Aνάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι

Aνάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι

3' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΑΡΝΟΛΝΤ ΜΠΕΝΝΕΤ

Θαμμένος ζωντανός. Μια ιστορία

του καιρού μας

μτφρ.: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

επίμετρο: Ελένη Κεχαγιόγλου

εκδ. Πατάκη (σειρά sub rosa), σελ. 318

Ο Βρετανός συγγραφέας Αρνολντ Μπέννετ (1867-1931) ανήκει στην «εδουαρδιανή» εποχή της αγγλικής λογοτεχνίας (περίοδο της βασιλείας του Εδουάρδου Ζ΄, 1901-1910). Το μυθιστόρημα «Θαμμένος ζωντανός. Μια ιστορία του καιρού μας» (1908) εμβαθύνει στο πώς ο Τύπος μπορεί να καθορίσει την οπτική μεταξύ του είναι και του φαίνεσθαι μιας προσωπικότητας.

Η Βιρτζίνια Γουλφ, συγγραφέας του κινήματος του Μοντερνισμού των αρχών του 20ού αιώνα, είχε κατηγορήσει τον Μπέννετ για τους ρηχούς μυθιστορηματικούς χαρακτήρες του. Ωστόσο, διαφαίνεται στον Μπέννετ ένας πειραματισμός με τη θεατρικότητα του κειμένου στην παράδοση της «Κωμωδίας των παρεξηγήσεων» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ και της «Σημασίας του να είσαι σοβαρός» του Οσκαρ Ουάιλντ μέσα από τη ζωντανή σάτιρα των τρισδιάστατων χαρακτήρων του που καθιστά τον αναγνώστη θεατή.

Ο «Θαμμένος ζωντανός» του Μπέννετ είναι ο Λονδρέζος ζωγράφος Πρίαμ Φαρλ. Διάσημος τόσο στην Αγγλία όσο και διεθνώς, ο συνεσταλμένος Φαρλ σπανίως υπογράφει τα έργα του, που διακρίνονται όμως για το αναγνωρίσιμο ύφος τους. Η φυσιογνωμία του παραμένει άγνωστη στο κοινό του. Ζει και εργάζεται ινκόγκνιτο. Εκμεταλλευόμενος τον αιφνίδιο θάνατο του μοναδικού και πιστού του υπηρέτη Χένρι Λικ, ο Φαρλ αυθόρμητα υιοθετεί την ταυτότητα του νεκρού, ωθούμενος από την έντονη επιθυμία του να εξασφαλίσει μια ζωή χωρίς δημοσιότητα.

Μια αλυσίδα τραγελαφικών καταστάσεων ακολουθεί. Η εφημερίδα Daily Record, κατόπιν έρευνας στα προσωπικά έγγραφα του Φαρλ, ανακαλύπτει και δημοσιεύει αντίγραφο της διαθήκης του. Ο καλλιτέχνης αφήνει σημαντική δωρεά για την ανέγερση μιας Πινακοθήκης Μεγάλων Ζωγράφων. Η εφημερίδα οδηγεί τις εξελίξεις ώστε ο νεκρός ζωγράφος να κηδευτεί με εθνικές τιμές στο αββαείο του Ουεστμίνστερ. Εκεί θα μεταβεί ο Φαρλ προκειμένου να παρακολουθήσει την υποτιθέμενη κηδεία του. Οι λυγμοί από το κλάμα του γίνονται τόσο δυνατοί, με αποτέλεσμα να τον πετάξει έξω από τον ναό η αστυνομική φρουρά.

Η πλοκή διέπεται από τη λεπτή ειρωνεία της πένας του Μπέννετ. Σε ένα ραντεβού γνωριμίας που προοριζόταν για τον υπηρέτη του, ο Φαρλ θα συναντήσει τη χήρα Αλις Τσάλις και πολύ γρήγορα θα την παντρευτεί. Ο Φαρλ αδυνατεί να εκμυστηρευθεί στη γυναίκα του την αληθινή του ταυτότητα. Ως Λικ ξεκινά να ζωγραφίζει στη σοφίτα του σπιτιού τους για να κερδίσει χρήματα από τη δουλειά του. Η Αλις τον παρακολουθεί με ανάμεικτα συναισθήματα απορίας και συγκατάβασης, εκλαμβάνοντας τη δραστηριότητά του αυτή ως ιδιορρυθμία. Το επίθετο της γυναίκας του Φαρλ (Chalice σημαίνει «δισκοπότηρο» στα αγγλικά) παραπέμπει στο αίσιο τέλος της ιπποτικής αναζήτησης που είναι η εύρεση του Ιερού Δισκοπότηρου. Πράγματι, η Αλις για τον Φαρλ αντιπροσωπεύει την εξιδανίκευση της απλής, ήσυχης ζωής που ο ίδιος αναζητεί.

Aνάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι-1

Η ανατροπή

Κάποια στιγμή, θα εισβάλει στο σπίτι τού ευτυχισμένου ζεύγους η πραγματική γυναίκα του Λικ, την οποία ο υπηρέτης είχε εγκαταλείψει για πάνω από 30 χρόνια. Μαζί με τους τρεις γιους της κατηγορεί τον ανυποψίαστο Φαρλ για διγαμία. Η Αλις με ψυχραιμία θέτει το δίλημμα στα αδέλφια, που είναι κληρικοί καριέρας, να αποκτήσουν έναν πατέρα που βρίσκεται στη φυλακή. Κατόπιν τούτου, οι εισβολείς αποχωρούν.

Ο Φαρλ, έχοντας μια ουσιαστική σχέση με την τέχνη που εκπηγάζει από το γνήσιο ταλέντο του, δίνει την αίσθηση ενός ειλικρινούς, αυθεντικού ανθρώπου. Ο Μπέννετ χρησιμοποιεί τον χαρακτήρα του για να καυτηριάσει το Λονδίνο στην αυγή του 20ού αιώνα. Ο ζωγράφος ξεσκεπάζει την υποκρισία της κοσμικότητας, των εκκλησιαστικών παραγόντων και των συστημάτων εμπορικών συναλλαγών. Για παράδειγμα, καλεσμένος του κυρίου Οξφορντ, λαμπρού ντίλερ τέχνης, ο Φαρλ δειπνεί σε μια λονδρέζικη λέσχη με θαμώνες της επιχειρηματίες. Στα μάτια του Φαρλ μοιάζουν με νάνους που περιφέρονται στις γιγαντιαίες, αριστοκρατικής αρχιτεκτονικής σάλες μιας παλαιότερης ευγενούς εποχής. Επίσης, βλέπει τους ταμίες μιας τράπεζας ως ζώα σε κλουβιά, αμειβόμενους πενταροδεκάρες – περισσεύματα των μεγαλομετόχων. Και στο εντυπωσιακό φινάλε της αποκάλυψης της πραγματικής ταυτότητας του Φαρλ, το δικαστήριο παρομοιάζεται με θεατρική παράσταση κωμωδίας, όπου οι ακριβοπληρωμένοι νομικοί και δημοσιογράφοι πρωταγωνιστούν στο να περιπλέκουν αδίστακτα τα στοιχεία της υπόθεσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή