Η αμηχανία και η αδυναμία των Ελλήνων

Η αμηχανία και η αδυναμία των Ελλήνων

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Τα Ελγίνεια και τα πορτοκάλια

εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 152

Με επίκεντρο τον Παρθενώνα και όλες τις ιδεολογικές και αισθητικές μεταφορές και συμπυκνώσεις του, ο Τάκης Θεοδωρόπουλος ξετυλίγει ένα μακρύ και πυκνό συλλογισμό αρμολογημένο γύρω από το θέμα των Ελγινείων με προεκτάσεις στον εθνικό ψυχισμό και τη διαχρονική αμηχανία απέναντι στην αρχαία κληρονομιά. Το νέο δοκίμιο του Τάκη Θεοδωρόπουλου με τίτλο «Τα Ελγίνεια και τα πορτοκάλια» κυκλοφόρησε λίγο πριν από την πανδημία από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και με αφετηρία αυτόν τον προκλητικά αινιγματικό τίτλο, επιχειρεί να μιλήσει για μια διαχρονική εγγενή αδυναμία πάνω σε βασικές πτυχές του εθνικού πλούτου.

Αυτή η αμηχανία απέναντι στην αρχαία κληρονομιά, εμβληματικά εκπροσωπούμενης διεθνώς από τον Παρθενώνα, αλλά και η αδυναμία διαχείρισης του πλούτου της γης (με τη λογική των επιδοτήσεων και των χωματερών για τα εσπεριδοειδή και άλλα), είναι εθνικά χαρακτηριστικά, που, σαν κορωνίδες, εκπροσωπούν πτυχές μιας «ψυχικής ενδοχώρας». Τα Ελγίνεια έγιναν «λαϊκό τραγούδι», πέρασαν στο κοινό υποσυνείδητο ως ένα ποδοσφαιρικό ντέρμπι, τα πορτοκάλια ανακαλούν την κουλτούρα του θυμού και των απαιτήσεων, και τα δύο συνδέονται υπογείως με διαύλους λαϊκής κατανάλωσης, εκτόνωσης και υπεράσπισης. Η διεκδίκηση των Μαρμάρων επενδύθηκε με χιτώνες λαϊκών αγώνων και συνοδεύτηκε από ιαχές ακόμη και όσων ώς χθες αγνοούσαν την ύπαρξή τους.

Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος επανέρχεται σε θέματα προσφιλή προς αυτόν, τα οποία προκαλούν συχνές αναφορές στην ευρεία θεματογραφία του, και τα οποία διαχειρίζεται με την ικανότητα που τον διακρίνει να κινείται με άνεση και να συσχετίζει σε νέες συνθέσεις ζητήματα εθνικής ταυτότητας, συμβολισμού και σχέσης με τη Δύση. Η αποκαθήλωση των γλυπτών του Παρθενώνα από τα συνεργεία του Ελγιν γίνεται η απαρχή για μια διαδικασία ετεροπροσδιορισμού της εθνικής ταυτότητας μέσα από τις ιδέες της Δύσης λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821 και την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους.

Η αμηχανία και η αδυναμία των Ελλήνων-1

To βιβλίο του Τάκη Θεοδωρόπουλου δεν κάνει μαθήματα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ούτε ηθικολογεί.

Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος δεν κάνει φυσικά ούτε μαθήματα ιστορίας και αρχαιολογίας ούτε ηθικολογεί. Επιχειρεί να μιλήσει για την ιδεολογία των μνημείων, για τα έργα τέχνης ως τέχνης αυτόνομης, για τη σχέση μνημείων και συλλογικών ταυτοτήτων, για τη χρήση και κατάχρηση των συμβόλων, για την ιδεολογία του θραύσματος και τη λατρεία των ερειπίων, για την υπεραξία του τόπου και του τοπίου, για την αμηχανία απέναντι στην αρχαία κληρονομιά που ήταν αναγκαία συνθήκη για την ύπαρξη της νεότερης Ελλάδας με σβήσιμο των ενδιάμεσων αιώνων. Τα «Ελγίνεια και τα πορτοκάλια» είναι ένας στοχαστικός μονόλογος ή καλύτερα ένα εγχείρημα ορθολογικής διαπαιδαγώγησης πάνω σε ζητήματα εθνικής ενηλικίωσης.

Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος πηγαίνει πίσω και μιλάει για την ιδέα της Αθήνας πάνω σε μια γραμμή της Ιστορίας. Πηγαίνει πίσω σε περιόδους παρακμής όταν η Αθήνα φρόντισε να περάσει στο περιθώριο της πολιτικής ιστορίας (και γι’ αυτό παρέμεινε ανεπιθύμητη, με αντίδωρο την προστασία των μνημείων από επιδρομείς).

Από πολύ νωρίς, η Αθήνα άρχισε να ζει με το παρελθόν της. Η έκρηξη στον Παρθενώνα κατά την πολιορκία του Μοροζίνι (1687) κληροδότησε την εικόνα του ερειπίου και η εξιδανίκευση του ίχνους και του θραύσματος γέννησε μια ολόκληρη ιδεολογία στη Δύση από τον 18ο αιώνα. Ο Βίνκελμαν στη Γερμανία χτίζει τον μύθο της «λευκής Ελλάδας» και γεννάει το νεοκλασικό ιδεώδες, αργότερα ο Ελγιν τεμαχίζει τον Παρθενώνα, ο Βύρων θρηνεί τον βιασμό του ιδανικού, η Ελλάδα είναι περισσότερο ιδέα παρά ύλη.

Η Αθήνα ήταν γραφτό να ξαναγεννηθεί έπειτα από αιώνες, είχε έρθει η ώρα «που χρειαζόταν τα ιερά οστά της». Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος μιλάει για τη μέσα από τη Δύση αντίληψη της αξίας των αρχαιοτήτων και της ιδέας της εθνικής κληρονομιάς, εστιάζει στα μεγάλα εγκυκλοπαιδικά μουσεία της Δύσης του 18ου και του 19ου αιώνα και στις ιδέες περί αποκοπής των έργων τέχνης από τον φυσικό τους χώρο, και προσεγγίζει το στοιχείο της ιερότητας του Παρθενώνα, το «μη μου άπτου», το «Noli me tangere». Την προστασία του από τους ανθρώπους, έναν ιερό κανόνα, που κατέλυσε μόνο ο Ελγιν.

Τα «Ελγίνεια και τα πορτοκάλια» είναι ένα δοκίμιο με πολλές επίσης αναγωγές στο παρόν, στα πολιτικά ήθη, στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης, στη λαϊκιστική πολιτική των τελευταίων δεκαετιών, στην αδυναμία πολιτικής για τη διδασκαλία του αρχαίου πολιτισμού. Παραμένει ωστόσο ένα επί της ουσίας φιλοσοφικό δοκίμιο για την ιδεολογία των μνημείων και την ιστορία των ιδεών. Ο Παρθενώνας συμπυκνώνει την ιδέα του αισθητικού ιδανικού. Παραμένει το πιο φορτισμένο σύμβολο μιας περίπλοκης ψυχικής συνθήκης, αμηχανία και ανάταση μαζί. Η σχέση δεν είναι στατική. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή