ΤτΕ: Οι πρόσφατες παροχές της κυβέρνησης θέτουν εκτός στόχου το πλεόνασμα

ΤτΕ: Οι πρόσφατες παροχές της κυβέρνησης θέτουν εκτός στόχου το πλεόνασμα

2' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Νέο «καμπανάκι» σχετικά με τις πρόσφατες παροχές της κυβέρνησης κρούει, σε έκθεσή της, η Τράπεζα της Ελλάδας, τονίζοντας ότι το εν λόγω πακέτο κοστίζει ακριβά και θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του στόχου που έχει τεθεί για το πρωτογενές πλεόνασμα του τρέχοντος έτους.

«Λαμβάνοντας υπόψη τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα που ψηφίστηκαν πρόσφατα από τη Βουλή, η πρόβλεψη της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2019, με βάση τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία, είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί σε 2,9% του ΑΕΠ, έναντι στόχου 3,5% του ΑΕΠ», τονίζεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.

Παράλληλα, στην έκθεση, γίνεται λόγος χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς, όπως αναφέρεται:

«Η παρούσα Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική υποβάλλεται σε μια περίοδο που η ελληνική οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει. Το οικονομικό κλίμα είναι θετικό, η ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας βελτιώνεται και οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων αποκλιμακώνονται. Παρ’ όλα αυτά, οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν σχετικά χαμηλοί και η πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου είναι χαμηλότερη της επενδυτικής κατηγορίας». Η ΤτΕ εκτιμά, ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί κατά 1,9% φέτος, 2,1% το 2020, και 2,2% το 2021.

Ακόμη, η έκθεση επισημαίνει τους εγχώριους και εξωτερικούς παράγοντες που κρύβουν κινδύνους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

«Η οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις, ενώ υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι και αβεβαιότητες που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον, όπως η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας λόγω του εντεινόμενου εμπορικού προστατευτισμού και των γεωπολιτικών εντάσεων. Κίνδυνοι όμως πηγάζουν και από το εγχώριο περιβάλλον – η οπισθοδρόμηση των μεταρρυθμίσεων ή η ακύρωσή τους, οι δικαστικές αποφάσεις με δημοσιονομικές επιπτώσεις, καθώς και η πρόσφατη επεκτατική δέσμη δημοσιονομικών μέτρων – οι οποίοι δημιουργούν αβεβαιότητα για την επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων, αλλά και για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους και του ασφαλιστικού συστήματος», σημειώνεται χαρακτηριστικά και προστίθεται:

«Προκειμένου να επιταχυνθεί η ανάκαμψη της οικονομίας, να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις, αλλά και για να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, απαιτείται η προώθηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα, η διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και η υιοθέτηση ενός πιο φιλικού για την ανάπτυξη μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής».

Οπως παρατηρεί, πάντως, η ΤτΕ «η αντίδραση των αγορών τις τελευταίες εβδομάδες, με τη μεγάλη πτώση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, είναι ένας καλός οιωνός για το μέλλον, αρκεί βεβαίως οι προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί να επιβεβαιωθούν από έγκαιρες κινήσεις στην οικονομική πολιτική, που αφορούν το επενδυτικό κλίμα».

Οσον αφορά στο τραπεζικό σύστημα, στην έκθεση επισημαίνεται ότι η μείωση το του αποθέματος των κόκκινων δανείων, αποτελεί μια από τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο παρέμεινε το Μάρτιο του 2019 σε υψηλό επίπεδο (45,2%).

Η ΤτΕ θεωρεί ότι είναι ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι παρά τη βελτίωση του οικονομικού και θεσμικού περιβάλλοντος, οι εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης (δηλαδή μέσω είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών, αναδιαρθρώσεων δανείων, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.λπ.) παραμένουν περιορισμένες.

Εκτιμά δε ότι παρά τη μείωση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι ρυθμοί μείωσης δεν επαρκούν ώστε να επιτευχθεί σύντομα σύγκλιση προς τον Ευρωπαικό μέσο όρο. Θετική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι τα τελευταία έτη οι τράπεζες συνομολογούν κυρίως λύσεις ρύθμισης μακροπρόθεσμου χαρακτήρα για τα ΜΕΔ, σε αντιδιαστολή με ρυθμίσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Ανησυχητικά υψηλό παραμένει το ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης, αλλά εμφάνισαν και πάλι καθυστέρηση μετά τη ρύθμιση. Μάλιστα, σε μεγάλο μέρος των ρυθμίσεων, η καθυστέρηση εμφανίζεται μόλις ένα τρίμηνο μετά την εφαρμογή της ρύθμισης. Αυτό δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά ως προς την καταλληλότητα και αποτελεσματικότητα των προσφερόμενων ρυθμίσεων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή