«Αν μας πρόφταναν, σίγουρα θα σκότωναν κι εμάς»

«Αν μας πρόφταναν, σίγουρα θα σκότωναν κι εμάς»

2' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Δεν ήξερα πού είμαστε. Η μάχη στο γήπεδο της πόλης ήταν άνιση. Πώς μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε τόσο στρατό; Η Εθνική Φρουρά του μικρού μας κράτους, ένα μικρό νησί όλο κι όλο, μπροστά στον τουρκικό στρατό οπλισμένο με τα πιο σύγχρονα όπλα του ΝΑΤΟ. Μας πετσόκοψαν, σήμανε υποχώρηση. Από το λόχο μας ίσως μόνο εμείς είμαστε οι ζωντανοί, εφτά σύντροφοι όλοι κι όλοι! Μπήκαμε σε ένα από τα τελευταία σπίτια της μικρής πόλης, εκεί που άρχιζε το βουνό. Ηταν άδειο, οι ένοικοί τους είχαν ήδη φύγει για να γλιτώσουν. Ημαστε σε κακά χάλια, μπαρουτοκαπνισμένοι, οι στρατιωτικές μας στολές με τα αίματα των σκοτωμένων συντρόφων μας. Αν μας πρόφταναν, σίγουρα θα σκότωναν και εμάς. Βγάλαμε τα στρατιωτικά, ανοίξαμε τα ερμάρια του σπιτιού, φορέσαμε άσπρες φανέλες, πουκάμισα, ό,τι βρήκαμε. Ψάξαμε για κοντά παντελόνια. Βρήκα ένα τζιν μακρύ, το έκοψα με ένα μαχαίρι και το έφερα μέχρι το γόνατο. Κάτω στο δρόμο είδαμε να προχωρούν τούρκικα τανκ στολισμένα με κόκκινες σημαίες. Θεέ μου, πόσο αίμα! Κάποιος είπε πως έπρεπε να πάμε προς το βουνό και ο Θεός βοηθός και αρχίσαμε να το ανεβαίνουμε. Η πρώτη ανάσα ανακούφισης ήταν όταν είδαμε σε ένα πλάτωμα να κυματίζει η γαλάζια σημαία των Ηνωμένων Εθνών. Δρόμος υπήρχε, μα φοβηθήκαμε να τον περπατήσουμε. Πλησιάσαμε σκαρφαλώνοντας από τα βράχια. Στο πλάτωμα ήταν ένα δυο σπίτια και πολλά δέντρα γύρω. Κάτω από τα δέντρα κόσμος και αυτοκίνητα. Κάποιος μας πρόσεξε. Καρδιοχτυπήσαμε. Μας ρώτησε στα αγγλικά αν είμαστε στρατιώτες. Αρνηθήκαμε. Κούνησε το κεφάλι κάνοντας πως μας πίστεψε. “Ελάτε! Εδώ είναι απόσπασμα των Ηνωμένων Εθνών. Φιλανδοί στρατιώτες και Αυστριακοί αστυνομικοί”, μας είπε. Ηταν μεσημέρι και όλοι έτρωγαν, χρησιμοποιώντας και τα χέρια. “Καλύτερα να μην πάτε να ζητήσετε φαγητό τώρα. Πηγαίνετε να πλυθείτε”, μας είπε δείχνοντας κάτω από ένα δέντρο μια βρύση που ήταν βιδωμένη πρόχειρα σε μια σωλήνα. Πλυθήκαμε, ήπιαμε νερό όσο δεν έπαιρνε. Γύρω μας ακούσαμε να μιλούν αγγλικά, γαλλικά, ίσως και γερμανικά, οι περισσότεροι όμως ήταν δικοί μας, Ελληνες. Ανθρωποι της μικρής πόλης που είχαν τα σπίτια τους στις πρώτες ανηφόρες του βουνού. (…) Σηκώθηκε κουρνιαχτός και πολλά αυτοκίνητα φάνηκαν στον δρόμο να πλησιάζουν. Στα δύο ανέμιζαν οι γαλάζιες σημαίες των Ηνωμένων Εθνών, αλλά τα υπόλοιπα ήταν με τις κόκκινες τουρκικές σημαίες. Παγώσαμε και όλος ο κόσμος αρχίσαμε να μαζευόμαστε μπροστά τους σε κάποια απόσταση, μέχρι που ο ένας μπορούσε να ακούσει το καρδιοχτύπι του διπλανού του».

Η παραπάνω μαρτυρία (απόσπασμα από το πεζό «Οι κάλτσες» της Ρήνας Κατσελλή) προέρχεται από το τελευταίο τεύχος του περιοδικού «δέκατα» (φωτ.), το οποίο περιλαμβάνει εκτενές αφιέρωμα στην Κύπρο και στη λογοτεχνία της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή