Η παρακαταθήκη μιας οδυνηρής δεκαετίας

Η παρακαταθήκη μιας οδυνηρής δεκαετίας

3' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς το 2009 έβαινε προς το τέλος του, όλοι πλέον είχαν αντιληφθεί πως η Ελλάδα αντιμετώπιζε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα. Η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου πιεζόταν να ανακοινώσει σκληρά δημοσιονομικά μέτρα, στα οποία προχωρούσε διστακτικά. Ωστόσο, το μέγεθος των δανειακών αναγκών του 2010, που ανερχόταν στο κολοσσιαίο ποσό των 55 δισ. ευρώ, δεν μπορούσε να αντληθεί αν δεν πείθονταν οι αγορές πως υπήρχε αποφασιστικότητα. Και δεν πείθονταν. Τα spreads ανέβαιναν καθημερινά, με αποτέλεσμα ο δανεισμός να καθίσταται δυσχερέστερος και το πρόβλημα να βαθαίνει.

Και όμως, οι πολλοί δεν είχαν πειστεί πως το πρόβλημα είχε πλέον υπαρξιακές διαστάσεις. Η αντίληψη πως ο Ελληνας δεν υπήρχε περίπτωση να δεχτεί σκληρά μέτρα παρέμενε εξαιρετικά διαδεδομένη. Η δύναμη της αδράνειας ήταν τεράστια, όπως και ο στρουθοκαμηλισμός που τρεφόταν από αυτή. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που έβλεπαν να ανατέλλει μια χρονιά μεγάλων δοκιμασιών. Και από αυτούς, κανένας ίσως δεν περίμενε πως οι δοκιμασίες θα διαρκούσαν μία δεκαετία και πως η χώρα θα έφθανε στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Δεν θα ήταν άδικο να χαρακτηρίσουμε τους Ελληνες του 2009 αφελείς. Την άγνοια κινδύνου που κυριαρχούσε τότε την καλλιεργούσαν πολιτικοί με υπέρμετρη φοβία πολιτικού κόστους, αντιστρόφως ανάλογη της αίσθησης του καθήκοντος, δημοσιογράφοι με ασυγκράτητη ροπή προς την κολακεία και τη φθηνή καταγγελία και διανοούμενοι με τερατώδη άγνοια της πραγματικότητας, αντίστοιχη σε μέγεθος με την παραφουσκωμένη τους αυτοεκτίμηση. Είναι όμως εντελώς άδικος ο ισχυρισμός που ακούγεται συχνά, πως δέκα χρόνια μετά δεν μάθαμε τίποτα. Προφανώς ούτε σοφοί γίναμε ούτε παντογνώστες. Είμαστε, όμως, κάπως πιο υποψιασμένοι και λιγότερο επιρρεπείς στη γιγαντιαία σαχλαμάρα που κυριαρχούσε τότε, με σήμα κατατεθέν τον μεταπολιτευτικό προοδευτισμό. Σε αυτό συνέβαλαν τουλάχιστον τρεις παράγοντες. Ο πρώτος ήταν η σύγκρουση με την πραγματικότητα. Την αρνηθήκαμε και την καταραστήκαμε, αλλά τελικά διαπιστώσαμε πως δεν γίνεται να την αποφύγουμε. Ο δεύτερος ήταν η διάψευση των απατηλών υποσχέσεων και η αυτοψία της (αυτ)απάτης με σφραγίδα ΣΥΡΙΖΑ. Και ο τρίτος ήταν ο απεγκλωβισμός από το σύνδρομο εφηβικού ρομαντισμού, το οποίο καλλιέργησε η Αριστερά και αναπαρήγαγε η Δεξιά.

Ηταν μια βίαιη ενηλικίωση, απαραίτητη όσο και σωτήρια, χωρίς να είναι ούτε προδιαγεγραμμένη ούτε αναπόφευκτη. Τα σημάδια της, όμως, είναι ορατά. Ενα παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο πέτυχε τελικά η απαγόρευση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους. Ενα δεύτερο είναι η διάθεση της κοινωνίας να υποστηρίξει την προσπάθεια εφαρμογής του νόμου και πάταξης της βίας των διαφόρων μικρών ομάδων. Το πιο σημαντικό είναι η απομάκρυνση από την προοδευτική σαχλαμάρα της μεταπολίτευσης. Δεν υπάρχει πιο πειστικό στοιχείο από τις οιμωγές των φορέων της και τον πανικό που προδίδει η έξαψή τους στην πιο ασήμαντη αφορμή.

Προφανώς η ενηλικίωση αυτή είναι αναστρέψιμη, καθώς τα σκληρά μαθήματα κάποιες φορές λησμονούνται. Προς το παρόν, όμως, παραμένει μια μεγάλη κατάκτηση, παρακαταθήκη μιας οδυνηρής δεκαετίας. Καρπός ύψιστης βασάνου, αποτελεί το μεγαλύτερο εφόδιό μας στο κλείσιμο αυτής της δεκαετίας. Ουσιαστικά μπορεί να λειτουργήσει ως ένα μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα στη νέα δεκαετία που ανοίγεται μπροστά μας. Καθώς πλησιάζουμε στο κλείσιμο του 2019, η κοινωνία επιδεικνύει μια διάθεση επιβράβευσης των τολμηρών και ρηξικέλευθων πρωτοβουλιών. Αυτή είναι η μεγαλύτερη προίκα του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς του επιτρέπει να προχωρήσει σε αλλαγές που πριν από την κρίση φάνταζαν αδύνατες. Αλλά μπορεί να λειτουργήσει και ως βόμβα, καθώς δύσκολα θα του συγχωρεθεί ο δισταγμός και η υποχώρηση.

Στο παρελθόν, η κοινωνία ήταν διατεθειμένη να αλληθωρίσει όταν οι μεγάλες υποσχέσεις ξεχνιόνταν και επικρατούσε η επιστροφή στα ίδια και στα τετριμμένα. Πολύ πιο δύσκολα θα συνέβαινε κάτι τέτοιο σήμερα. Γιατί μπορεί να προσπεράσεις τη διασπάθιση πόρων που προέκυψαν ανέξοδα, αλλά δύσκολα θα συγχωρήσεις τη σπατάλη ενός κεφαλαίου που κατακτήθηκε με κόπο και δάκρυα.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή