Η επιθυμία της αιώνιας επιβίωσης

Η επιθυμία της αιώνιας επιβίωσης

3' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ντρέπομαι και να τ’ ομολογήσω. Αρχές Μαρτίου, δεν πίστευα ότι ο κορωνοϊός θα έρθει καταπάνω μας. Οσο για την καραντίνα, ήμουν σίγουρη ότι δεν θα με αναστατώσει. Χρόνια τώρα περνάω πολλές ώρες στο σπίτι διαβάζοντας βιβλία, έχω δίπλα μου καλή παρέα και, μέσα από το μαγικό κουτί που λέγεται κομπιούτερ, αναβλύζουν σε αφθονία ειδήσεις, ταινίες, σειρές και μουσικές.

Οι πρώτες μέρες του κλεισίματος κύλησαν ήσυχα, με ψυχραιμία. Οι πομπές με τα φέρετρα από την Ιταλία δεν υπήρχαν ούτε στη σφαίρα της φαντασίας, το μέγεθος της εργασιακής ανασφάλειας ήταν ακόμη θολό, τα θύματα της επιδημίας, εδώ, μετριούνταν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Κι εμένα, εκείνο που μου έλειπε πάνω απ’ όλα ήταν το μπάνιο στο δημοτικό κολυμβητήριο: δύο χιλιόμετρα ημερησίως κάτω από τον ήλιο, εξήντα λεπτά άσκησης ικανά να προσφέρουν ένα απίστευτο αίσθημα ευεξίας και πληρότητας.

Μια γυναίκα σε πισίνα. Μια μεστωμένη γυναίκα που μαθαίνει κολύμπι κάτω από τον γυάλινο θόλο ενός μοντέρνου κτιρίου στο Παρίσι, όπως την εγκλωβίζει η ματιά του Μίλαν Κούντερα. Κι ακόμα, το χαριτωμένο νεύμα με το οποίο αποχαιρετά τον δάσκαλό της –ένα νεύμα ταιριαστό σε κοπελίτσα!– που ωθεί τον συγγραφέα να την χρίσει ηρωίδα μυθιστορήματος.

Αυτή η ανάμνηση, από την εισαγωγή του βιβλίου, με ώθησε να επιστρέψω στην «Αθανασία» (στη νέα μετάφραση του Γ.Η. Χάρη για την «Εστία»), στην αρχική φάση της καραντίνας, την ανέμελη. Το είχα διαβάσει στα γαλλικά, πολύ νέα, το 1990, κι όπως συμβαίνει συνήθως με ό,τι καλό ξαναδιαβάζουμε σε ώριμη ηλικία, ήταν σαν να το ανακάλυπτα για πρώτη φορά.

Ο κόσμος τον οποίο σαρώνει ο κορωνοϊός είχε μπει από νωρίς στο μικροσκόπιο του Κούντερα. Τι κι αν με το που εξοικειωνόμαστε με την ηρωίδα του, εκείνος –περισσότερο στοχαστικός παρά παραμυθάς– αρχίζει να μιλά για τον Γκαίτε, τον Μπετόβεν, τον Μιτεράν ή τον Χέμινγουεϊ; Βασικό του θέμα παραμένει η αθανασία, η επιθυμία της αιώνιας επιβίωσης στον νου όλων των ανθρώπων, όχι μόνο εκείνων που μας γνώριζαν προσωπικά.

Μια λαχτάρα που εξακολουθεί να ταλανίζει πολιτικούς και καλλιτέχνες ιδίως, σε έναν κόσμο όλο και πιο τυποποιημένο και ανούσιο, όλο και πιο υποταγμένο στην κυριαρχία της εικόνας.

Η επιθυμία της αιώνιας επιβίωσης-1

H «Αθανασία» του Μίλαν Κούντερα, σε νέα μετάφραση Γιάννη Η. Χάρη, από τις εκδόσεις Εστία.

Η «Αθανασία» είναι από τα βιβλία που έτσι κι αρχίσεις να ξεχωρίζεις σημαντικές τους φράσεις, θα καταλήξεις να υπογραμμίζεις σχεδόν κάθε τους παράγραφο. Ο Κούντερα σαρκάζει: «Χαίρομαι που έχουμε τόσο πολλούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και όλοι τους, την ίδια στιγμή, λένε τα ίδια πράγματα. Τι καλύτερο να ευχηθεί η ανθρωπότητα από έναν ευτυχισμένο γάμο της ομοιομορφίας με την ελευθερία;». Πολύ πριν μπουν στη ζωή μας το facebook και τα υπόλοιπα κοινωνικά δίκτυα, ο ίδιος το είχε διαπιστώσει: «Το μάτι του Θεού έχει αντικατασταθεί από μια φωτογραφική μηχανή… Κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί πουθενά και ο καθένας είναι στο έλεος των πάντων».

Oπως επισημαίνει, «όσο πιο αδιάφορος είναι κανείς με την πολιτική, με τα ενδιαφέροντα των άλλων, τόσο περισσότερο παθιάζεται με το πρόσωπό του. Είναι ο ατομικισμός της εποχής μας». Κι εν τω μεταξύ, έχουμε φτάσει στο σημείο όπου κάθε επιθυμία μας έχει μεταμορφωθεί σε δικαίωμα: «Η επιθυμία για αγάπη σε δικαίωμα στην αγάπη, η επιθυμία για ξεκούραση δικαίωμα στην ξεκούραση, η επιθυμία για φιλία σε δικαίωμα στη φιλία, η επιθυμία να οδηγείς σαν τρελός σε δικαίωμα να οδηγείς σαν τρελός…».

Απότομη αλλαγή

Μέχρι να ολοκληρώσω την «Αθανασία» –και διαβάζω γρήγορα– η ατμόσφαιρα είχε βαρύνει πολύ. Από την οθόνη του κομπιούτερ μου, τώρα, αναδύονται εικόνες με τις τελευταίες, φρικιαστικές στιγμές των διασωληνωμένων που αγωνίζονται να πάρουν ανάσα, βίντεο με τις εκκλήσεις των γιατρών για περισσότερη βοήθεια από τον κρατικό μηχανισμό, δυσοίωνες αναλύσεις για το τι μας περιμένει όταν κοπάσει η επιδημία, αναρτήσεις για τις ταξικές διαστάσεις των ημερολογίων της καραντίνας, αγανακτισμένες φωνές για όσους βλέπουν την κατάσταση ως ευκαιρία ν’ ασκήσουν το «δικαίωμα» για διακοπές.

Ο θάνατος έχει εγκατασταθεί στο οπτικό μας πεδίο, στο καντράν της ζωής μας ο ρυθμός είναι πια διαφορετικός. Κρατάω μέσα μου λίγη από την περιπαικτική ελαφρότητα της «Αθανασίας» και οπλίζομαι με υπομονή. Τα χειρότερα είναι μπροστά.

* Η κ. Σταυρούλα Παπασπύρου είναι δημοσιογράφος του πολιτιστικού ρεπορτάζ. Η συλλογή συνεντεύξεων με συγγραφείς «Χωρίς μαγνητόφωνο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή