«Ατίθασα» προβλήματα

4' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Τίποτα δεν είναι πιο δύσκολο από το να ξέρουμε ακριβώς τι βλέπουμε»

ΜΟΡΙΣ ΜΕΡΛΟ-ΠΟΝΤΙ

Οσοι διοικούν ή κυβερνούν το ξέρουν από πρώτο χέρι: υπάρχουν «εύκολα» και «δύσκολα» προβλήματα – προβλήματα στα οποία ξέρεις τι να κάνεις και πώς, και προβλήματα των οποίων η διαχείριση είναι σύνθετη και αβέβαιη.

Στην κλασική μελέτη τους «Διλήμματα για μια γενική θεωρία του σχεδιασμού» (1973), οι καθηγητές Χορστ Ρίτελ και Μέλβιν Γουέμπερ διέκριναν μεταξύ «ατίθασων» (wicked) και «ήπιων» (tame) προβλημάτων (αποδίδω την ορολογία τους ελεύθερα). Ηπια είναι τα προβλήματα που επιδέχονται έναν κοινώς αποδεκτό ορισμό, είναι σχετικώς σταθερά και υπάρχει μέθοδος για την αντιμετώπισή τους (π.χ. προμήθειες πρώτων υλών). Τέτοια προβλήματα είναι σχετικώς απλά: πρώτα ορίζεις το πρόβλημα και μετά το λύνεις.

Τα ατίθασα προβλήματα είναι σύνθετα – διαπερνώνται από εγγενή απροσδιοριστία. Ορισμός και λύση αλληλοεπηρεάζονται. Το πρόβλημα της φτώχειας λ.χ. δεν μπορεί να ορισθεί χωρίς να έχει ταυτοχρόνως βρεθεί η λύση του. Από τη στιγμή που το ορίζεις με έναν συγκεκριμένο τρόπο (π.χ. η φτώχεια είναι συνάρτηση των επαγγελματικών δεξιοτήτων), στρέφεις ήδη την προσοχή σου σε ένα πεδίο λύσεων (π.χ. βελτίωση εκπαιδευτικού συστήματος). Στα ατίθασα προβλήματα, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι να ορισθεί το πρόβλημα.

Τα ατίθασα προβλήματα έχουν δέκα γνωρίσματα, σύμφωνα με τους Ρίτελ και Γουέμπερ. Αναφέρω τα πιο σημαντικά: είναι ευμετάβλητα και δεν επιδέχονται μονοσήμαντο ορισμό· δεν ξέρεις αν και πότε το πρόβλημα λύθηκε· κάθε λύση έχει απρόθετες συνέπειες που δημιουργούν νέα προβλήματα· κάθε πρόβλημα έχει τη δική του μοναδικότητα· δεν υπάρχει τρόπος να ξέρεις ότι δοκίμασες όλες τις λύσεις· κάθε λύση που εφαρμόζεται έχει συνέπειες, ενώ για τις λύσεις που δεν δοκίμασες δεν θα μάθεις ποτέ τι αποτελέσματα θα είχαν.

Καλώς ήλθατε στη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού (και της εξάπλωσης του κορωνοϊού)!

Διττή φύση

Το μεταναστευτικό-προσφυγικό πρόβλημα έχει διττή φύση – είναι και ανθρωπιστικό και πρόβλημα προστασίας της κρατικής κυριαρχίας. Επιπλέον, είναι συνεχιζόμενο, όχι one-off. Οι μετανάστες και πρόσφυγες είναι θύματα πολέμων, διώξεων, καταστροφών και φτώχειας, που απευθύνονται στα αισθήματα ανθρώπινης αλληλεγγύης. Συγχρόνως, εισερχόμενοι παράνομα στη χώρα, διαπράττουν αδίκημα. Μια αξιοπρεπής χώρα με κράτος δικαίου δεν μπορεί να αγνοήσει ούτε τη μία, ούτε την άλλη όψη.

Ο ανθρωπισμός επιτάσσει, κατ’ ελάχιστον, αξιοπρεπή συμπεριφορά απέναντί τους – στοιχειώδης φροντίδα, σεβασμό διεθνών συνθηκών, διοικητική αποτελεσματικότητα κ.λπ. Η νομιμότητα επιβάλλει κρατική πυγμή – το κράτος δείχνει το αυστηρό του πρόσωπο στους παραβάτες της κυριαρχίας του, προσπαθώντας, ταυτοχρόνως, να απωθήσει-αποτρέψει τους επίδοξους μιμητές τους.

Μέχρι τα τέλη του Φεβρουαρίου, οι ελληνικές κυβερνήσεις, με διαφορετική δοσολογία και αυξομειούμενη αποτελεσματικότητα, προσπαθούσαν να βρουν το κατάλληλο μείγμα πολιτικής. Η έμφαση στην ανθρωπιστική χαλαρότητα αυξάνει τις ροές, δημιουργώντας κοινωνική δυσαρέσκεια και πολιτικές εντάσεις, ενώ τα αυξημένα μεγέθη δοκιμάζουν τη διαχειριστική ικανότητα της χώρας. Από την άλλη, η μονομανής προσήλωση στην απώθηση-αποτροπή εντείνει την καταστολή, αυξάνοντας την πιθανότητα κακομεταχείρισης και βίας, με κίνδυνο παραβίασης διεθνών συνθηκών, δημιουργίας κακής εικόνας της χώρας στα ΜΜΕ και ηθικής έκπτωσης της πολιτικής μας κοινότητας. Το πρόβλημα είναι ατίθασο.

Η διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού ήταν, μέχρι πρόσφατα, ένα πρόβλημα εύρεσης της ισορροπίας μεταξύ χαλαρότητας και αποτροπής. Πολιτικά, πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα – συνοδεύθηκε από πολιτικές αντιδράσεις, ακόμη και βίαιες, στο εσωτερικό. Το πρόβλημα, τώρα, άλλαξε υφή: από τη στιγμή που η Τουρκία απροκάλυπτα εργαλειοποιεί τους πρόσφυγες για δικές της γεωπολιτικές επιδιώξεις, η διάσταση της νομιμότητας (προστασία των συνόρων) κυριαρχεί.

Απέναντί μας δεν έχουμε απλώς θύματα που ζητούν την αλληλεγγύη μας (όπως το 2015), αλλά εξαθλιωμένους ανθρώπους που χρησιμοποιούνται εχθρικά από μια χώρα. Η Τουρκία δεν άνοιξε απλώς τα σύνορά της: βοηθάει ποικιλοτρόπως τους μετανάστες-πρόσφυγες να παραβιάσουν τα σύνορα μιας γειτονικής (και συμμάχου) χώρας! Καμία κυβέρνηση κυρίαρχου κράτους δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο. Καμία κοινή γνώμη δεν θα το ανεχόταν – η πολιτική σύγκρουση μετατράπηκε σε εθνική συσπείρωση.

Συνετή αποφασιστικότητα

Η επιτυχία της κυβέρνησης, και του πρωθυπουργού προσωπικά, είναι ότι είχε καταλάβει εδώ και καιρό την αναδυόμενη νέα υφή του προβλήματος, οπότε επέδειξε ταχύτατα ανακλαστικά. Ορίζοντας το πρόβλημα ως προστασία των συνόρων, εξέφρασε το κυρίαρχο λαϊκό αίσθημα. Εξίσου σημαντικό είναι ότι, στην παρούσα συγκυρία, η κυβερνητική αφήγηση, ισορροπημένα εκπεφρασμένη, βρήκε ισχυρή απήχηση στην Ε.Ε., ενισχύοντας το πολιτικό κεφάλαιο της χώρας. Επιπλέον, η σαφήνεια στην κατανόηση του προβλήματος παρήγαγε στρατηγική διαύγεια, η οποία, με τη σειρά της, ενίσχυσε την αποτελεσματικότητα της αστυνομίας και των Ενόπλων Δυνάμεων. Αν θέλεις συγκεκριμένα αποτελέσματα, πρέπει πρώτα να ξέρεις τι θέλεις.

Η κυβέρνηση ενήργησε με συνετή αποφασιστικότητα. Το πρόβλημα, όμως, είναι ατίθασο – μεταβάλλεται διαρκώς. Δεν είναι βέβαιο πόσο θα αντέξουν τα σύνορα στον Εβρο. Ισως δημιουργηθεί θερμό επεισόδιο. Απαιτείται ετοιμότητα.

Κάθε ισορροπημένη διαχείριση είναι ευάλωτη στην έλλειψη και στην υπερβολή. Εν προκειμένω, η υπερβολή είναι ο μείζων κίνδυνος. Σε τι συνίσταται; Σε τρία ενδεχόμενα. Η προσπάθεια για την προστασία των συνόρων στον Εβρο χρειάζεται τη βοήθεια της τοπικής κοινωνίας (υλική και ηθική). Ο κίνδυνος είναι η βοήθεια αυτή να πάρει χαρακτηριστικά πολιτοφυλακής – να πάρουν οι πολίτες τον νόμο στα χέρια τους. Επίσης, οι δυνάμεις καταστολής ενδέχεται να υπεραντιδράσουν, ασκώντας βία σε παράτυπους μετανάστες ή/και παραβιάζοντας τον νόμο (αν αληθεύει, το συναφές ρεπορτάζ των New York Times, 10/3/2020, είναι ανησυχητικό). Τέλος, η προστασία των συνόρων προσφέρεται για εγγραφή σε ένα ξενοφοβικό και εθνικιστικό πλαίσιο λόγου, με κίνδυνο ακροδεξιάς υποτροπής.

Οπως στην ακροβασία, χρειάζεται εγρήγορση για να διατηρηθεί η «μεσότης». Ο πρωθυπουργός να καταφέρει να διατηρήσει τη μέχρι τώρα συνετή αποφασιστικότητά του και η αντιπολίτευση να ελέγχει τις τυχόν κρατικές υπερβολές όπως θεσμικά επιβάλλεται. Τα ατίθασα προβλήματα απαιτούν ετοιμότητα, συνεργασία και αυτοέλεγχο.

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή