Απλώς μας ξέρουν…

2' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είπε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου ότι «μέχρι την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, τα πράγματα πήγαιναν καλά», αλλά συνέχισε πως «στην Ελλάδα τα αριστερά κόμματα είναι υπερβολικά εθνικιστικά» και ως εκ τούτου προφανώς η πρόσφατη κρίση. Κατέληξε μάλιστα ότι «με τη νέα κυβέρνηση –του Κυριάκου Μητσοτάκη– ξεκινήσαμε επαφές για να συνεχίσουμε τις συνομιλίες». Ως ανεμένετο η δήλωση του κ. Τσαβούσογλου οδήγησε σε οξεία αντιπαράθεση μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ.

Φυσιολογικώς η δήλωση του κ. Τσαβούσογλου θα όφειλε να είχε περάσει ασχολίαστη, διότι ως μόνον στόχο είχε να προκαλέσει πολιτικό ερεθισμό και αντιπαράθεση μεταξύ των δύο ελληνικών κομμάτων εξουσίας. Και ο στόχος του επετεύχθη. Μύριες όσες διαφορές χωρίζουν την Τουρκία και τη χώρα μας. Πλείστα όσα έχουν γραφεί περί του δυσμενούς συσχετισμού δυνάμεων. Αλλά υπάρχει ένα σημείο στο οποίο υπερέχει η Αγκυρα, και δεν είναι άλλο από την πάντα επιτυχή παρέμβασή της στα εσωτερικά της Ελλάδος.

Το ως άνω πλεονέκτημα αξιοποιείται είτε διά ερεθισμού της ελληνικής κοινής γνώμης, δυσχεραίνοντας δι’ αυτού του τρόπου τους χειρισμούς της όποιας κυβερνήσεως, είτε εντείνοντας την κομματική διαμάχη. Αλλά προς τι η έκπληξη; Αγώνα ανεξαρτησίας εκηρύξαμε πριν από 200 χρόνια και ταυτοχρόνως εμαίνετο εμφύλιος πόλεμος.

Εχαρακτήρισε την ελληνική αριστερά ο κ. Τσαβούσογλου εθνικιστική. Οντως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο ιδρυτής του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ» στη μεταπολίτευση, μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, υπήρξε εντόνως επικριτικός της Αγκυρας και αργότερα ως πρωθυπουργός απέρριπτε διάλογο με την Τουρκία. Εως ότου μετά την κρίση του 1987 αποκατεστάθη ουσιαστική επαφή στη βάση της συναντιλήψεως περί «μη πολέμου». Είχε τον τρόπο του με τις λέξεις ο Α. Παπανδρέου.

Αριστερός και ο διάδοχός του, Κώστας Σημίτης, που συνέχισε τον διάλογο μετά την κρίση των Ιμίων. Και ο κ. Γιώργος Παπανδρέου, ως υπουργός Εξωτερικών της κυβερνήσεως Σημίτη. Αριστεροί ήσαν όλοι αυτοί και υπέγραψαν συμφωνίες δεσμευτικές της χώρας μας. Οσο για τον ριζοσπάστη ηγέτη της Αριστεράς Αλέξη Τσίπρα δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ποτέ εθνικιστής πρωθυπουργός, και επί των ημερών του οι σχέσεις με την Αγκυρα κινήθηκαν ως συνήθως στο πλαίσιο «ελεγχομένης εντάσεως».

Συμπτωματικώς ίσως, οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις της Ν.Δ. δεν συνομολόγησαν ουσιαστικές συμφωνίες με την Τουρκία. Η μετριοπαθής διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων απέτρεψε την εκδήλωση κρίσεων και ως εκ τούτου δεν οδηγήθηκαν σε διαπραγματεύσεις υπό πίεση.

Το 1991, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, νέος πρωθυπουργός την εποχή εκείνη, επεχείρησε ουσιαστικό διάλογο με τον τότε ομόλογό του Μεσούτ Γιλμάζ στο Παρίσι. Οι δύο ηγέτες εισήλθαν σε ένα δωμάτιο, μόνοι, δίχως συνοδεία, δίχως να κρατούν χαρτοφύλακες, υπό το βλέμμα των δημοσιογράφων. Προέβησαν ακολούθως στις τυπικές δηλώσεις.

Σε λίγη ώρα ο κ. Γιλμάζ διεκήρυττε ότι υπήρξε συμφωνία για τα πετρέλαια του Αιγαίου επί χαρτών, που Κύριος οίδε πού ευρέθησαν. Κόλαση στην Αθήνα, δριμεία η αντιπολίτευση, τέλος οι συζητήσεις. Παίζουν μαζί μας πάντοτε οι Τούρκοι, και εμείς απλούστατα «τσιμπάμε». Μας γνωρίζουν πολύ καλύτερα από όσο ξέρουμε τον εαυτό μας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή