Η απατηλή «φυσικότητα» της γοητευτικής μουσικής του Σοπέν

Η απατηλή «φυσικότητα» της γοητευτικής μουσικής του Σοπέν

2' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για ένα ακόμη ρεσιτάλ επέστρεψε φέτος στο Ιδρυμα Θεοχαράκη ο 26χρονος Ισραηλινός πιανίστας Μάταν Φίσοφ. Στις 10 Οκτωβρίου το πρόγραμμά του ήταν αποκλειστικά αφιερωμένο στη μουσική του Φρεντερίκ Σοπέν και περιλάμβανε τις τέσσερις Μπαλάντες, δύο από τα Νυχτερινά (έργο 9, αρ. 2 και έργο 15, αρ. 3), καθώς επίσης την Πολωνέζα σε μι ύφεση ελάσσονα (έργο 26, αρ. 2). Πέρα και πάνω από τις τεχνικές δυσκολίες, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν είναι αμελητέες, η μουσική του Σοπέν θέτει στον πιανίστα ερμηνευτικές προκλήσεις που απαιτούν ξεχωριστή αίσθηση της συγκεκριμένης γραφής. Τα στοιχεία που δίνουν εκφραστικότητα στη μουσική του Πολωνού είναι όσα βρίσκονται ανάμεσα στις νότες, οι «κλεμμένοι» χρόνοι πριν και μετά από αυτές, ο επιπλέον τονισμός του ενός ή του άλλου φθόγγου, η πλαστικότητα μιας τρίλιας.

Απαιτείται ισορροπία ανάμεσα στην ακρίβεια των απαιτήσεων του μουσικού κειμένου και στην ελευθερία του χειρισμού του. Ο Φίσοφ φάνηκε αρκετά αγχωμένος από την αρχή, μάλλον διστακτικός και αβέβαιος, γεγονός που δεν του επέτρεψε να αποδώσει όσο καλά θα ήθελε, τεχνικά και εκφραστικά, το απαιτητικό πρόγραμμα.

Λίγες ημέρες νωρίτερα είχαν ολοκληρωθεί οι μουσικές βραδιές του προγράμματος «Curtis on tour» στη Γεννάδειο. Στις 20 Σεπτεμβρίου τέσσερις ξεχωριστοί μουσικοί ερμήνευσαν έργα από ένα ευρύ φάσμα, καθώς το πρόγραμμα που είχε αναγγελθεί ανατράπηκε. Αντί για την από κάθε άποψη σημαντική Σονάτα για βιολί και τσέλο του Ραβέλ, προτάθηκε μια πυκνή ακολουθία κομματιών μικρής διάρκειας, που ενδείκνυνται μάλλον ως εκτός προγράμματος ευχαριστία προς το κοινό, παρά ως μέρος συναυλίας. Ακούστηκαν το τραγούδι «Ωραία βραδιά» του Ντεμπισί σε μεταγραφή, η «Σπουδή σε μορφή Χαμπανέρας» του Ραβέλ, η «Ελεγεία» του Φορέ, το αργό μέρος από τη Σονάτα για τσέλο και πιάνο σε σολ ελάσσονα του Σοπέν και η «Πασακάλια» του Χέντελ στη μεταγραφή της από τον Γιόχαν Χάλβορσεν. Από τις ερμηνείες ξεχώρισε το ταλέντο του νεαρότατου τσελίστα Τσέις Παρκ, κυρίως για τη διόλου αυτονόητη τονική ακρίβεια και για τον μεστό ήχο που παρήγαγε. Η ερμηνεία του στην «Ελεγεία» όπως και στο αργό μέρος της Σονάτας του Σοπέν ανήκαν στις πιο ποιητικές στιγμές της βραδιάς.

Το πρόγραμμα ξεκίνησε με τις δεξιοτεχνικές «Παραλλαγές» του Μπετόβεν, που ερμήνευσε ο Παρκ σε συνεργασία με την Τζάνις Καρίσα, την ταλαντούχα πιανίστρια από την Ινδονησία, η οποία εγκαινίασε τις φετινές συναυλίες στη Γεννάδειο. Σε συνεργασία με την Ελίσα Λι Κόλχονεν, οι τρεις τους έκλεισαν το πρόγραμμα με μια υποδειγματική ερμηνεία στο δεύτερο Τρίο, σε ντο ελάσσονα έργο 66 του Μέντελσον.

Εκτιμήθηκαν η ακρίβεια, ο συντονισμός, αλλά κυρίως η απόδοση του ιδιαίτερου ύφους της μουσικής: υπήρχε πάθος που δεν εκτρεπόταν σε βίαιες εκρήξεις, ενώ η διάθεση αλάφραινε μέσα από διατυπώσεις διάφανες και αβαρείς, τόσο χαρακτηριστικές του Μέντελσον. Νωρίτερα η Κόλχονεν μαζί με τον πιανίστα Μίκαελ Ελίασεν απέδωσε μάλλον αδιάφορα το λυρικό τραγούδι του Ντεμπισί και τη «Χαμπανέρα» του Ραβέλ, ενώ συνεργαζόμενη με τον Παρκ ερμήνευσε εντυπωσιακά τη δεξιοτεχνική «Πασακάλια» του Χέντελ. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή