Αποχαιρετισμός στα όπλα

3' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η επικείμενη συνταξιοδότηση του τέως ισχυρού άνδρα του ελληνικού προγράμματος Πόουλ Τόμσεν κλείνει έναν δύσκολο κύκλο στη σχέση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με την Ελλάδα αλλά και με την Ευρωζώνη.

Ο Πόουλ Τόμσεν ταυτίστηκε όσο κανείς με το ελληνικό πρόγραμμα και με μια εποχή που από τις εξελίξεις στην Ελλάδα κρινόταν η τύχη όχι μόνο της Ευρωζώνης αλλά, στις εξάρσεις της κρίσης, και η ίδια η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.

Η Ελένη Βαρβιτσιώτη περιγράφει με πληρότητα στην «Καθημερινή» της Κυριακής τα πολλά διαφορετικά στάδια της σχέσης του κ. Τόμσεν με την Ελλάδα, η οποία πέρασε από σαράντα κύματα για να καταλήξει στην εμμονή του περί μη μεταρρυθμίσιμης χώρας – η οποία εκτός των άλλων ακύρωνε και το έργο του ίδιου ως τεχνοκράτη. Παρά τις διαμαρτυρίες των Ελλήνων αλλά και τις κατά καιρούς εντάσεις με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, ο κ. Τόμσεν όχι μόνον παρέμεινε ο ισχυρός άνδρας των ελληνικών προγραμμάτων αλλά προήχθη σε επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ. Κι ας ήταν σαφές (τουλάχιστον στους Αμερικανούς…) από το φθινόπωρο του 2014 ότι η μακρόχρονη ενασχόλησή του με την Ελλάδα τον είχε καταστήσει μέρος του προβλήματος. 

Μια άλλη συνταξιοδότηση, του τέως επικεφαλής του γραφείου του ΔΝΤ στην Ελλάδα Μπομπ Τράα, είχε περάσει εν πολλοίς απαρατήρητη νωρίτερα. Ο κ. Τράα δεν είχε την εξέλιξη του κ. Τόμσεν εντός της γραφειοκρατίας του ΔΝΤ. Ο καλβινιστικής ηθικής (πλην όμως νεοκεϊνσιανός οικονομολόγος) δεν ήταν αυστηρός μόνο με την Ελλάδα, αλλά και με τον ίδιο τον οργανισμό στον οποίο ανήκε. Σε αντίθεση με τον κ. Τόμσεν, ο οποίος αναδείχθηκε στον «άνθρωπο» της τέως επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ στην Ευρώπη, ο κ. Τράα δεν ήταν καλός στους διπλωματικούς χειρισμούς που απαιτούσαν οι διευθυντικές θέσεις του ΔΝΤ, ιδιαίτερα σε ένα τόσο ευαίσθητο πολιτικά πρόγραμμα όπως το ελληνικό, που ισορροπούσε μεταξύ πολλών και συχνά αντικρουόμενων συμφερόντων.

Αυτό κατ’ αρχάς του στοίχισε τη θέση του στην Αθήνα, αλλά και γενικότερα στην εξέλιξή του. Δεν έγινε ποτέ διευθυντής τμήματος, αλλά έμεινε να ασχολείται με τις μικρές χώρες της Καραϊβικής, που δεν έχουν βέβαια την πολιτική βαρύτητα των πλούσιων ευρωπαϊκών χωρών – ακόμη και την εποχή της κλιματικής αλλαγής, που απειλεί όχι μόνο την οικονομία αλλά την ίδια την εδαφική τους υπόσταση. 

Παρά τη δαιμονοποίησή του στην Ελλάδα και στο ΔΝΤ όμως, ο κ. Τράα ενδιαφέρθηκε για τη χώρα μας με έναν τρόπο που υπερέβη χρονικά τον επίσημο ρόλο του στο ελληνικό πρόγραμμα. Το αποδεικνύει το βιβλίο που θα παρουσιάσει αύριο στην Αθήνα, μια συλλογή των άρθρων του στην «Καθημερινή» όπου αναλύει τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας με τον ίδιο ενδελεχή και αδιαπραγμάτευτο τρόπο που έκανε ως επικεφαλής του γραφείου του ΔΝΤ στην Αθήνα. Οι αναλύσεις του είναι ο «αποχαιρετισμός στα όπλα» ενός τεχνοκράτη που, και αυτός, πήρε τελικά προσωπικά την εμπλοκή του στο ελληνικό πρόγραμμα.

Τι μένει λοιπόν σε αυτό το τέλος εποχής; Μια συνέντευξη του Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ, περιέγραφε την Κυριακή την επιστροφή σε μια πιο ομαλή περίοδο. Ο κ. Ψαλιδόπουλος εκτιμά ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί πλέον θέμα ανησυχίας για το ΔΝΤ και προβλέπει ότι και η ενισχυμένη εποπτεία θα ατονήσει όσο βαδίζουμε προς τον μηδενισμό των δανείων από το ΔΝΤ.

Στην ερώτηση τι σημαίνει το κλείσιμο του γραφείου του ΔΝΤ στην Ελλάδα, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από την έδρα του οργανισμού στην Ουάσιγκτον, ο ίδιος τονίζει ότι «με το ΔΝΤ δεν θα τελειώσουμε ποτέ. Είμαστε μέλος του από τη γέννησή του και έχουμε δικαιώματα (και υποχρεώσεις) ως χώρα-μέλος σε έναν θεσμό της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης».

Οπως μάθαμε με δύσκολο τρόπο κατά τη διάρκεια της κρίσης, η έξοδος από τα μνημόνια συνάντησε πολιτικά εμπόδια τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας, τα οποία υπονόμευσαν και το κύρος του ΔΝΤ. Γι’ αυτό ο διεθνής οικονομικός θεσμός εστιάζει πλέον στο πολύπλοκο έργο της εσωτερικής του μεταρρύθμισης, γι’ αυτό η Ευρωζώνη δημιουργεί τους δικούς της θεσμούς οικονομικής αρχιτεκτονικής.

Υπάρχει βέβαια μια σημαντική εκκρεμότητα που εξακολουθεί να επιβαρύνει την Ελλάδα: τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που η κυβέρνηση ζητεί να μειωθούν – με την υποστήριξη του (εκτός από τον χορό, πλέον) ΔΝΤ, αλλά και της κυρίας Κριστίν Λαγκάρντ, ως επικεφαλής της ΕΚΤ. Είναι η τελευταία κληρονομιά των ελληνικών προγραμμάτων, ενός δημιουργήματος που όσο και αν όλοι οι πρωταγωνιστές θέλουν να ξεχάσουν, θα είναι πάντα το δυσλειτουργικό παιδί του ΔΝΤ και της Ευρωζώνης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή