Μήπως να του βάζαμε λίγο λάδι;

Μήπως να του βάζαμε λίγο λάδι;

2' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη γαστρονομική πασαρέλα της χώρας, τη Σαντορίνη, από όπου περνούν κάθε σεζόν δεκάδες μάγειρες πρώτης τάξης, όλοι θέλουν να δημιουργήσουν κάτι σπουδαίο, εξέχον και εκκεντρικό, μια ακολουθία σπέσιαλ πιάτων για τον επισκέπτη που έχει να ξοδέψει. Πώς να εντυπωσιάσεις κάποιον που δειπνεί σε αυτό το μαγικό τοπίο; Πώς ένας σεφ θα κέρδιζε την εκτίμηση ενός Αμερικανού από το Τέξας, που ξέρει πιθανότατα από μοσχάρι ράτσας; Ποιος τόνος τατάκι θα έκανε τον Ασιάτη να θυμάται τι έφαγε για μήνες μετά;

Σκέφτομαι κάπως απλοϊκά ίσως, αλλά μήπως να βάζαμε λίγο λάδι, την πιο ευγενική και πλούσια έτοιμη σάλτσα που φέρει τη σφραγίδα μας; Με λύπη διαπίστωσα στο νησί πως στα περισσότερα εστιατόρια το ελαιόλαδο ήταν ο μεγάλος απών. Υπήρχε σε αφρό, σε χιόνι, σε παγωτό, σε γρανίτα. Στο μπουκάλι, πουθενά. Το μέτρο για τη χρήση σφραγισμένων μη επαναγεμιζόμενων συσκευασιών ελαιολάδου πάνω στα τραπέζια των εστιατορίων παραμένει ανεφάρμοστο στις περισσότερες επιχειρήσεις. Αν οι χιλιάδες επισκέπτες που γευματίζουν εκεί (περισσότεροι από 5 εκατ. αναμένεται να διανυκτερεύσουν στο νησί φέτος) δοκίμαζαν το λάδι μας, μπορεί να το αναζητούσαν, να το προωθούσαν, να το έβαζαν δίπλα στα γνωστά τους ισπανικά. Είναι κρίμα να μην το «πουλάμε» εκεί όπου υπάρχει η μεγαλύτερη ζήτηση, εκεί όπου ο επισκέπτης έχει να ξοδέψει και η τιμή των 3 ευρώ για το φιαλίδιο των 100 ml να του φανεί δίκαιη. Το ίδιο πρέπει να γίνει και στη Μύκονο, που επίσης συγκεντρώνει πολλούς επισκέπτες, στην Πελοπόννησο –αν όχι εκεί, τότε πού;–, στη Χαλκιδική, σε όλη την Κρήτη, απ’ άκρη σ’ άκρη. Με αυτό το ίδιο καλό λάδι πρέπει να μαγειρεύουν οι πολυύμνητοι μάγειρές μας.

Μήπως να του βάζαμε λίγο λάδι;-1

Μου άρεσε ιδιαίτερα η ιδέα του Φάνη Μαϊκαντή, που μαγειρεύει στο Botargo στον Πύργο Σαντορίνης, να σερβίρει κάθε πιάτο με άλλο ελαιόλαδο. «Οι πελάτες που έρχονται εδώ έχουν πάει ήδη στην Ιταλία, στην Ισπανία, όπου το ελαιόλαδο έχει εξέχουσα θέση στα εστιατόρια. Γι’ αυτό αποφάσισα να τους δείξω ότι έχουμε κι εμείς πολύ καλό λάδι, και μάλιστα πληθώρα ποικιλιών». Δεκαέξι ελαιόλαδα έχει στο μενού, τα περισσότερα τα χρησιμοποιεί ωμά. Ο σερβιτόρος φέρνει μια φιάλη με κάθε πιάτο και το παρουσιάζει. Αναφέρει ποικιλία, χαρακτηριστικά και το σερβίρει ωμό πάνω από το φαγητό, για να βγάλει όλα όσα χάνει στο μαγείρεμα, το ντελικάτο άρωμα, τα πικρά και τα φρουτώδη. Μαζί με το ψωμί φέρνει κορωνέικο ελαιόλαδο από το Ηράκλειο. Στο μοσχαρίσιο ταρτάρ βάζει λάδι ποικιλίας Τσουνάτης. Στα σπαράγγια με τόνο βάζει ποικιλία Μάκρης, στο ραβιόλι με σκορπίνα προσθέτει ένα της ποικιλίας Ολυμπία, κ.ο.κ. Το πιάτο γίνεται κάτι άλλο, με εντάσεις και οξύτητες. Αν και η Σαντορίνη δεν έχει παραγωγή, διαθέτει πρόσφορο έδαφος για να αναδειχθεί το ελαιόλαδο ως μπουτίκ προϊόν, όπως μπουτίκ είναι το συνολικό τουριστικό προϊόν που προσφέρει. Μήπως να βάζαμε λίγο περισσότερο ελαιόλαδο;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή