Η σιωπηλή δύναμη του διεθνούς δικαίου

Η σιωπηλή δύναμη του διεθνούς δικαίου

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν πραγματικά φοβόσασταν ότι η Τουρκία θα κάνει πόλεμο για να κατακτήσει τη χώρα σας, τότε θα είχατε κι εσείς γίνει Ισραήλ. Τα χρήματα και την τεχνολογία τα έχετε. Θα μπορούσατε να έχετε αποκτήσει ατομική βόμβα. Και είναι βέβαιο ότι θα είχατε μια κοινωνία προσανατολισμένη στο πρόβλημα ασφαλείας της χώρας με δική σας πολεμική βιομηχανία, θητεία για τις γυναίκες και με κορυφαία προτεραιότητα την αποτελεσματική αντιμετώπιση του επιθετικού γείτονά σας.

Αυτά –μέσες άκρες– μου είχε πει ένας αξιωματούχος του Ισραήλ πριν από αρκετά χρόνια, όταν υποστήριζα ότι η Ελλάδα απειλείται από τις επιθετικές αξιώσεις της Τουρκίας. Σύμφωνα με αυτή τη συλλογιστική, η συμπεριφορά των ελληνικών πολιτικών ηγεσιών έως σήμερα δείχνει ότι, παρά την εισβολή και κατοχή του ενός τρίτου της Κύπρου από την Τουρκία, δεν πιστεύουμε πραγματικά ότι η Αγκυρα έχει στόχο έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με την Ελλάδα. Αντιθέτως, θεωρούμε ότι οι διαφορές με την Τουρκία στο Αιγαίο θα μπορούσαν, σε βάθος χρόνου, μέσω ενός διεθνούς διαιτητικού οργάνου (π.χ. Χάγη) ή κάποιου άλλου τρόπου, να καταλήξουν σε έναν ικανοποιητικό και για τις δύο πλευρές συμβιβασμό μέσα από τον οποίο θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε την ειρήνη στην περιοχή.

Σημειώνεται εδώ ότι ενώ πάγια στρατηγική όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων είναι η προσφυγή στη Χάγη για τις διαφορές μας με την Τουρκία –διατυπώθηκε καθαρά επί Σημίτη και συνδέθηκε με την ενδεχόμενη ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.–, καμία κυβέρνηση δεν έχει μπει στον κόπο να εξηγήσει στην κοινή γνώμη ότι μια προσφυγή της χώρας στη διαιτησία αυτονόητα σημαίνει κάποιες απώλειες. Προϋποθέτει ότι το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας θα οδηγήσει σε μια ετυμηγορία που θα δίνει στην Ελλάδα λιγότερο από το 100% όσων θεωρεί σήμερα ότι δικαιούται.

Είναι γεγονός ότι, με εξαίρεση τα τελευταία 3-4 χρόνια (μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία κατά του Ερντογάν το καλοκαίρι του 2016), οι προκλήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο ήταν ελεγχόμενες και γίνονταν περισσότερο για τη διεύρυνση της ατζέντας των τουρκικών αξιώσεων ενόψει μιας μελλοντικής διαπραγμάτευσης και λιγότερο για τη δημιουργία πραγματικών τετελεσμένων στις σχέσεις των δύο χωρών.

Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ο κ. Ερντογάν έχει αλλάξει στρατηγική, και όχι μόνον απέναντι στην Ελλάδα. Επιδιώκει με επιθετικό τρόπο να αναβαθμίσει τον ρόλο και τη σημασία της Τουρκίας στην περιοχή και να εμφανισθεί ο ίδιος ως συνεχιστής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενας νέος Μουσταφά Κεμάλ, που φιλοδοξεί να μεταμορφώσει την Τουρκία σε μια περιφερειακή δύναμη η οποία έρχεται να καλύψει το κενό που άφησε η απόσυρση των ΗΠΑ του κ. Τραμπ από τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, ο κ. Ερντογάν έχει δημιουργήσει μια τεράστια πολεμική μηχανή η οποία δίνει το «παρών» σε οποιοδήποτε σημείο θεωρεί ότι διακυβεύονται συμφέροντα της Τουρκίας. Λαμβάνει μέρος στον εμφύλιο της Συρίας και της Λιβύης, διατηρεί στρατεύματα στο Ιράν, στο Κατάρ και στη Σομαλία, ενώ συγχρόνως επιδιώκει να κάνει έρευνες στην ελληνική και στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα για να δείξει σε όλους ότι διεκδικεί μέρος της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικής Μεσογείου.

Στην περίπτωσή μας, είναι φανερό ότι ο Ερντογάν –με σπασμωδικές κινήσεις και σε κατάσταση αμόκ τις τελευταίες εβδομάδες– επιδιώκει να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο με ελληνική υπαιτιότητα ώστε να σύρει την Αθήνα σε μια διμερή διαπραγμάτευση για το Αιγαίο.

Εάν η Αθήνα δεν παρασυρθεί να παίξει στο γήπεδο του Ερντογάν –να πάρει μέρος δηλαδή στη στρατιωτική αναμέτρηση που προσπαθεί να στήσει μέσω NAVTEX και ασκήσεων–, είναι πιθανό ότι με τις συνεχείς πιέσεις της διεθνούς κοινότητας η κατάσταση θα εκτονωθεί, ενώ τυχόν ακραίες προκλήσεις δεν θα αφήσουν αδιάφορους τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε.

Η ελληνική πλευρά θα πρέπει να διατηρήσει την ψυχραιμία της και να χρησιμοποιήσει τα δικά της ισχυρά όπλα. Να μείνει προσηλωμένη στο προνομιακό της πεδίο, στο διεθνές δίκαιο και στη διεθνή νομιμότητα, στις διεθνείς συνθήκες και τις συμμαχίες της στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή. Και να κερδίσει χρόνο ελπίζοντας κατ’ αρχάς σε μια αλλαγή ενοίκου στον Λευκό Οίκο, στις εκλογές του Νοεμβρίου.

Αλλά και να μη φοβηθεί μια διμερή συνάντηση με τους Τούρκους σε ανώτατο επίπεδο, έμπρακτη απόδειξη ότι η Αθήνα θέλει πάνω απ’ όλα τον διάλογο και την ειρήνη, επιμένοντας σε νέες διερευνητικές συνομιλίες για το Αιγαίο.​​​

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή