Πολιτικές, οικονομικές και θεσμικές προτεραιότητες των ΗΠΑ

Πολιτικές, οικονομικές και θεσμικές προτεραιότητες των ΗΠΑ

4' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εξαγγελία του Σχεδίου Μάρσαλ έγινε λίγες εβδομάδες μετά την εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν, το 1947. Τα δύο προγράμματα είχαν διαφορετικές βλέψεις. Το Δόγμα Τρούμαν αφορούσε το αμερικανικό δόγμα της «περιχαράκωσης του παγκόσμιου κομμουνισμού» στην περιφέρεια. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη περίπτωση, αλλά θα ακολουθούσε σύντομα η Κορέα και αμέσως μετά το Ιράν. Αντίθετα, το Σχέδιο Μάρσαλ αφορούσε την ανασυγκρότηση των βιομηχανικών οικονομιών της Δυτικής Ευρώπης, πρωτίστως της Δυτικής Γερμανίας. Αποτελούσε μία μορφή οικονομικής διπλωματίας με πολιτικούς σκοπούς. Αυτό όμως διήρκεσε μόνο δύο χρόνια, καθώς μετά την έναρξη των εχθροπραξιών στην Κορέα το 1950, το Σχέδιο Μάρσαλ προσανατολίστηκε στην ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας και τη στρατιωτική ετοιμότητα της Δυτικής Ευρώπης.

Στην Ελλάδα, τώρα, η αποχώρηση της Βρετανίας είχε αποφασιστεί ήδη από τα μέσα του 1946 και οι ΗΠΑ είχαν στείλει τα Χριστούγεννα στην Ελλάδα την Αποστολή Πόρτερ. Η περίφημη Εκθεση Πόρτερ ήταν ένα εξαιρετικά σημαντικό κείμενο για την εποχή. H Εκθεση ήταν ιδιαίτερα κριτική. Χαρακτήρισε το «καθεστώς της Αθήνας» απερίφραστα ως «αντιδραστικό» και «αυταρχικό». Θεώρησε τους Ελληνες πολιτικούς σχεδόν στο σύνολό τους «διεφθαρμένους» και κατηγόρησε τις επιχειρηματικές τάξεις ως ιδιοτελείς και αφοσιωμένες στην κερδοσκοπία. Θεώρησε την ελληνική γραφειοκρατία εντελώς αναποτελεσματική, διαβρωμένη από τα επιχειρηματικά συμφέροντα, και υποχείριο των πολιτικών.

Ετσι η Εκθεση απέκλεισε το ενδεχόμενο η αμερικανική οικονομική βοήθεια να δοθεί στην ελληνική κυβέρνηση να τη διαχειριστεί και πρότεινε ο πλήρης έλεγχος της οικονομίας να περάσει σε αμερικανικά χέρια. Με το «καθεστώς άμεσου ελέγχου», το εξωτερικό εμπόριο, η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική θα βρίσκονταν υπό την άμεση εποπτεία της Αμερικανικής Οικονομικής Αποστολής. Παράλληλα, ζήτησε άμεση αλλαγή της Δεξιάς κυβέρνησης με την ενίσχυση των δυνάμεων του Κέντρου.

«Παράλληλη κυβέρνηση»

Τις ιδέες αυτές ακολούθησε πιστά η Αμερικανική Οικονομική Αποστολή (AMAG) που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1947 και η οποία οργανώθηκε ως «παράλληλη κυβέρνηση». Η οικονομική βοήθεια του Δόγματος Τρούμαν ήταν όμως μικρή. Μόλις 150 εκατομμύρια προορίζονταν για πολιτικούς σκοπούς, που συνιστούσε δραματική μείωση σε σχέση με τα 400 εκατ. που είχαν δαπανηθεί το 1946, ή τα 250 εκατ. του 1945.

Η AMAG με τα χρήματα αυτά επέτρεψε μόνο εισαγωγές βασικών αγαθών πρώτης ανάγκης. Για να κρατήσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό, επέβαλε στην ελληνική κυβέρνηση ένα ισοσκελισμένο προϋπολογισμό με δραστικές περικοπές των δαπανών και γενναίες αυξήσεις των φορολογικών εσόδων, με την έκτακτη φορολόγηση των εμπορικών και βιομηχανικών τάξεων. Ισορρόπησε τους μισθούς, αλλά απέκλεισε οποιαδήποτε διαδικασία περαιτέρω αυξήσεων, με την ψήφιση του αντιαπεργιακού νόμου. Τέλος, στο νομισματικό τομέα, η AMAG επέβαλε ιδιαίτερα περιοριστική πολιτική. Στις συνθήκες αυτές τα έργα ανασυγκρότησης περιορίστηκαν σε βασικά έργα αποκατάστασης των δρόμων, του σιδηροδρομικού δικτύου, των λιμανιών και της διώρυγας της Κορίνθου. Κόστισαν σε δραχμές το αντίστοιχο 33 εκατ. δολαρίων και έγιναν υπό την επίβλεψη της αμερικανικής στρατιωτικής υπηρεσίας κατασκευών.

Με το Σχέδιο Μάρσαλ, το ύψος της οικονομικής βοήθειας αυξήθηκε λίγο, στα 213 εκατομμύρια δολάρια. Οι αμυντικές δαπάνες το 1948-1949 ήταν αυξημένες και είχαν προκύψει 700.000 πρόσφυγες από την πολιτική της εκκένωσης του πληθυσμού από τις περιοχές δράσης του Δημοκρατικού Στρατού. Ο νέος προϋπολογισμός ήταν κατά το ένα τρίτο ελλειμματικός. Ετσι, οι πιέσεις μεταφέρθηκαν στη νομισματική και την εισοδηματική πολιτική. Οι μισθοί έμειναν παγωμένοι μέχρι το καλοκαίρι του 1949 και έχασαν τη μισή τους αξία.

Το 1948-1949 ήταν η πρώτη χρονιά του φιλόδοξου Τετραετούς Προγράμματος 1948-1952, το οποίο προέβλεπε σημαντικές επενδύσεις σε ενέργεια και βιομηχανία. Αυτό δεν είχε όμως καμία τύχη. Στα κεντρικά όργανα του Σχεδίου Μάρσαλ δεν το συζήτησαν ποτέ. Από κοινού με τα ελάχιστα έργα ανασυγκρότησης και τα περιορισμένα βιομηχανικά δάνεια, το αναπτυξιακό σκέλος του Σχεδίου Μάρσαλ αναβλήθηκε για αργότερα.

Με το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου αναπτερώθηκαν οι ελπίδες για μια πιο ταχεία στροφή στην ανάπτυξη. Ο Αμερικανός πρέσβης Γκρέιντι χαρακτήρισε το 1950 «έτος μεγάλων ευκαιριών για την Ελλάδα» και τον Ιανουάριο υπέβαλε στην κυβέρνηση ένα πρόγραμμα που προέβλεπε τη συρρίκνωση των ενόπλων δυνάμεων στο μισό, σε διάστημα ενός χρόνου. Εξάλλου η ελληνική οικονομία είχε επιδείξει σημαντική ανάκαμψη στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Τόσο η αγροτική, όσο και η βιομηχανική παραγωγή είχαν σταθερή άνοδο που προσέγγιζε πλέον τα προπολεμικά επίπεδα.

Καταστροφική συγκυρία

Η κατάσταση όμως άλλαξε απότομα με την έναρξη των εχθροπραξιών στην Κορέα και τη στροφή του Σχεδίου Μάρσαλ προς την «επαναστρατιωτικοποίηση» της Δυτικής Ευρώπης. Αυτό σήμαινε αύξηση των αμυντικών δαπανών, ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας και αντιπληθωριστική πολιτική. Η συγκυρία αυτή αποδείχθηκε καταστροφική για την ελληνική οικονομία. Οι ελληνικές αμυντικές δαπάνες πάγωσαν στα υψηλά επίπεδα του 1950. Η οικονομική πολιτική επικεντρώθηκε αποκλειστικά στη σταθεροποίηση της οικονομίας.

Τον Ιανουάριο του 1951 μία Επιτροπή στην Ουάσιγκτον είχε καταλήξει σ’ ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας. Τον Φεβρουάριο του 1951 ξεκίνησε το πρόγραμμα σταθεροποίησης. Για τα επόμενα δύο χρόνια η πολιτική αυτή εφαρμόστηκε με άκαμπτο τρόπο και ολοκληρώθηκε με την υποτίμηση της δραχμής την άνοιξη του 1953. Για όλο αυτό το διάστημα η ελληνική οικονομία έμεινε στάσιμη.

Η οικονομική βοήθεια περικόπηκε το 1950-1951 και εκ νέου το 1951-1952. Την τελευταία χρονιά του Σχεδίου Μάρσαλ ήταν 182 εκατομμύρια δολάρια. H οικονομική κατάσταση προκάλεσε διαδοχικές κρίσεις στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με τις αμερικανικές υπηρεσίες στην Ελλάδα. Τον Μάρτιο του 1952 η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. H διατήρηση των αντιπληθωριστικών στόχων προϋπέθετε την πλήρη εγκατάλειψη του επενδυτικού προγράμματος, μηδενικές δηλαδή δημόσιες επενδύσεις για το τρέχον έτος.

Αυτό που φάνηκε να έχει καλύτερη τύχη ήταν οι θεσμικές αλλαγές που επεδίωξαν οι Αμερικανοί την περίοδο 1950-1953. Αυτές περιελάμβαναν την ίδρυση κρατικών εταιρειών κοινής ωφέλειας (ΔΕΗ, ΟΤΕ κ.λπ.), τη δημιουργία νέων οργανισμών (ΕΟΤ, κ.ά.) και τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις που θα προσείλκυαν ξένα κεφάλαια (νόμος περί ξένων επενδύσεων του 1953). Κυρίως είδαν την ελληνική οικονομία να εντάσσεται, έστω με μεταβατικές διατάξεις, στους διεθνείς θεσμούς: στο «σύστημα του Μπρέτον Γουντς», στην GATT και λίγο αργότερα στους υπό ίδρυση ευρωπαϊκούς θεσμούς.

* Ο κ. Γιώργος Σταθάκης διδάσκει Πολιτική Οικονομία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και είναι συγγραφέας του βιβλίου «Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ. Η ιστορία της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα», εκδ. Βιβλιόραμα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή