Διλήμματα της αυτο-αξιολόγησης

Διλήμματα της αυτο-αξιολόγησης

2' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πάροδος σχεδόν ενός εξαμήνου από την αλλαγή κυβέρνησης επιτρέπει την καταγραφή κάποιων πρώτων συμπερασμάτων. Η αλλαγή ψυχολογίας έχει ήδη παίξει καθοριστικό ρόλο και έχει αποκλιμακώσει τα επιτόκια δανεισμού. Εγιναν οι πρώτες δειλές επενδυτικές κινήσεις. Η ταχεία νομοθέτηση σε τομείς αιχμής είναι ένδειξη παραγωγής «πολιτικής» και έχει τύχει θετικής αποτίμησης από τους πολίτες, κρίνοντας από τις δημοσκοπήσεις. Επιπλέον, το περιεχόμενο του νομοθετικού έργου αντανακλά στοιχεία κοινής λογικής. Τέλος, η επιμονή της μείζονος αντιπολίτευσης σε πολιτικό λόγο ασύμβατο με την καινούργια πραγματικότητα δείχνει να εξαφανίζει οποιονδήποτε ουσιαστικό αντίλογο.

Οι θετικές αυτές αποτιμήσεις έχουν de facto στοιχεία προσωρινότητας. Η ψυχολογία είναι απαραίτητος παράγοντας οικονομικής ανάκαμψης, αλλά εντέλει απαιτούνται αναπτυξιακά αποτελέσματα που θα γίνουν αντιληπτά από τους πολλούς. Η νομοθέτηση προσφέρει το απαραίτητο θεσμικό και στρατηγικό πλαίσιο, αλλά δεν αλλάζει τη διοικητική καθημερινότητα από μόνη της – απαιτούνται δράσεις προς διάφορες κατευθύνσεις, για να πραγματοποιηθεί η όποια αλλαγή. Η δε αντιπολιτευτική τακτική μοιραία θα οδηγηθεί σε αναδίπλωση.

Ο εξαμηνιαίος απολογισμός, του κυβερνητικού έργου καταγράφεται θετικός σε σχέση με κυβερνήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, ωστόσο παραμένει νεφελώδης ως προς την παραγωγή χειροπιαστών ενεργειών σε επίπεδο κοινωνίας. Πώς, με αυτά τα δεδομένα, θα γίνει πράξη η υπεσχημένη αξιολόγηση, που θεωρήθηκε δείγμα μιας πιο σύγχρονης διαχειριστικής κουλτούρας;

Η εξαρχής πρωθυπουργική αναγγελία περί επιβλεπόμενου και αξιολογούμενου κυβερνητικού έργου δημιούργησε (ορθώς) προσδοκίες ως προς την κυβερνητική αποτελεσματικότητα. Οι πολίτες περιμένουν για πρώτη φορά να δουν μια κυβέρνηση να αξιολογείται ως προς το τι πέτυχε και τι όχι. Το υψηλό επίπεδο των προσδοκιών, όμως, περιείχε ένα στοιχείο αυτοπαγίδευσης: Για να αναγορευθεί αξιόπιστη η αξιολόγηση είναι πρακτικά αδύνατον όλα τα στελέχη της κυβέρνησης και όλες οι πρωτοβουλίες της να αποτιμηθούν ως επιτυχημένα.

Συνεπώς, η κυβέρνηση θα βρεθεί σύντομα μπροστά σε ένα δίλημμα. Εάν ανακοινώσει καθολική επιτυχία σε όλους τους τομείς, τότε είναι πολύ πιθανό οι θετικές αποτιμήσεις των πολιτών να κλονιστούν και ίσως αρχίσουν να αντιστρέφονται, χωρίς οι επιπτώσεις στη δημοφιλία της κυβέρνησης να μπορούν επακριβώς να εκτιμηθούν. Εάν, αντιθέτως, η κυβέρνηση ανακοινώσει απώλεια ή καθυστέρηση της επίτευξης στόχων, δηλαδή εάν προχωρήσει σε ρεαλιστική αξιολόγηση του έργου της, τότε θα βρεθεί μπροστά στην παραδοχή αποτυχίας. Το γεγονός αυτό θα αποτελέσει καύσιμο στην κριτική της αντιπολίτευσης.

Βρίσκεται, λοιπόν, η κυβέρνηση μπροστά σε αναπόφευκτη επικοινωνιακή ήττα; Οχι απαραίτητα. Ισως φανούν χρήσιμες οι πρακτικές που υιοθετούν οι διευθύνουσες ομάδες διεθνών εισηγμένων εταιρειών όταν ανακοινώνουν τα αποτελέσματά τους στις αγορές. Η εμπειρία τέτοιων ανακοινώσεων αποκαλύπτει ότι τα άσχημα νέα δεν δίνονται ποτέ απότομα στην αγορά. Οπως επίσης δείχνει ότι δεν μπορούν να «κατασκευάζονται» καλά νέα όταν αυτά δεν υπάρχουν. Αργά ή γρήγορα, η πραγματικότητα γίνεται γνωστή.

Μια πιο επιτυχημένη προσέγγιση βρίσκεται στη διαχείριση των προσδοκιών της «αγοράς» σταδιακά και προς την κατεύθυνση της αλήθειας. Η κυβέρνηση μπορεί να κερδίσει πόντους αποδεχόμενη τις όποιες αποτυχίες στην επίτευξη των στόχων της. Ετσι θα διατηρήσει μια ουσιαστική σχέση ειλικρίνειας με τους πολίτες και θα αποφύγει το πιθανό αντιπολιτευτικό κρεσέντο κριτικής. Ισως, σε κάποιους προβληματικούς τομείς ο πρωθυπουργός κερδίσει περισσότερη αξιοπιστία εάν προχωρήσει σε αντικαταστάσεις στελεχών νωρίτερα, όχι συρόμενος από αντιδράσεις των πολιτών.

Ο πρωθυπουργός έχει δείξει απτά σημάδια διαχειριστικής εμπειρίας και ειλικρινούς σχέσης με τους πολίτες. Αυτό είναι εμφανές από τα ποσοστά αποδοχής του. Φαίνεται να πιστεύει πραγματικά στην ουσιαστική αξιολόγηση και στη διαφάνεια. Το κρίσιμο σταυροδρόμι, όμως, βρίσκεται μπροστά. Και θα είναι κρίμα να θυσιαστεί η αξιοπιστία της αξιολόγησης στον βωμό αμφιβόλων επικοινωνιακών κερδών.

* Ο κ. Στέλιος Καβαδίας είναι καθηγητής της έδρας Εταιρικών Σπουδών Margaret Thatcher στο Judge Business School του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή