Κική Δημουλά: Λέξεις με χρώματα, φράσεις σαν βέλη

Κική Δημουλά: Λέξεις με χρώματα, φράσεις σαν βέλη

7' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Διαβάζοντας τα αμέτρητα σχόλια, τις δημοσιεύσεις και τους αποχαιρετισμούς για την Κική Δημουλά μέσα στο Σαββατοκύριακο, δεν μπορούσα να μην αναρωτιέμαι πώς θα αντιδρούσε η σπουδαία ποιήτρια αν μπορούσε να δει από «άνω» τι συμβαίνει «κάτω». Ισως απαντούσε με την «Εφτάψυχη», ένα από τα ποιήματά της στην «Ανω τελεία», την τελευταία της ποιητική συλλογή στις εκδόσεις Ικαρος το 2016: «Αμάν, ψυχή. Με κούρασες/ με τις απανωτές απόπειρες/ αυτοκτονίας./ Κι επέζησες/ ακόμα κι όταν άκουσες να λένε/ μάλλον πως δεν υπάρχεις./ Τι πιο θανατηφόρα πιθανότητα;/ Και τώρα νέα επικαλείσαι αγωνία/ πως θα ζήσεις όταν/ σ’ εγκαταλείψει το σώμα./ Σύνελθε./ Σώμα είναι και η νοσταλγία».

Ισως όμως να έλεγε σε όλους «Βιαστήκατε να χειροκροτήσετε. Τώρα εκτεθήκατε ανεπανόρθωτα», όπως είπε απέναντι στη «συγκεντρωμένη ιερότητα» κατά την αναγόρευσή της ως επίτιμης διδάκτορος του τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ το 2015, και να έδινε απάντηση στο ερώτημα που τη βασάνιζε για το πεπρωμένο: «Μακρύ κουραστικό ταξίδι/ το πεπρωμένο/ μα το χειρότερο/ πας ή έρχεσαι δεν ξέρεις».

Πολυγραφότατη, πολυβραβευμένη, η ποιήτρια των στιγμών, της απώλειας και της ανθρώπινης ύπαρξης με όλα της τα όνειρα και τις ματαιώσεις, μιας ποίησης χειροπιαστής, που μπορούσες να αγγίξεις, έφυγε από τη ζωή το περασμένο Σάββατο σε ηλικία 89 ετών έπειτα από πολυήμερη νοσηλεία. Η Κική Δημουλά γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1931 με το πατρικό της όνομα Βασιλική Ράδου. Το 1952 παντρεύτηκε τον ποιητή και πολιτικό μηχανικό Αθω Δημουλά. Την ίδια χρονιά εκδόθηκε εν αγνοία της η συλλογή «Ποιήματα», την οποία αποκήρυξε αργότερα. Το 1956 κυκλοφόρησε η συλλογή της «Ερεβος» και αργότερα ήρθαν οι «Ερήμην», «Επί τα ίχνη» και η συλλογή «Το λίγο του κόσμου» για την οποία τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποιήσεως. Το Κρατικό Βραβείο Ποίησης απέσπασε η συλλογή της «Χαίρε ποτέ», ενώ το Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της απονεμήθηκε για την «Εφηβεία της λήθης», στην οποία περιλαμβάνεται το ποίημα «Σαν να διάλεξες», όπου η ποιήτρια συνδέει μια βόλτα στη λαϊκή αγορά με το μοιραίο του θανάτου: «Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε./ Eίναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά/ πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο/ που έχει η εκλογή σου. […] Tο πολύ ν’ αγοράσω λίγο χώμα. Οχι για λουλούδια./ Για εξοικείωση./ Eκεί δεν έχει διάλεξε. Eκεί με κλειστά τα μάτια».

Ακολούθησαν οι συλλογές «Ενός λεπτού μαζί», «Ηχος απομακρύνσεων», «Εκτός σχεδίου», «Χλόη θερμοκηπίου», «Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως», «Ποιήματα», «Δημόσιος Καιρός» και «Ανω τελεία». Υπηρέτησε στην Τράπεζα της Ελλάδος έως το 1973.

Για το σύνολο του έργου της τιμήθηκε με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (2010), με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας (2009) και με το Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (2001) της οποίας εξελέγη τακτικό μέλος το 2002. Το 2016 αναγορεύθηκε επίτιμη διδάκτωρ Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας από το ΕΚΠΑ.

Η ποίησή της ταξίδεψε πέρα από τα ελληνικά σύνορα και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, ενώ συνυπήρξε με τη Σαπφώ και άλλες εμβληματικές ποιήτριες σε μια ανθολογία του θρυλικού γαλλικού εκδοτικού οίκου Γκαλιμάρ. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που συγκρίνουν το ποιητικό ύφος και τη θεματική της με εκείνα της Πολωνής Βισλάβας Σιμπόρσκα, κάτοχο του Νομπέλ Λογοτεχνίας του 1996. Η μετάφραση αλλά και η ανθολόγηση των ποιημάτων της στα σουηδικά το 2016 θεωρήθηκε ένα σημάδι μιας ενδεχόμενης υποψηφιότητας για το μεγάλο λογοτεχνικό βραβείο. Τον Ιανουάριο η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έστειλε επίσημη επιστολή στη Σουηδική Ακαδημία με την οποία πρότεινε την υποψηφιότητα της Κικής Δημουλά για το Νομπέλ Λογοτεχνίας.

Η εξόδιος ακολουθία τελείται σήμερα, Τρίτη 25 Φεβρουαρίου στις 4 μ.μ. από τον Ιερό Ναό των Αγίων Θεοδώρων, στο Α΄ Νεκροταφείο.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΩΤΗΣ, συγγραφέας

Για τη φίλη μου Κική Δημουλά

«Εντοιχισμένη» μέσα στη σκληρή καθημερινότητα των καιρών, η αγαπητή μας φίλη, λόγω ανωτέρας βίας –της επιβίωσης δηλαδή– φαίνεται να δέχεται τη μοίρα που της επιβάλλει η ανάλγητη εποχή μας. Ομως, δεν παραδίδεται. Αρνείται ολόψυχα να ενσωματωθεί και να αφομοιωθεί από τον αδιαπέραστο τοίχο. Με γενναιότητα αποφασίζει να κρατήσει ζωντανή την ύπαρξή της κάτω από τον άγριο σοβά μιας τέλεια προγραμματισμένης ζωής. Αυτό σημαίνει ότι αποφασίζει να ζήσει ένα ισόβιο μαρτύριο ώς το τέλος της ζωής της. Από τον μέγα πόνο της, ο νους της και οι αισθήσεις της μεγεθύνονται και γίνονται μέγιστη αγκαλιά γνώσης και συνειδητοποίησης. Ετσι ο κόσμος δεν έχει μυστικά πλέον από αυτήν. Οπου θέλει πάει, όπου θέλει βρίσκεται με τη δύναμη του νου και λύνει όλα τα σκοτεινά αινίγματα που οι περισσότεροι τα κρύβουμε κάτω από τα βολικά πολύχρωμα χαλιά μας. Δεν αυτολογοκρίνεται. Δεν δέχεται τη γενοκτονία των αληθειών μέσα της. Αφήνει ελεύθερες τις ιδέες να αλωνίζουν στο μυαλό της, να γίνονται λέξεις με χρώματα, φράσεις σαν βέλη, ποιήματα που χαρτογραφούν την εσωτερική ροή των πραγμάτων.

Το τραγούδι ψυχής που υψώνεται μέσα από τέτοιες υπάρξεις, όπως η Κική Δημουλά, είναι το βασικό μας ποίημα. Ενα ποίημα που συντηρεί την υπαρξιακή μας μνήμη, που μας κρατάει ακόμα ζωντανούς, που διασφαλίζει την τρυφερότητά μας προς καθετί θνητό. Διαβάζοντας ένα ποίημά της, έκπληκτος κατανοείς ότι το αίμα δεν έγινε ακόμα νερό. Οτι έχουμε ακόμα το προνόμιο οι πληγές μας να μας πονάνε, ότι ο νους μας ψάχνει στα τυφλά μια διέξοδο ελευθερίας. Οτι ένας σπασμός σαν δυνατός χτύπος καρδιάς προσπαθεί να διασπάσει τις πλεκτάνες που μας περιβάλλουν, με μια καίρια λέξη, με μια φράση σπαθί. Πολύ λίγοι είναι οι άνθρωποι που παραδίδονται σε μια ισόβια πυροβασία αληθείας, χωρίς καμία προφύλαξη. Το ποιητικό τους έργο αποτελεί εγγύηση για μια συνέχεια πιο ανθρώπινη, για μια αποκατάσταση των εννοιών και των λέξεων έξω και μακριά από πολιτικές πιρουέτες, για μια αυτογνωσία οδυνηρή, αλλά σωτήρια.

Το ποιητικό έργο της Κικής Δημουλά εγχαράσσεται στην ιστορία ως αδιάψευστη διαπίστωση ότι στον μικρό αυτό αλατότοπο κάτι τραβάει τον δρόμο του κι ότι, παρ’ όλες τις επιχωματώσεις, η δυνατή μπόρα της έμπνευσης παρασύρει τα χώματα και φέρνει στο φως λαμπερούς θησαυρούς ποιητικού λόγου που η λήθη του χρόνου δεν θα θαμπώσει…

ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ, ποιητής

Εδωσε υπόσταση στο αφηρημένο

Η απώλειά της φέρνει μεγάλη στενοχώρια και έρχεται έπειτα από εκείνη της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ· χάσαμε δύο μεγάλες ποιήτριες σε μικρό χρονικό διάστημα και το κενό που αφήνουν είναι δυσαναπλήρωτο. Για την Κική Δημουλά θα ειπωθούν πολλά, θα γραφτούν μελέτες, δοκίμια. Δεν γίνεται να ξεμπλέξει κανείς με το να υπογραμμίσει το πόσο μεγάλη ποιήτρια ήταν.

Μπορώ λοιπόν να πω ότι με τα ποιήματά της έδωσε έναν ιδιαίτερο τόνο στα καθημερινά συναισθήματα. Ακόμα και στις καθημερινές πληγές που μας δίνει η ζωή. Και το έκανε με τέτοιο τρόπο ώστε οι πληγές να αποκτούν υπόσταση, να περνούν στον αναγνώστη, να γίνονται δικές του και έτσι να τις ξεπερνά ο ίδιος.

Η Κική Δημουλά ήταν δημοφιλής, χωρίς εξωποιητικούς τρόπους. Δεν έκανε καμία «μανούβρα», από αυτές που νομίζουν μερικοί ότι παίζουν κάποιο ρόλο, ούτε και ζητούσε ή παρακαλούσε κανέναν. Hταν η δύναμη των ποιημάτων της που άγγιζε τον αναγνώστη και έτσι εκείνος αισθανόταν την ανάγκη να τα μεταδώσει σε κάποιον άλλον, να γίνει πολλαπλός, να γίνει «οι αναγνώστες». Από την άποψη του γραψίματος, η μεγάλη της προσφορά ήταν ότι έδωσε υπόσταση στα αφηρημένα ουσιαστικά, στις αφηρημένες ιδέες.

Τις έκανε συγκεκριμένες, με σάρκα και οστά. Hταν όμως και εξαιρετικός άνθρωπος και μια πολύ καλή φίλη. Και μου έχει μείνει αξέχαστη μια περιοδεία Ελλήνων ποιητών στην Ιταλία το 1992, με τη Δημουλά, τον Μάρκο Μέσκο, τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο, τον Μιχάλη Γκανά κι εμένα. Ξεκινήσαμε από τη Ρώμη και κατόπιν πήγαμε στη Φλωρεντία, στο Μιλάνο, στο Τορίνο, στην πανέμορφη Βενετία και στην Τεργέστη, μια ωραία πόλη που έχει ακόμα Ελληνες και όπου ήρθε πολύς κόσμος για να ακούσει την ελληνική ποίηση.

Οπως ξέρουμε, η Δημουλά κάπνιζε αρειμανίως. Κάποια στιγμή μου λέει: «Σε παρακαλώ, εσύ που ξέρεις την Ιταλία και τη γλώσσα της, πες μου πού μπορώ να βρω φτηνά τσιγάρα, γιατί καπνίζω πολύ και εδώ είναι πανάκριβα». «Βρε Κική μου, κόψ’ το τέλος πάντων, εγώ το ’κοψα ενώ κάπνιζα 3,5 πακέτα». Εβαλε τα γέλια εκείνη. «Κι εγώ τόσα καπνίζω, αλλά δεν μπορώ να το κόψω». Πιστεύω ότι αν το είχε κάνει, θα ήταν ανάμεσά μας.

ΚΡΥΣΤΑΛΛΗ ΓΛΥΝΙΑΔΑΚΗ, ποιήτρια – μεταφράστρια

Σαν ήλιος πίσω από τις πολυκατοικίες της καθημερινότητας

Η Κική Δημουλά ήταν η πρώτη λογοπλάστρια που γνώρισα εκτός των σχολικών σελίδων, η ζωντανή ποίηση στα ελληνικά, μετά τον Ελύτη και τον Σεφέρη, τον Σολωμό, τον Καβάφη, τον Ρίτσο και τον Βάρναλη. Τα ποιήματά της ήταν αρκετά αγκιστρωμένα στην πραγματικότητα, ώστε να μοιάζουν οικεία κι αρκετά πολυεπίπεδα για να μην είναι: ίσως κάπως έτσι να νιώθουν τόσοι και τόσοι άτακτοι αναγνώστες που αγόρασαν και διάβασαν τα βιβλία της – ένας αριθμός συγκινητικός: τι άλλο θέλει ένας ποιητής από το να διαβάζεται ξανά και ξανά;

Σαν Μάρκες της ποίησης ή ίσως Ρίτσος του ιδιωτικού, η Δημουλά βρέθηκε στα ράφια και στα γραφεία και στο μυαλό τόσων ανθρώπων, είτε την καταλάβαιναν είτε όχι. Η ίδια διατεινόταν ότι τη στεναχωρούσε που η ποίησή της θεωρούνταν τόσο προσιτή. Δεν θα ’πρεπε, όμως: το σπουδαίο έργο τέχνης δύναται ν’ αναγνωριστεί ενστικτωδώς κι από τους ανθρώπους που δεν μαθήτευσαν στην τέχνη κι όμως την ένιωσαν, αναπάντεχα, να τους κατακλύζει. Σπουδαίο πράγμα να μπορείς να μιλάς ακόμα και σε κάποιον που ποτέ δεν φαντάστηκε ότι η τέχνη θα τον άγγιζε, να σκας σαν ήλιος πίσω από τις πολυκατοικίες της καθημερινότητας. Ολοι έχουν δικαίωμα στην ανάταση. Και με τη Δημουλά, και πρόσβαση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή