«Πάντα μου άρεσε το μακάβριο»

«Πάντα μου άρεσε το μακάβριο»

3' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το όνομά της οι περισσότεροι Ελληνες βιβλιόφιλοι δυσκολεύονται να το προφέρουν, η Ιρσα Σιγκουρδαρντότιρ όμως έβαλε το ισλανδικό crime thiller σε περίοπτη θέση στα ράφια των εγχώριων βιβλιοπωλείων. Αυτή ήταν και η αφορμή, σχεδόν 30 χρόνια μετά την πρώτη της επίσκεψη στην Ελλάδα ως νεαρό κορίτσι, να ξαναβρεθεί στην Αθήνα, για να γνωρίσει και να συνομιλήσει με τους αναγνώστες της.

«Μου άρεσε όταν έμαθα ότι τα βιβλία μου θα κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα», λέει στην «Κ». «Είναι εκπληκτικό που μεταφράζονται σε άλλες γλώσσες και κυκλοφορούν σε τόσες χώρες, είναι περισσότερο απ’ ό,τι ήλπιζα όταν άρχισα να γράφω. Προσπαθώ όμως να μην το σκέφτομαι πολύ, γιατί πιστεύω ότι είναι καλό να γράφεις για το αρχικό κοινό σου. Πρέπει να επιλέξεις μια ομάδα και να γράψεις γι’ αυτούς και να ελπίζεις ότι θα αρέσει και σε άλλους».

Γεννήθηκε στο Ρέικιαβικ. Ηταν βιβλιοφάγος και ονειρευόταν να γίνει αστρονόμος – η μητέρα της είναι η πρώτη κάτοχος PhD στα μαθηματικά στην Ισλανδία και της εμφύσησε την αγάπη για την επιστήμη. Εγινε τελικά μηχανικός, επάγγελμα που ασκεί έως σήμερα, διότι, όπως λέει, «όταν ολοκληρώνω ένα βιβλίο, νιώθω ένα αίσθημα ικανοποίησης, αλλά μόνο για εκείνη την ημέρα που το τελειώνω, ενώ θέλω πιο συχνά να αισθάνομαι ότι πέτυχα κάτι».

«Πάντα μου άρεσε το μακάβριο»-1

Τα πρώτα της βιβλία ήταν παιδικά. Ηταν λίγο μετά τα 30 της και ο γιος της ήταν 8 ετών. Παρότι η ίδια ήταν φανατική αναγνώστρια, εκείνος δεν άνοιγε βιβλίο και την ανησυχούσε αυτό. Τα ισλανδικά βιβλία για παιδιά της εποχής τα έβρισκε βαρετά και διδακτικά. Σκέφτηκε λοιπόν να γράψει η ίδια τα διασκεδαστικά βιβλία που πίστευε ότι θα έκαναν τον γιο της να αγαπήσει το διάβασμα. Τελικά δεν κατόρθωσε ούτε με αυτόν τον τρόπο να του εμφυσήσει τη φιλαναγνωσία –το πέτυχε χρόνια αργότερα, όταν άρχισε να τον… πληρώνει μεροκάματο, για να διαβάζει και να της κάνει κριτική για διάφορα βιβλία που η ίδια έπρεπε να γνωρίζει αλλά δεν προλάβαινε να διαβάσει–, έγινε όμως γνωστή και δημοφιλής συγγραφέας στη χώρα της και στο εξωτερικό. Εγραψε πέντε βιβλία για παιδιά, σταμάτησε ωστόσο όταν το τελευταίο της έλαβε το ισλανδικό βραβείο παιδικού βιβλίου, παρότι η ίδια το θεωρούσε το χειρότερο από όλα.

Εκανε ένα διάλειμμα δύο ετών και, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί και πάλι με τη συγγραφή, στράφηκε στα crime thriller, επειδή, απλά, αυτό το είδος τής άρεσε να διαβάζει. «Σκέφτηκα ότι το καλύτερο που θα είχα να κάνω είναι να γράψω ένα βιβλίο που θα εκτιμούσα ως αναγνώστρια». Συνήθως παίρνει αφορμή για μια ιδέα από κάτι απλό. Πριν από μερικά χρόνια, ένας αναγνώστης τής έστειλε τη φωτογραφία μιας κούκλας που είχε πιαστεί στα δίχτυα ψαράδων –την έχει ακόμη μαζί της, τη βγάζει από το πορτοφόλι της και μου τη δείχνει– προκαλώντας την να αναρωτηθεί γιατί κάποιος θα μπορούσε να σκοτώσει γι’ αυτή. Ηταν μία από τις ιδέες που γέννησαν το πέμπτο βιβλίο της, που ακόμη δεν έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά – τα βιβλία της «DNA» και «Το μήνυμα» κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Η επιλογή των κεντρικών ηρώων έγινε προσεκτικά. Ηθελε να έχει έναν ή μία αστυνομικό, αλλά όχι τον τυπικό ελαττωματικό ντετέκτιβ που συναντάμε συχνά στο nordic noir, που έχει κατάθλιψη και είναι αλκοολικός. «Αυτό έχει γραφτεί πολύ καλά από πολλούς συγγραφείς, αλλά ως γυναίκα δεν μου φαινόταν ελκυστικό», λέει. «Ηθελα λοιπόν να είναι ένας φυσιολογικός άντρας, αλλά όχι και τέλειος. Ηθελα και μια γυναίκα σε πρωταγωνιστικό ρόλο, για ισορροπία, κι εκεί μπήκε η Φρέγια. Το ισλανδικό αστυνομικό σώμα είναι ανδροκρατούμενο, μόνο 14% των αστυνομικών είναι γυναίκες, πρόσφατα έγινε αρχηγός μια γυναίκα για πρώτη φορά. Γι’ αυτό δεν έμοιαζε σωστό να είναι και οι δύο αστυνομικοί. Εχω γράψει πέντε βιβλία γι’ αυτούς και ακόμη μου αρέσουν ως χαρακτήρες, θα υπάρξουν λοιπόν τουλάχιστον έξι και μετά βλέπουμε».

Της αρέσει να γράφει τις βραδινές ώρες και δεν χρειάζεται ησυχία ή ειδικές συνθήκες· δεν την πειράζει αν τη διακόψουν, μπορεί να γράψει παντού, προτιμά να μην το κάνει σε αεροδρόμια, αεροπλάνα και σε ξενοδοχεία. Εχει δε και ένα… μυστικό: «Εχω έναν καναπέ μπροστά από την τηλεόραση και μου αρέσει να παίζουν ταινίες τρόμου όσο γράφω. Δεν παρακολουθώ, αλλά δημιουργούν την κατάλληλη ατμόσφαιρα, γιατί κάθε φορά που σηκώνω το κεφάλι βλέπω να συμβαίνει κάτι τρομερό. Οταν έγραφα το “DNA” “είδα” πέντε σεζόν της σειράς “The Walking Dead”».

Συζητάμε ήδη αρκετή ώρα και παρατηρώ ότι δεν χάνει ευκαιρία να χαμογελά, δείχνει ευχάριστος και χαρούμενος άνθρωπος. Από πού πηγάζουν όλη αυτή η σκοτεινιά και η φρίκη που ποτίζουν τα βιβλία της; «Πάντα μου άρεσαν η σκοτεινιά και το μακάβριο. Ως παιδί μού άρεσαν οι ιστορίες για φαντάσματα και μούμιες.

Δεν χρειάστηκε λοιπόν να ψάξω πολύ. Κάποτε μου είπε κάποιος ότι είχε παρατηρήσει ότι οι συγγραφείς θρίλερ είναι χαμογελαστοί και ευτυχείς και όσοι γράφουν χιουμοριστικά είναι θλιμμένοι. Πιστεύω λοιπόν ότι οι πρώτοι ξεφορτώνονται τα αρνητικά συναισθήματα και τις σκέψεις και τους μένει το χαμόγελο και η χαρά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή