Ενα σκληρό όνειρο, επιφανειακά αστείο

Ενα σκληρό όνειρο, επιφανειακά αστείο

4' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Βίλχελμ Μπους υπήρξε μία πολυσχιδής καλλιτεχνική φύση που παρέμενε άγνωστος στην ελληνική εκδοτική σκηνή. Γερμανός ποιητής, ζωγράφος και ευθυμογράφος του 19ου αιώνα, θεωρείται πρωτοπόρος των κόμικς με τη σύγχρονη μορφή τους. Ωστόσο, ασχολήθηκε και με τον πεζό λόγο. «Το Ονειρο του Εδουάρδου» (μτφρ. Γιάννη Κοιλή, εκδ. Γαβριηλίδης, 2019) είναι ένα από τα ελάχιστα πεζογραφήματά του και το πρώτο βιβλίο από το έργο του που εκδίδεται στα ελληνικά.

Ο Εδουάρδος είναι ένας ήσυχος οικογενειάρχης. Ενα βράδυ, μετά τα μεσάνυχτα, προσπαθεί να κοιμηθεί αλλά δεν είναι εύκολο. Οταν το καταφέρνει, βρίσκει τον εαυτό του να μεταμορφώνεται σε ένα σημείο, μία κουκκίδα χωρίς διαστάσεις αλλά με ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Αρχίζει τότε να πετά. Από το ένα μέρος στο άλλο, από τη Γη στο Διάστημα και μετά στο κενό και πάλι πίσω με την ευκολία της Αλίκης του Λιούις Κάρολ. Θα επισκεφθεί μία αριθμητική πόλη, μετά ένα μαθηματικό πεδίο, από εκεί θα βρεθεί σε μια πολιτεία γεμάτη ανθρώπινα άκρα, και μετά σε ένα φιλικό χωριουδάκι που δέσποζε στη μέση πολλών αγρών χωρισμένων σε ομοιόμορφα τετραγωνάκια. Τέλος, σε ένα όμορφο αγρόκτημα και στα τριγύρω σπίτια. Σε όλα αυτά τα μέρη, ο Εδουάρδος θα συναντήσει πολλές περίεργες καταστάσεις, πολλούς τύπους ανθρώπων και θα μπει σε διάφορες περιπέτειες από τις οποίες φεύγει αμέσως, πετώντας.

Ο Βίλχελμ Μπους εγκατέλειψε τις σπουδές μηχανολογίας το 1851, λίγο πριν από το πτυχίο, και ακολούθησε την κλίση του με σπουδές στην Ακαδημία Τέχνης του Ντίσελντορφ, κατόπιν στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αντβέρπ και πολύ αργότερα στο Μόναχο. Οταν, μία δεκαετία μετά τη λήξη των σπουδών του, ασχολήθηκε εντατικά με τη ζωγραφική, ήταν ήδη δημοφιλής από τα κόμικς που δημιούργησε το 1865 για βιοπορισμό – το Max und Moritz, με μόνο επτά επεισόδια, έγινε αμέσως επιτυχία και αποτελεί μέχρι και σήμερα κλασικό παιδικό ανάγνωσμα στην Γερμανία, αλλά και διεθνώς. Εκτός από τους ανατρεπτικούς στίχους, που έγραψε ο ίδιος, και τη βίαιη παιδικότητα που απεικονίζει, το κόμικς αυτό θεωρείται πρωτοπόρο και για έναν άλλο λόγο: σε αντίθεση με τα απλά σχέδιά του και την τάση που επικρατούσε εκείνη την εποχή («παγωμένοι» χαρακτήρες σε μία κίνηση), ο B. Μπους μπορούσε να μεταδώσει τις πιο περίπλοκες εκφράσεις και τις πιο εφήμερες κινήσεις με ελάχιστες διάσπαρτες γραμμές.

Την ίδια κίνηση και ζωντάνια έχει και «Το Ονειρο του Εδουάρδου». Οσο περισσότερο διαβάζει κανείς τη νουβέλα τόσο περισσότερο διαπιστώνει πόσο ασυνήθιστα πρωτότυπη και εμπνευσμένη είναι – ο Γερμανός συγγραφέας παίζει ανελέητα με τις παραδοσιακές φόρμες, δομές, εικόνες, μυθοπλαστικά θέματα και αφηγηματικό ύφος. Χρησιμοποιεί καρικατούρες ανθρώπων και ρυθμό σλάπστικ για να σχολιάσει το παράλογο και την αγριότητα της ανθρώπινης επιβίωσης. Και στον μικρό χώρο ελευθερίας που δημιουργεί το όνειρο εκφράζει όλα εκείνα που τον ενοχλούν ή τον προσβάλλουν – οι χωρικοί που απεικονίζει με τις λέξεις του δεν έχουν καμία ευαισθησία και η ζωή στην ύπαιθρο χαρακτηρίζεται από την έλλειψη κάθε συναισθήματος. Η δημιουργική γραφή στο απόγειό της.

Οταν πρωτοδημοσιεύθηκε ωστόσο, το 1891, οι κριτικοί την επέκριναν για το συγκεκριμένο ύφος. Υπήρξαν, όμως, κι εκείνοι που τη θεώρησαν το αποκορύφωμα της καριέρας του Β. Μπους – ένας εκδότης της εποχής, για παράδειγμα, σχολίασε πως το αφηγηματικό ύφος του δεν έχει όμοιό του στη (μέχρι τότε) σύγχρονη λογοτεχνία. Πράγματι. Αντί για τη γραμμική αφήγηση, η νουβέλα αποτελείται από μικρά επεισόδια που συνθέτουν ένα μεγαλύτερο το οποίο συνδέεται με το επόμενο και ούτω καθεξής – η διαδοχική τέχνη με estampes en littérature. Υπάρχουν, επίσης, δύο αφηγητές και αλλάζει σβέλτα τις φωνές τους ενώ συνδέει τον ενύπνιο χρόνο του Εδουάρδου με την πραγματικότητά του με ένα απλό ροχαλητό! Κι επιπλέον, ενσωματώνει το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου και συνομιλεί με τον αναγνώστη εφιστώντας την προσοχή του σε διάφορες συμβάσεις της αφήγησης – μεταμυθοπλασία πριν από τη Βιρτζίνια Γουλφ και τον Κερτ Βόνεγκατ.

O Β. Μπους γράφει με εξαιρετική λιτότητα και σφιχτά αρμολογημένη, πλούσια, γλώσσα –κάτι που η μετάφραση αφήνει να αναδυθεί με μεστό και αβίαστο τρόπο– και δίνει μια λεπτομερή και σαφή εικόνα της πόλης, του χωριού και των ανθρώπων τους – ποικιλόμορφοι τύποι οικείων ή εξωτικών ανθρώπων κι εννοιών, φιλόσοφοι και πολιτικοί, καλλιτέχνες και κριτικοί, διάβολοι και άγγελοι, λυτρωτές και τιμωροί. «Ενας κόσμος που μοιάζει χυλός» και ο οποίος μου έδωσε την εντύπωση μιας πιο ρεαλιστικής, εξανθρωπισμένης εκδοχής του «Κήπου των Επίγειων Απολαύσεων» του Ιερώνυμου Μπος.

Το βιβλίο είναι μια εξαιρετικά φροντισμένη έκδοση που χωρίζεται σε τέσσερα μέρη τα οποία αλληλοσυμπληρώνονται. Εκτός από την ομότιτλη νουβέλα, υπάρχει το «Οσο για μένα», ένα δεύτερο πεζό του Γερμανού συγγραφέα όπου αυτοβιογραφείται με μία απολαυστική διήγηση, καθόλου ανατρεπτική αυτή. Ακολουθεί η ενότητα με τα σχόλια του μεταφραστή και της Μαρίας Τσατήρα – ονομάζονται Ατακτα και είναι ακριβώς αυτό: διάφορα σχόλια, χωρίς άμεση παραπομπή από το διήγημα, που διαφωτίζουν το βασικό αφήγημα του βιβλίου και τη ζωή του συγγραφέα. Τέλος, το επίμετρο του Νικήτα Σινιόσογλου εμβαθύνει στη λεγόμενη μοχθηρία του Μπους και προσδίδει επιπλέον ρεαλιστικές διαστάσεις στη νουβέλα αλλά και στη ζωή του συγγραφέα που εκτείνονται μέχρι το δικό μας σήμερα.

«Το Ονειρο του Εδουάρδου» είναι εντέλει ένα πεζογράφημα αστείο και ακίνδυνο μόνο επιφανειακά. Σκληρό και επώδυνο στην πραγματικότητα, όπως πρέπει σε μία δηκτική μελέτη του ανθρώπου, ιδίως εκείνης της εποχής· ένα παιγνιώδες κι οξυδερκές κείμενο με συναισθηματικό βάθος που απηχεί και τις δύο όψεις μας – την ενήλικη και την παιδική με εξίσου ίδια ωριμότητα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή