόησαν με μια κίνηση του χεριού.

Την περασμένη εβδομάδα στην Ελευσίνα, η σκηνοθέτις Γιολάντα Μαρκοπούλου, παρουσίασε μια site – specific περιπατητική παράσταση με τίτλο «Ε_ΦΥΓΑ Μικρασία» (στο πλαίσιο του «Φεστιβάλ Συνοικισμός»). Ηταν ιστορικά και κοινωνικά επεξεργασμένη με μεγάλη ευαισθησία και ενσυναίσθηση. Περιήγηση με τη συμμετοχή των ίδιων των κατοίκων, οδηγούς δύο ηθοποιούς, μια διαδρομή με εικόνες, ήχους, μυρωδιές, ένα οδοιπορικό μέσα από δρόμους, προσφυγόσπιτα, άλλα κατοικημένα και άλλα εγκαταλελειμμένα, στάσεις για να ακούσουμε, να δούμε, να κατανοήσουμε και, κυρίως, να αισθανθούμε. Μια σύνθεση από ιστορίες, ανθρώπινα ίχνη ενός, σχεδόν, αιώνα, φυλαγμένα σε αντικείμενα, μνήμες, σκέψεις, τελετουργικά, ρουτίνες αναλλοίωτες, γεύσεις απαράλλακτες. Μαζέματα σε αυλές, κώδικες επικοινωνίας με εκφράσεις και τοπωνύμια που έχουν διασχίσει τις δεκαετίες (όπως τα «παντρεμενάδικα»), άνθρωποι πονεμένοι και ανοιχτοί, περιπλανώμενοι ακόμη ανάμεσα στο τότε και στο τώρα, φιλόξενοι και ανήσυχοι, γεμάτοι ζωή, γέλιο και δάκρυα.

Θέλουν να πουν τις ιστορίες τους, να τις μοιραστούν, να ξαλαφρώσουν από το βάρος και την ευθύνη της μνήμης που ζυγίζει πάνω τους, γύρω τους, μέσα τους. Μιας μνήμης που δεν είναι από πρώτο χέρι. Ακουσαν γι’ αυτά, κι εκείνοι με τη σειρά τους, θέλουν κι άλλοι, όσο το δυνατόν περισσότεροι, να γίνουν κοινωνοί της δικής τους, βιωμένης πλέον, αφήγησης. Στο πρόσωπο του επισκέπτη βλέπουν και τον ακροατή. Είναι όμως και κάτι ακόμη: η αγωνία της συνέχειας. Ξέρουν ότι τα δικά τους παιδιά και εγγόνια δεν έχουν την ίδια επαφή με τις ιστορίες τους, προφορικές ή καταγεγραμμένες ή αποθηκευμένες στο Μουσείο Μικρασιατών, το οποίο έφτιαξαν μόνοι τους από χρέος και με επιμονή. Είναι αυτό ακριβώς για το οποίο γράφει ο Ασμαν: «Μια γενιά που αρχίζει σταδιακά να εκλείπει». Και μετά; Οταν αυτοί οι χαρισματικοί αφηγητές δεν θα είναι πια εν ζωή, ποιος θα «κληρονομήσει» τη μνήμη με το ίδιο πάθος για να τη μεταφέρει με την ίδια επιθυμία, με το ίδιο αίσθημα «του επείγοντος»; Ούτε οι ίδιοι εξάλλου υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες, αλλά έζησαν σε θερμοκρασίες βρασμού. Οι μνήμες άχνιζαν ακόμη, διαμόρφωναν ψυχοσύνθεση, καθημερινότητα, χάραζαν διαδρομές, προσδιόριζαν επιλογές ζωής.

Η περιπατητική αυτή παράσταση στην Ελευσίνα αναδιάταξε, για μία ακόμη φορά, την ιστορική μνήμη. Ούτως ή άλλως, κάθε φορά που οι άνθρωποι αυτοί αφηγούνται τα ίδια περιστατικά, κάτι μετατοπίζεται. Η ξενάγηση είναι, κι αυτή, ένα ακόμη βήμα για την κατανόηση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή