Καυστικές επιθέσεις εναντίον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εξαπέλυσε ο Ντόναλντ Τραμπ λίγες ώρες πριν από προγραμματισμένη συνάντησή του στον Λευκό Οίκο με προσωπικότητες του ψηφιακού κόσμου από τον συντηρητικό χώρο. «Οι ψευδείς ειδήσεις δεν είναι τόσο σοβαρό πρόβλημα σήμερα, ούτε έχουν τόσο σοβαρή επιρροή όσο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», έγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος στο Twitter, επεξηγώντας: «Ενα από τα κεντρικά αντικείμενα της σημερινής συνάντησης θα είναι η τρομερή ανεντιμότητα, η προκατάληψη, οι διακρίσεις και η καταστολή απόψεων από ορισμένες εταιρείες». Ο Ντόναλντ Τραμπ αξιοποίησε στο έπακρο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην προεκλογική εκστρατεία του το 2016 και ο προσωπικός λογαριασμός του στο Twitter περιλαμβάνει πάνω από 61 εκατομμύρια ακολούθους. Τελευταία, όμως, καταλογίζει στο Facebook, στο Twitter και στην Google προκατάληψη εναντίον του, ανισότιμη μεταχείριση των Ρεπουμπλικανών και μεροληπτική παρουσίαση των διαφορετικών απόψεων για σειρά ζητημάτων, από τις αμβλώσεις μέχρι το μεταναστευτικό. Τα τρία μεγαθήρια της ψηφιακής οικονομίας δεν είχαν προσκληθεί στη χθεσινή συνάντηση.
Στο μεταξύ, ο υπουργός Εργασίας Αλεξ Ακόστα φαίνεται πως διέσωσε, προς ώρας, τη θέση του, ύστερα από μια τηλεοπτική συνέντευξη Τύπου όπου έδωσε εξηγήσεις για την πολύκροτη υπόθεση του δισεκατομμυριούχου παιδεραστή Τζέφρι Επσταϊν. Ο Ακόστα είχε δεχθεί σωρεία επικρίσεων επειδή, ως γενικός εισαγγελέας Νότιας Φλόριντα, το 2008 είχε κλείσει εξωδικαστική συμφωνία με τον Επσταϊν, με την οποία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης μόλις 13 μηνών. Στη συνέντευξη Τύπου, ένας ψύχραιμος, ήρεμος και μεθοδικός Ακόστα υποστήριξε ότι ο συμβιβασμός αυτός ήταν η μόνη διαθέσιμη λύση που εξασφάλιζε τη φυλάκιση του Επσταϊν, καθώς τα θύματά του αρνούνταν, λόγω φόβου και τραυματικών εμπειριών, να καταθέσουν. Οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου έμειναν ευχαριστημένοι από τις εξηγήσεις του, οι Δημοκρατικοί δεν πείστηκαν, αλλά ο τελευταίος λόγος ανήκει στον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος δεν έχει καταστήσει σαφείς τις προθέσεις του.