Η γυναίκα που τα βάζει με τη Silicon Valley

Η γυναίκα που τα βάζει με τη Silicon Valley

3' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με μία υπογραφή της, η Google αναγκάστηκε να πληρώσει περισσότερα από 9 δισεκατομμύρια δολάρια για το σπάσιμο των αντιμονοπωλιακών ευρωπαϊκών κανονισμών. Με ένα διάταγμά της, η Apple πλήρωσε απρόθυμα 14,5 δισεκατομμύρια δολάρια για τη φοροδιαφυγή που ακολουθούσε για χρόνια. Επειτα από μια ομιλία της, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ οδηγήθηκε στο να τη χαρακτηρίσει «το άτομο που μισεί τις ΗΠΑ περισσότερο από οποιονδήποτε». Η Μαργκρέτε Βεστάγκερ διήνυσε μια πραγματικά συναρπαστική πενταετία, σηκώνοντας ουκ ολίγες φορές το ρυθμιστικό της ανάστημα απέναντι στους τεχνολογικούς τιτάνες της Silicon Valley και αποκτώντας δεκάδες εχθρούς και επικριτές με κάθε της πρωτοβουλία. Σύμφωνα με την ίδια, ωστόσο, «το πραγματικό έργο μόλις ξεκινά».

Στην αποκλειστική συνέντευξη που παρείχε χθες στους New York Times, η 51χρονη Δανή πολιτικός δεν αφήνει καμία αμφιβολία. Στη δεύτερη θητεία της ως επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού της Κομισιόν, και με την πλέον εκτεταμένη ευθύνη του χαρτοφυλακίου ψηφιακής πολιτικής, η Βεστάγκερ θα αφήσει στην άκρη τις μεμονωμένες μάχες και θα περάσει στον πόλεμο. «Τα τελευταία πέντε χρόνια, μερικές σκοτεινές πλευρές των ψηφιακών τεχνολογιών έχουν αρχίσει να είναι πλέον εξόφθαλμες», ανέφερε η αντιπρόεδρος της Κομισιόν, προσθέτοντας πως οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας συνεχίζουν να δοκιμάζουν τα όρια των αντιμονοπωλιακών κανονισμών, να συμπεριφέρονται ανήθικα και να αποφεύγουν οποιαδήποτε κυβερνητική παρέμβαση. Απέναντι στον αυξανόμενο σκεπτικισμό των σύγχρονων χρηστών, η Βεστάγκερ σκοπεύει να ξεδιπλώσει μια πιο αυστηρή ρυθμιστική ατζέντα, με γνώμονα την προστασία της ιδιωτικότητας, τη διασφάλιση του ανταγωνισμού και τον εναρμονισμό των ρυθμίσεων με τις τεχνολογικές εξελίξεις που κινούνται ραγδαία.

Στην καρδιά των αλλαγών που προτείνει η Βεστάγκερ, βρίσκεται το ζήτημα της διαχείρισης των δεδομένων, τα οποία υπό μία έννοια αποτελούν το σύγχρονο «νόμισμα» της ψηφιακής αγοράς, παρότι το διεθνές νομικό πλαίσιο δεν αναγνωρίζει ακόμα αυτή την πραγματικότητα. Εκατοντάδες ατελείωτες βάσεις προσωπικών δεδομένων βρίσκονται σε υπόγειες αποθήκες της Google, του Facebook, της Amazon και της Apple, και πέρα από τα προφανή ζητήματα ιδιωτικότητας η Κομισιόν ερευνά πλέον το κατά πόσον γίνεται χρήση τους για τον πνιγμό του οποιουδήποτε ανταγωνιστή. «Μερικές πλατφόρμες επιθυμούν να έχουν τόσο τον ρόλο του παίκτη όσο και του διαιτητή», ανέφερε με το ήρεμο και παράλληλα καυστικό ύφος που τη χαρακτηρίζει η Βεστάγκερ στη χθεσινή της συνέντευξη. Με αφορμή την προσφορά της Google για εξαγορά της Fitbit –μιας εταιρείας που κατασκευάζει έξυπνες συσκευές χεριού, συλλέγοντας αναλυτικές λεπτομέρειες των χρηστών– η επίτροπος υποσχέθηκε πως από εδώ και στο εξής οι έρευνες των τεχνολογικών συγχωνεύσεων θα είναι πιο εξονυχιστικές και τα κριτήρια για τη διαχείριση δεδομένων σαφώς υψηλότερα.

Παράλληλα, η Βεστάγκερ επιθυμεί να αγγίξει δεκάδες άλλα τεχνολογικά ζητήματα που χαρακτηρίζονται από παγκόσμια ρυθμιστική οκνηρία. Κυριότεροι άξονες, σύμφωνα με τη χθεσινή συνέντευξη, είναι η εδραίωση εργασιακών δικαιωμάτων για τους συμμετέχοντες στο gig economy (οικονομία διαμοιρασμού), η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής των τεχνολογικών τιτάνων στην Ευρώπη και η οικοδόμηση ενός ρυθμιστικού πλαισίου γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη.

Υπάρχει ένα κοινό νήμα σε όλα τα ζητήματα που φέρνει στο προσκήνιο η Δανή πολιτικός: η εκθετική άνοδος των τεχνολογιών συνεπάγεται μια πλήρη έλλειψη ρυθμιστικού πλαισίου, συχνά γιατί οι κυβερνήσεις δεν κατανοούν τη φύση και το εύρος των αλλαγών. Μέχρι στιγμής, η στρατηγική της επιτρόπου ήταν η λεπτομερής έρευνα συγκεκριμένων εταιρειών με την ελπίδα του παραδειγματισμού, ωστόσο οι μακροσκελείς διαδικασίες έδιναν χρόνο στους τεχνολογικούς τιτάνες να ελιχθούν, ενώ τα πρόστιμα ωχριούν μπροστά στους γιγάντιους προϋπολογισμούς της Silicon Valley. Πλέον, η Βεστάγκερ στρέφεται προς τις a priori νομοθεσίες, με κορυφαία πρωτοβουλία το περίφημο Digital Services Act. Πρόκειται για ένα ολιστικό νομοσχέδιο το οποίο υπόσχεται να ανοικοδομήσει ριζικά το Διαδίκτυο και τη λειτουργία του.

Στην παγκόσμια αρένα της διαδικτυακής πολιτικής εξακολουθούν να επικρατούν δύο άκρα: από τη μια, το αμερικανικό μοντέλο της πλήρους εταιρικής ελευθερίας, από την άλλη, η τρομακτική κρατική χαλιναγώγηση της τεχνολογίας από την Κίνα. Και τα δύο άκρα σκιαγραφούν ένα σκοτεινό μέλλον για την οικονομία και τις κοινωνίες του κόσμου. Το στοίχημα της Βεστάγκερ είναι αν θα καταφέρει επιτυχώς να χτίσει τον ευρωπαϊκό «τρίτο δρόμο» της ψηφιακής πολιτικής.

Διαβάζοντας τη χθεσινή της συνέντευξη, αντιλαμβάνεται κανείς πως είναι διατεθιμένη να το προσπαθήσει μέχρι τελικής πτώσεως. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή