Δεν άκουσε τη συμβουλή της Μόσχας

Δεν άκουσε τη συμβουλή της Μόσχας

6' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον Φεβρουάριο του 1945 η Συμφωνία της Βάρκιζας έδωσε τέλος στα Δεκεμβριανά, αλλά δεν έλυσε τα βαθύτερα πολιτικά προβλήματα, αυτά που κατά κύριο λόγο προκαλούσαν τη σύγκρουση. Η εσωτερική διαμάχη στην Ελλάδα συνδέθηκε με την αντιπαλότητα μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και των δυτικών δυνάμεων στα Βαλκάνια, δίνοντας έτσι μεγάλη διεθνή διάσταση στον ελληνικό πολιτικό αγώνα.

Ο Ζαχαριάδης αμέσως μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα επίσημα αναγνώρισε πως η πολιτική γραμμή και η δράση της ηγεσίας του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια της απουσίας του ήταν σωστή. Επιπλέον διακήρυξε ότι η ηγεσία του ΚΚΕ ήταν προσανατολισμένη προς τη γραμμή της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η θεωρία των δύο πόλων, όπου ο Ζαχαριάδης προσπαθεί να δεσμεύσει τη Σοβιετική Ενωση σε μια πιο ενεργητική πολιτική παρέμβαση στα ελληνικά δρώμενα.

Αντιφατική πολιτική

Βέβαια, αυτήν την περίοδο η πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ και ιδιαίτερα του Ζαχαριάδη είναι αντιφατική, κινείται σε δύο επίπεδα και διακατέχεται από το σύνδρομο της χαμένης εξουσίας. Από τη μια πλευρά, δημοσία προτείνει ομαλή εσωτερική δημοκρατική εξέλιξη και από την άλλη, προσπαθεί να βρίσκει προσχήματα για να μην εγγραφούν οι οπαδοί του στους εκλογικούς καταλόγους. Είναι φανερό ότι από τον Ιούλιο του 1945 το ΚΚΕ σκέφτεται την αποχή. Μάλιστα τον Αύγουστο, ύστερα από την άρνηση του αντιβασιλέα να αντικαταστήσει την κυβέρνηση Βούλγαρη, το ΚΚΕ απέσυρε από τις επιτροπές που θα αναθεωρούσαν τους εκλογικούς καταλόγους όλους τους αντιπροσώπους του, για «να πάψουν να μετέχουν στην κωμωδία, που στόχευε στην αλλοίωση της θέλησης και των αισθημάτων του λαού». Βεβαίως, η απειλή για αποχή διατυπώθηκε ξανά και στο 7ο Συνέδριο.

Τα προβλήματα των εκλογών ταλαιπώρησαν υπερβολικά το ΚΚΕ. Οι γιουγκοσλαβικές, βουλγαρικές και αλβανικές εκλογές είχαν σφραγίσει, κατά τη γνώμη του, τις ιστορικές δημοκρατικές μεταβολές των βαλκανικών κρατών, ενώ στην Ελλάδα η ξένη επέμβαση δεν άφηνε να γίνει το ίδιο. Στις 26 και 27 Δεκεμβρίου 1945 ο Ζαχαριάδης, σε δύο σημαντικές ομιλίες του στη Θεσσαλονίκη, ανέλυσε τη μελλοντική πολιτική του ΚΚΕ, η οποία περιλάμβανε την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα, τη συμμετοχή του ΚΚΕ στην κυβέρνηση, τη συνεργασία με τους σλαβομακεδόνες και τη φιλική συνεργασία με τα «βόρεια» δημοκρατικά κράτη.

Στα τέλη του 1945 η κατάσταση στην Ελλάδα είχε γίνει πολύ εκρηκτική. Ο Ζαχαριάδης με μια γενική απεργία επιχείρησε να κλονίσει την κυβέρνηση Σοφούλη και να εκβιάσει την είσοδο του ΚΚΕ στην κυβέρνηση. Βέβαια ο εκβιασμός δεν πέρασε, αλλά ο Ζαχαριάδης συνέχισε να πιστεύει ότι οι περιστάσεις ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές για να προχωρήσει το ΚΚΕ σε μια τακτική.

Ο Ζαχαριάδης θεώρησε τη Συμφωνία της Βάρκιζας απλώς μια ανάπαυλα, όπως ο ίδιος αναφέρει σε έκθεσή του προς τον Στάλιν. Το πέρασμα στον εμφύλιο πόλεμο εκφράζεται με τον όρο «αυτοάμυνα» και είχε μια σταδιακή κλιμάκωση μέχρι να καταλήξει από την οργάνωση παλλαϊκής αντίστασης του 1945-46 στην ένοπλη εξέγερση.

Ερώτηση στη Μόσχα

Ο Ζαχαριάδης, στις 5 Φεβρουαρίου, μία εβδομάδα πριν συγκαλέσει τη 2η ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, θεώρησε απαραίτητο να ρωτήσει τη Μόσχα εάν θα έπρεπε να αρχίσει έναν ένοπλο αγώνα ή να πάρει μέρος στις εκλογές. Η απάντηση ήρθε στις 8 Φεβρουαρίου και συμβούλευε να μην ακολουθήσουν τον δρόμο που θα οδηγούσε στην ένοπλη εξέγερση, αλλά να συμμετάσχουν στις εκλογές.

Βέβαια, ο Ζαχαριάδης δεν έκανε ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά ακολούθησε τον τρίτο δρόμο, όπως εξήγησε στις 6 Μαΐου 1946 στον Rodionov, Σοβιετικό πρέσβη στην Αθήνα, δηλαδή το μποϊκοτάζ των εκλογών και σταδιακό πέρασμα στον ένοπλο αγώνα

Η τακτική της εκλογικής αποχής ήταν κατά βάση πολιτική του Ζαχαριάδη, που πίστευε ότι στη χώρα επικρατούσαν ευνοϊκές επαναστατικές συνθήκες και ιδιαίτερα ότι η ανασύνταξη των λαϊκών δυνάμεων είχε ολοκληρωθεί. Αυτό φαίνεται καθαρά από υπόμνημα του Ζαχαριάδη προς τον Στάλιν, στις 13 Μαΐου 1947.

Οι εκτιμήσεις του Ζαχαριάδη για την ύπαρξη επαναστατικών συνθηκών επικράτησαν στη 2η Ολομέλεια, σε βάρος των απόψεων για μια ειρηνική δημοκρατική πορεία προς την εξουσία Ετσι, η αποχή από τις εκλογές, παρά την αντίθετη συμβουλή της Σοβιετικής Ενωσης, ήταν φυσική συνέπεια των γεγονότων, επιτάχυνε την πορεία προς την ένοπλη σύγκρουση και την έκανε αναπόφευκτη.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ΚΚΕ θα προτιμούσε να πάρει την εξουσία με μια ομαλή εσωτερική δημοκρατική εξέλιξη. Με την τρομοκρατία όμως που επικρατούσε είναι αμφίβολο αν μια τέτοια εξέλιξη ήταν εφικτή. Το ΚΚΕ δεν είχε άλλη δυνατότητα επιλογής· έπρεπε ή να συμβιβαστεί, όπως το ιταλικό και το γαλλικό Κ.Κ., ή να προχωρήσει στον ένοπλο αγώνα.

Παρόλο που, με την απόφαση της 2nς Ολομέλειας, το ΚΚΕ προσανατολιζόταν προς την ένοπλη αναμέτρηση, η ηγεσία του δεν ήθελε να προχωρήσει σε συγκεκριμένο σχέδιο προετοιμασίας, προτού εξασφαλίσει τη συμπαράσταση κυρίως της ΕΣΣΔ και των γειτονικών κομμουνιστικών κρατών. Ο Ζαχαριάδης δεν ήθελε να επαναληφθεί το λάθος του Δεκεμβρίου του 1944, γιατί πίστευε ότι χωρίς εξωτερική βοήθεια κάθε ένοπλη αναμέτρηση θα κατέληγε σε αποτυχία Ετσι, την άνοιξη του 1946, ο Ζαχαριάδης, επιστρέφοντας από το συνέδριο του τσεχικού κόμματος στην Πράγα, συναντήθηκε με τον Τίτο στο Βελιγράδι και με τον Στάλιν στην Κριμαία, ακριβώς για να ζητήσει υλική και ηθική υποστήριξη. Οι απαντήσεις που έλαβε ήταν θετικές και ο ένοπλος αγώνας μπορούσε να ξεκινήσει.

Πρόταση πυροτέχνημα για ουδετεροποίηση

Το καλοκαίρι του 1946 το αντάρτικο κίνημα άρχισε να αναπτύσσεται σταδιακά και να συγκροτούνται τα πρώτα περιφερειακά αρχηγεία. Η ηγεσία του ΚΚΕ θεωρούσε ότι για να εκπληρώσει τους στόχους της έπρεπε ο αριθμός των ανταρτών, από τους 4.000 που ήταν τον Αύγουστο του 1946, να αυξηθεί σε 15-20.000. Αυτό, όμως, δεν μπορούσε να γίνει χωρίς την ανάλογη υλική βοήθεια από τη Σοβιετική Ενωση και τα υπόλοιπα αδελφά κουμμουνιστικά κόμματα. Ομως, το φθινόπωρο του 1946 η Σοβιετική Ενωση ήταν αντίθετη στη μαζική ανάπτυξη του Δημοκρατικού Στρατού, προφανώς λόγω της Συνδιάσκεψης της Ειρήνης, και παράλληλα απέρριψε και το αίτημα του ΚΚΕ για ουδετεροποίηση της Ελλάδας.

Από το αρχειακό υλικό που υπάρχει διαθέσιμο σήμερα δεν μπορεί να θεωρηθεί πειστική η ερμηνεία κάποιων ιστορικών ότι η ηγεσία του ΚΚΕ μετά τη 2η ολομέλεια και έως τον Φεβρουάριο του 1947 δεν είχε στόχο την κατάληψη της εξουσίας, αλλά επιδίωκε να επιβάλει στην ελληνική κυβέρνηση και στους Βρετανούς έναν συμβιβασμό που θα εξασφάλιζε τη μετάβαση σε ένα καθεστώς «δημοκρατικής τάξης και ομαλότητας».

Ο συμβιβασμός αυτός θα επιβαλλόταν με τη μορφή ένοπλης πάλης που θα ασκούσαν τα ένοπλα τμήματα ανταρτών που δρούσαν την περίοδο αυτή στην Ελλάδα. Ο Γιάvvης Ιωαννίδης, σε έκθεσή του στις 25 Αυγούστου 1946, αναφέρει ότι ο αριθμός των ανταρτών δεν ξεπερνούσε τους 4.000 άνδρες, οι οποίοι ήταν όχι μόνο πενιχρά εξοπλισμένοι αλλά κατά ένα μεγάλο μέρος ξυπόλυτοι και εντελώς κακοντυμένοι. Το ερώτημα είναι πώς αυτοί οι άνδρες σε τέτοια άσχημη κατάσταση θα εξανάγκαζαν την ελληνική κυβέρνηση και τους Βρετανούς σε κάποιο συμβιβασμό.

Τον Σεπτέμβριο του 1946 η ηγεσία του ΚΚΕ σε έκθεσή της προς τη Σοβιετική Ενωση προτείνει την ουδετεροποίηση της Ελλάδας υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Την πρόταση αυτή σήμερα μερικά δημοσιεύματα τη θεωρούν σημαντική απόδειξη των προθέσεων της ηγεσίας του ΚΚΕ για την αποφυγή του εμφυλίου πολέμου. Βέβαια, η πρόταση αυτή δεν ήταν παρά ένα πυροτέχνημα του Ζαχαριάδη, όπως ακριβώς ήταν και η θεωρία των δύο πόλων, για να εμπλέξει τη Σοβιετική Ενωση στην ελληνική υπόθεση και για να οδηγήσει στην αποχώρηση του βρετανικού στρατού από την Ελλάδα. Σε έγγραφό του στη Μόσχα αναφέρει:

«Εφ’ όσον οι Βρετανοί δεν προτίθενται να εγκαταλείψουν την Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση τους υπηρετεί σε όλα και εμφανίζει την παρουσία του βρετανικoύ στρατού στη χώρα σαν εγγύηση «για τον κίνδυνο επέμβασης» των γειτονικών δημοκρατικών χωρών και ιδιαίτερα των Σλάβων, θέτουμε ενώπιόν σας το ερώτημα πόσο είναι ωφέλιμο για την πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων δημοκρατικών χωρών να κηρυχθεί η Ελλάδα ουδέτερη χώρα κάτω από την εγγύηση των μεγάλων Δυνάμεων».

Ο Ζαχαριάδης τον Μάιο του 1945 δήλωνε στον Rodionov, πρέσβη της Σοβιετικής Ενωσης, ότι σε «περίπτωση αποχώρησης των βρετανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα το ΕΑΜ σε δύο μήνες θα αναδεικνυόταν κυρίαρχο κόμμα στη χώρα».

* Ο κ. Βασίλειος Κόντης είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Μελετών Χερσονήσου του Αίμου και ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή