Ο πλούτος να κατέβει στη βάση της παγκόσμιας οικονομικής πυραμίδας

Ο πλούτος να κατέβει στη βάση της παγκόσμιας οικονομικής πυραμίδας

8' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η πρώην Σοβιετική Ενωση και οι σύμμαχοί της, καθώς και η Κίνα, η Ινδία, και η Λατινική Αμερική, άνοιξαν τις κλειστές αγορές τους ραγδαία στις ξένες επενδύσεις. Μολονότι η σημαντική αυτή οικονομική και κοινωνική μεταβολή προσέφερε τεράστιες ευκαιρίες μεγέθυνσης για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, η υπόσχεση που περιείχε μένει ακόμα να πραγματοποιηθεί.

Πρώτον, η προοπτική εκατομμυρίων καταναλωτών της «μεσαίας τάξης», που θα ορμούσαν στα προϊόντα των πολυεθνικών είχε εξαιρετικά υπερτιμηθεί. Και χειρότερα, οι χρηματοοικονομικές κρίσεις της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής περιόρισαν κατά πολύ την ελκτικότητα των αναδυομένων αγορών. Συνακόλουθα, πολλές πολυεθνικές σε όλον τον κόσμο ανέκοψαν τις επενδύσεις και άρχισαν να επανεξετάζουν τις δομές κινδύνου-ανταμοιβής στις αγορές αυτές. Αυτή η υποχώρηση ίσως γίνει ακόμα εντονότερη μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις ΗΠΑ τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Ο νεφελώδης χαρακτήρας των περισσότερων στρατηγικών των πολυεθνικών για τις αναδυόμενες αγορές την περασμένη δεκαετία δεν αλλάζει το μέγεθος της ευκαιρίας, που στην πραγματικότητα είναι πολύ ευρύτερο απ’ όσο νομιζόταν πριν. Η πραγματική πηγή υπόσχεσης στην αγορά δεν είναι οι λίγοι πλούσιοι στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ή καν οι αναδυόμενοι καταναλωτές μεσαίου εισοδήματος. Είναι τα δισεκατομμύρια των φτωχών που προσβλέπουν σε ένα καλύτερο αύριο και φτάνουν στην αγορά για πρώτη φορά.

Τώρα είναι η εποχή για να δουν οι πολυεθνικές τις στρατηγικές της παγκοσμιοποίησης ύστερα από ένα νέο φακό περιληπτικού καπιταλισμού. Για εταιρείες που έχουν τους πόρους και την επιμονή να ανταγωνισθούν στη βάση της παγκόσμιας οικονομικής πυραμίδας, οι προοπτικές ανταμοιβής περιλαμβάνουν μεγέθυνση, κέρδη και ανυπολόγιστες συνεισφορές στην ανθρωπότητα. Χώρες που εξακολουθούν να μην έχουν τις σύγχρονες υποδομές ή τα προϊόντα για να καλύψουν βασικές ανθρώπινες ανάγκες, αποτελούν ιδεώδη τόπο για την ανάπτυξη περιβαλλοντικά συμβατών τεχνολογιών και προϊόντων για ολόκληρο τον κόσμο.

Για να γίνουν επιχειρήσεις με τα φτωχότερα 4 δισεκατομμύρια ανθρώπους του κόσμου -τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού- θα απαιτηθούν ριζοσπαστικές καινοτομίες στην τεχνολογία και τα επιχειρησιακά πρότυπα. Θα χρειασθεί οι πολυεθνικές να επαναξιολογήσουν τις σχέσεις τιμών-επιδόσεων για προϊόντα και υπηρεσίες. Θα απαιτηθεί ένα νέο επίπεδο αποδοτικότητας του κεφαλαίου και νέοι τρόποι μέτρησης της χρηματοοικονομικής επιτυχίας. Οι εταιρείες θα αναγκασθούν να αλλάξουν αντίληψη για την κλίμακα, από ένα ιδεώδες «το μεγαλύτερο είναι καλύτερο» σε ένα ιδεώδες πλατιά διασπαρμένων επιχειρήσεων μικρής κλίμακας, συνδυασμένων με ικανότητες παγκόσμιας κλίμακας.

Με λίγα λόγια, οι φτωχότεροι πληθυσμοί εγείρουν μια καταπληκτική νέα διαχειριστική πρόκληση για τις πλουσιότερες εταιρείες του κόσμου: να πουλήσουν στους φτωχούς και να τους βοηθήσουν να βελτιώσουν τη ζωή τους, παράγοντας και διανέμοντας προϊόντα και υπηρεσίες με πολιτισμικά ευαίσθητους, περιβαλλοντικά συμβατούς, και οικονομικά επικερδείς τρόπους.

Τέσσερις βαθμίδες

Στην κορυφή της παγκόσμιας οικονομικής πυραμίδας βρίσκονται 75 έως 100 εκατομμύρια εύποροι καταναλωτές της πρώτης βαθμίδας από όλον τον κόσμο. Πρόκειται για μια κοσμοπολιτική ομάδα που αποτελείται από ανθρώπους μεσαίου και υψηλού εισοδήματος στις ανεπτυγμένες χώρες και τις λίγες πλούσιες ελίτ από τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Στο μέσο της πυραμίδας, στις βαθμίδες 2 και 3, είναι φτωχοί πελάτες στις ανεπτυγμένες χώρες και οι ανερχόμενες μεσαίες τάξεις στις αναπτυσσόμενες, οι στόχοι των παλαιότερων στρατηγικών των πολυεθνικών για τις αναδυόμενες αγορές.

Ας δούμε τώρα τα 4 δισεκατομμύρια ανθρώπους στη βαθμίδα 4, στη βάση της πυραμίδας. Το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημά τους -υπολογισμένο σε δολάρια ίσης αγοραστικής δύναμης- είναι κάτω από 1.500 δολάρια, από αυτό που θεωρείται ελάχιστο όριο για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Για πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους -το ένα έκτο της ανθρωπότητας- το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα.

Ακόμα σημαντικότερο, το εισοδηματικό χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών μεγαλώνει. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, στο πλουσιότερο 20% του κόσμου αναλογούσε το 70% του συνολικού εισοδήματος το 1960. Το 2000 είχε φτάσει το 85%. Την ίδια περίοδο το μερίδιο του εισοδήματος που προέκυπτε για το φτωχότερο 20% του κόσμου έπεσε από 2,3% σε 1,1%.

Αυτή η ακραία ανισότητα στην κατανομή του πλούτου ενισχύει την άποψη ότι οι φτωχοί δεν μπορούν να συμμετάσχουν στην παγκόσμια οικονομία της αγοράς, μολονότι αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού. Με δεδομένο ωστόσο το τεράστιο μέγεθός της, η βαθμίδα 4 αντιπροσωπεύει μια αγορά πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με προβολές της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο πληθυσμός στη βάση της πυραμίδας μπορεί να διογκωθεί σε 6 δισεκατομμύρια τα επόμενα 40 χρόνια, γιατί εκεί πραγματοποιείται ο κύριος όγκος της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού.

Μια βιώσιμη αγορά

Η αντίληψη ότι η βάση της πυραμίδας δεν αποτελεί βιώσιμη αγορά παραγνωρίζει εξάλλου την αυξανόμενη σημασία της παραοικονομίας στους φτωχότερους των φτωχών, που σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις φτάνει το 40 έως 60% της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας στις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι περισσότεροι άνθρωποι της βαθμίδας 4 ζουν σε χωριά στην ύπαιθρο, ή σε εξαθλιωμένες αστικές συνοικίες και παραγκουπόλεις, και συνήθως δεν έχουν νόμιμους τίτλους για τις ιδιοκτησίες τους (κατοικίες, αγρούς, επιχειρήσεις). Εχουν λίγη, ή καθόλου σχολική παιδεία, και είναι δύσκολο να τους βρούμε με τη συμβατική διανομή, πίστωση, επικοινωνία. Η ποιότητα και η ποσότητα των αγαθών και υπηρεσιών που είναι διαθέσιμα στη βαθμίδα 4 είναι γενικά χαμηλή. Γι’ αυτό, όπως το παγόβουνο, το μεγάλο αυτό τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού, και οι μεγάλες ευκαιρίες αγοράς που αντιπροσωπεύει, έχει παραμείνει πολύ αόρατο για τον εταιρικό τομέα.

Ευτυχώς, η αγορά της βαθμίδας 4 είναι ορθάνοιχτη για τεχνολογικές καινοτομίες. Μεταξύ άλλων, οι πολυεθνικές μπορούν να ηγηθούν στην υπερπήδηση σταδίων σε προϊόντα που δεν θα επαναλάβουν τα περιβαλλοντικά σφάλματα των ανεπτυγμένων χωρών κατά τα τελευταία 50 χρόνια. Οι σημερινές πολυεθνικές αναπτύχθηκαν σε μια εποχή άφθονων φυσικών πόρων και έτειναν έτσι να κατασκευάζουν προϊόντα και υπηρεσίες εντάσεως πόρων και υπερβολικά ρυπαντικά. Τα 270 εκατομμύρια άνθρωποι των ΗΠΑ -μόλις το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού- καταναλώνουν πάνω από το 25% των ενεργειακών πόρων του πλανήτη. Η αναπαραγωγή τέτοιων καταναλωτικών σχημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες θα ήταν καταστροφική.

Αγοραστική δύναμη

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Εκθεση για την Απασχόληση το 2001 του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σχεδόν -το ένα τρίτο του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού- είτε είναι υποαπασχολούμενοι, είτε έχουν τόσο χαμηλά αμειβόμενες δουλειές, που δεν μπορούν να ζήσουν τον εαυτό τους ή τις οικογένειές τους. Για να βοηθηθούν να περάσουν πάνω από αυτή τη γραμμή της απελπισίας, δύο παρεμβάσεις είναι κρίσιμες: η παροχή πρόσβασης σε πιστώσεις και η αύξηση της δυνατότητας των φτωχών να κερδίζουν εισόδημα. Λίγες εταιρείες που βλέπουν μακριά έχουν μπει σ’ αυτό τον δρόμο με εντυπωσιακά θετικά αποτελέσματα.

Η μεγάλη πλειονότητα των φτωχών στις αναπτυσσόμενες χώρες λειτουργούν στην παραοικονομία, χωρίς νόμιμους τίτλους, και όταν χρειάζονται δάνεια εξαρτώνται από τοκογλύφους. Το ημερήσιο επιτόκιο στο Μουμπάι της Ινδίας φτάνει το 20%, ένας μανάβης δηλαδή που δανείζεται 100 ρουπίες το πρωί, πρέπει να επιστρέψει 120 το βράδυ.

Δανεισμός των φτωχών

Η χορήγηση πιστώσεων στους φτωχούς δεν είναι καινούργια ιδέα. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η εταιρεία Singer πρόσφερε πίστωση ως ένα μέσο για εκατομμύρια γυναίκες που δεν είχαν 100 δολάρια μετρητά, μπορούσαν όμως να πληρώνουν 5 δολάρια τον μήνα, να προμηθευθούν τις ραπτομηχανές της. Η ίδια λογική σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα ισχύει στη βαθμίδα 4. Η τράπεζα Grameeτου Μπανγκλαντές ξεκίνησε ένα πρόγραμμα δανεισμού των φτωχών που αντιμετωπίζει τα προβλήματα αυτής της πελατείας – έλλειψη εγγύησης, υψηλός κίνδυνος, επιβολή του συμβολαίου. Το 95% των 2,3 εκατομμυρίων πελατών της είναι γυναίκες, που ως παραδοσιακοί επιχειρηματίες στην ύπαιθρο θεωρούνται μικρότερος κίνδυνος από τους άντρες. Οι αιτήσεις για δάνεια πρέπει να αξιολογηθούν και να υποστηριχθούν από πέντε μη συγγενείς μέλη της κοινότητας. Υπάλληλοι της τράπεζας επισκέπτονται τακτικά τα χωριά και γνωρίζουν τις γυναίκες και τα σχέδια όπου επενδύουν. Ετσι τα δάνεια παρακολουθούνται χωρίς το χαρτοβασίλειο που συνηθίζεται στη Δύση. Με 1.170 υποκαταστήματα η τράπεζα Grameeχορηγεί μικροδάνεια σε πάνω από 40.000 χωριά. Το 1996 είχε επιτύχει ποσοστό αποπληρωμής 95%, υψηλότερο από κάθε άλλη τράπεζα. Και αναπτύσσει πλέον μια τεχνολογική υποδομή για να αυτοματοποιήσει τις διαδικασίες της.

Η επιτυχία της Grameeέχει προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον σε όλο τον κόσμο. Στη Νότιο Αφρική η τράπεζα Standard αναπτύσσει τη μικροτραπεζική με ελάχιστο όριο καταθέσων τα 8 δολάρια και φτάνει τα 3 εκατομμύρια πελάτες χαμηλού εισοδήματος. Πολυεθνικές τράπεζες, όπως η Citigroup, αρχίζουν να πειραματίζονται με τη μικροτραπεζική σε αναπτυσσόμενες χώρες.

Συνεργασίες με μη

κερδοσκοπικούς φορείς

Ο ηλεκτρισμός, το νερό, η ψύξη, και πολλές άλλες βασικές υπηρεσίες αποτελούν ευκαιρίες στις αναπτυσσόμενες χώρες. Μια αμερικανική μη κυβερνητική οργάνωση, η Solar Electric Light Fund (SELF), έχει προσαρμόσει δημιουργικά την τεχνολογία και έχει εφαρμόσει τη χρηματοδότηση με μικροδανεισμό για να φέρει ηλεκτρισμό σε απομακρυσμένα χωριά της Αφρικής και της Ασίας που διαφορετικά θα έκαιγαν πετρέλαιο, κεριά, ξύλα ή κοπριά για φως και μαγείρεμα. Το σύστημα εξηλεκτρισμού βασίζεται στην επί τόπου παραγωγή ρεύματος σε μικρή κλίμακα με ανανεώσιμες πηγές. Με ανακυκλούμενα δάνεια οι κάτοικοι των χωριών μπορούν να λειτουργούν οι ίδιοι αυτά τα συστήματα και δημιουργείται έτσι απασχόληση. Η SELF έχει προωθήσει τέτοια προγράμματα στην Κίνα, την Ινδία, τη Σρι Λάνκα, το Νεπάλ, το Βιετνάμ, την Ινδονησία, τη Βραζιλία, την Ουγγάντα, την Τανζανία, τη Νότιο Αφρική και τα Νησιά του Σολομώντα.

Η επιτυχία της SELF και άλλων ανάλογων μη κυβερνητικών οργανώσεων σε ενεργειακές λύσεις μικρής κλίμακας έχει αρχίσει να κινεί το ενδιαφέρον δυτικών εταιρειών όπως η Plug Power Inc. (κύτταρα καυσίμων) και η Honeywell Inc. (μικροτουρμπίνες). Βλέπουν τη λογική να προσεγγίσουν την ανοικτή αγορά της βαθμίδας 4 αντί να προσπαθούν να επιβάλουν την τεχνολογία τους πρόωρα στις ανεπτυγμένες αγορές, όπου προσκρούουν σε προκαταλήψεις και θεσμικές αντιστάσεις. Με δισεκατομμύρια δυνάμει πελάτες στον κόσμο, επενδύσεις σε τέτοιες καινοτομίες φαίνεται να αξίζουν τον κόπο.

Μέχρι σήμερα ωστόσο, μη κυβερνητικές οργανώσεις και τοπικές επιχειρήσεις με πολύ λιγότερα μέσα από τις πολυεθνικές εταιρείες έχουν κάνει πολύ περισσότερα για την ανάπτυξη αυτών των αγορών. Είναι τραγικό ότι ως δυτικοί καπιταλιστές υποθέσαμε έμμεσα ότι οι εταιρείες θα παρέχουν στους πλουσίους, ενώ κυβερνήσεις και μη κυβερνητικές οργανώσεις θα προστατεύουν τους φτωχούς και το περιβάλλον. Αυτός ο διχασμός χρειάζεται να σπάσει. Μια τεράστια ευκαιρία βρίσκεται εδώ – η σύνδεση φτωχών και πλουσίων σε όλον τον κόσμο σε μια ενιαία αγορά οργανωμένη γύρω από την αντίληψη της διατηρήσιμης μεγέθυνσης και ανάπτυξης. Αποσπασματική και συνοπτική απόδοση άρθρου που δημοσιεύθηκε στο Strategy+Business, τεύχος 1ου τριμήνου 2002.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή