Γκέρχαρντ Ρίχτερ, σεμνός σταρ της τέχνης

Γκέρχαρντ Ρίχτερ, σεμνός σταρ της τέχνης

4' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενας καταρράκτης από χρώματα, ένας ύμνος στην επιμελημένη «τυχαιότητα» είναι η καινούργια έκθεση του Γκέρχαρντ Ρίχτερ στο μουσείο Λούντβιχ της Κολωνίας. Μια έκθεση που ήταν καιρός πια να γίνει, όπως παραδέχεται ο διευθυντής του μουσείου Κάσπαρ Κένιχ: «Γίνονταν παντού σε όλο τον κόσμο εκθέσεις του και όχι στην πόλη που επέλεξε ο ίδιος ο Ρίχτερ για να ζήσει, την Κολωνία».

Σαράντα έργα μεγάλων διαστάσεων παρουσιάζουν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της αφηρημένης ζωγραφικής του πολύπλευρου Γερμανού ζωγράφου. Γιατί ο Ρίχτερ δεν είναι ένας καλλιτέχνης, αλλά πολλοί μαζί ταυτόχρονα. Ο τρόπος που ζωγράφιζε στη δεκαετία του ’60 και αργότερα του ’70 ήταν καινούργιος ακόμα για τη Γερμανία. Εμπνεύσθηκε πολύ από την αμερικανική ποπ-αρτ. Τα έργα του δεν έχουν μια εμφανή συνέχεια. Είναι ο ζωγράφος που με την ίδια ευκολία αποτυπώνει στον καμβά ωραία λουλουδάκια στο βάζο, όπως και τα πορτρέτα των πρωταγωνιστών της τρομοκρατικής οργάνωσης RAF στον γνωστό κύκλο του «18 Οκτωβρίου 1977». Και από τον φωτορεαλισμό πάλι περνάει με την ίδια ευκολία στην αφηρημένη τέχνη. Σε αυτήν ακριβώς την αφηρημένη ζωγραφική που δημιουργήθηκε από τη δεκαετία του ’70 μέχρι σήμερα επικεντρώνεται η έκθεση στο μουσείο Λούντβιχ της Κολωνίας.

Τα εκθέματα

«Το δάσος» είναι μια από τις πιο πρόσφατες θεματικές ενότητες, η οποία φιλοτεχνήθηκε το 2005. Στα δώδεκα έργα, 197×132 cm το καθένα, ξεπηδούν κάποιες δυναμικές, κάθετες κυρίως και πιο ανοιχτόχρωμες πινελιές, που σε κάνουν να υποψιαστείς πως πρόκειται για κορμούς δέντρων.

Στα υπόλοιπα έργα, στη σειρά για παράδειγμα «Γκέιτζ», η οποία φιλοτεχνήθηκε το 2006 και στη σειρά «Μπαχ» η οποία φιλοτεχνήθηκε μια δεκαετία νωρίτερα, δεν υποψιάζεσαι τίποτα. Ούτε καν πως πρόκειται για ένα αφιέρωμα στη μουσική των δύο καλλιτεχνών, μια μουσική που συντρόφεψε πολλές φορές τη δημιουργία του Γκέρχαρντ Ρίχτερ.

Ανυποψίαστος αλλά και εντυπωσιασμένος στέκεται ο θεατής μπροστά και στα υπόλοιπα μεγάλα έργα, όπως είναι τα σκοτεινά «Νοέμβριος» (1989), «Ιανουάριος» (1989), «Φεβρουάριος» (1989). Εργα φτιαγμένα με μαεστρία, πείσμα και υπομονή. «Προϊόν της θέλησης και του τυχαίου», όπως μας λέει ο Ρίχτερ. Πίνακες δουλεμένοι με πολλές παχιές στρώσεις χρώματος. Χρώματα που μπλέκονται, ανακατεύονται και δημιουργούν παράξενες μορφές, απροσδιόριστες. Ομως δεν μπορείς να μην παρατηρήσεις πως αυτός ο πολύ όμορφος κόσμος του τυχαίου δεν κρύβει και τη συνειδητή επιλογή του χρώματος και της φοράς του πινέλου ή της σπάτουλας.

Τα έργα μοιάζουν να είναι αποτέλεσμα ευκολίας, πίνακες όμως όπως το «Κόκκινο» μαρτυρούν το αντίθετο. Προηγήθηκαν 32 ολόκληρες προσπάθειες για να καταλήξει στην τελική μορφή.

Γυάλινη σύνθεση

Στην έκθεση παρουσιάζεται επίσης μια σύνθεση από εκατό κομμάτια γυαλιού (30×40 cm το καθένα) πάνω στα οποία έχει χυθεί χρώμα, δημιουργώντας και πάλι ακατάστατες, αδιευκρίνιστες μορφές. Το ενδιαφέρον με όλα αυτά τα έργα είναι ότι μπορείς να πεις πολλά και τίποτα. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης πάντως δεν θέλει να μιλάει για τα έργα του, προτιμά εκείνα να μιλούν γι’ αυτόν. Οταν του ζητούνται διευκρινίσεις από τους δεκάδες δημοσιογράφους που είναι συγκεντρωμένοι στη συνέντευξη Τύπου παραπέμπει στον επιμελητή της έκθεσης, Ούλριχ Βίλμες. «Αυτός τα ξέρει καλύτερα», χαριτολογεί. Κανείς βεβαίως δεν γνωρίζει καλύτερα από ό,τι ο ίδιος ο καλλιτέχνης το έργο του. «Μου αρέσει ό,τι δεν έχει στυλ: τα λεξικά, οι φωτογραφίες, η φύση, εγώ και οι πίνακες μου», είχε πει κάποτε. Ο Γκέρχαρντ Ρίχτερ είναι ένας σεμνός σταρ της τέχνης. Λιγομίλητος, φειδωλός στις συναναστροφές, παρατηρεί με ικανοποίηση τους φωτογράφους που στριμώχνονται να απαθανατίσουν μια στιγμή, τις κάμερες, τους ανθρώπους του Τύπου που ζητούν μια δήλωσή του. Ταυτόχρονα μοιάζει να πλήττει με όλα αυτά και να προτιμά τον οικείο κόσμο της δημιουργίας.

Η έκθεση στο μουσείο Λούντβιχ είναι μια καλοστημένη έκθεση, με έναν ικανοποιητικό αριθμό έργων, που την κάνει εύληπτη. Μια ευκαιρία να δει κανείς από κοντά το λιγότερο γνωστό έργο του πιο αναγνωρισμένου και ταυτόχρονα αναγνωρίσιμου εικαστικού στη Γερμανία.

Παράλληλα με την έκθεση στο μουσείο Λούντβιχ, παρουσιάζονται και μια σειρά από πεντακόσιες, περίπου, φωτογραφίες στο μουσείο Μόρσμπροϊχ στο Λεβερκούζεν. Πολλές από τις φωτογραφίες αφορούν την προσωπική ζωή του καλλιτέχνη. Στιγμές οικογενειακές από εκδρομές, πορτρέτα των παιδιών του και των συζύγων του. Ενα μεγάλο μέρος του έργου παρουσιάζεται για πρώτη φορά, ενώ ένα άλλο κομμάτι αποτελεί τμήμα του γνωστού μνημειακού έργου «Ατλαντας».

Από τη Δρέσδη στην υφήλιο

Ο Γκέρχαρντ Ρίχτερ γεννήθηκε στη Δρέσδη το 1932. Μαθητής του σοσιαλιστικού ρεαλισμού ήρθε σε επαφή το 1959, κατά τη διάρκεια της έκθεσης Documenta στο Κάσσελ, με το έργο του Τζάκσον Πόλοκ και του Λούτσιο Φοντάνα. Το 1961, λίγο πριν χτιστεί το τείχος του Βερολίνου, διέφυγε από την Ανατολική Γερμανία και εγκαταστάθηκε στο Ντίσελντορφ όπου σπούδασε και αργότερα δίδαξε, από το 1971 μέχρι το 1994, στην περίφημη Ακαδημία Καλών Τεχνών της πόλης. Σήμερα ζει στην Κολωνία όπου έχει τα δύο ατελιέ του.

Ο Ρίχτερ έχει εκθέσει στα σημαντικότερα μουσεία του κόσμου και έχει βραβευθεί πολλές φορές. Το 1997 του απονεμήθηκε το ιαπωνικό βραβείο «Praemium Imperiale» το οποίο θεωρείται το Νομπέλ των Τεχνών.

Σπάει τα ρεκόρ πωλήσεων

Ο 76χρονος Γκέρχαρντ Ρίχτερ είναι ο σπουδαιότερος εν ζωή Γερμανός ζωγράφος σήμερα και επειδή η επιτυχία συνήθως προσμετράται σε χρήμα, είναι αναμφισβήτητα και ο πιο επιτυχημένος, σπάζοντας το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ πωλήσεων. Σύμφωνα με μετρήσεις του περιοδικού Capital, o Ρίχτερ το διάστημα 2004 – 2007 βρισκόταν στην πρώτη θέση από πλευράς πωλήσεων. Και τι γίνεται τώρα με την οικονομική κρίση, τον ρωτάμε. Πόσο τον επηρεάζει; Γελάει και παραμένει χαλαρός, τα παρακολουθεί και τα διαβάζει όλα αυτά στις εφημερίδες, αλλά δεν τον πολυαπασχολούν. Να μην παίρνουμε την τέχνη τόσο σοβαρά όσον αφορά την οικονομική της πλευρά, μας προτρέπει ο διευθυντής του Μουσείου Λούντβιχ Κάσπαρ Κένιχ. «Αναμφισβήτητα πάντως» παραδέχεται «οι συνέπειες θα φανούν και σε αυτόν τον τομέα». Προς το παρόν πάντως δεν επιβεβαιώνεται ακόμα. Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας Tagesspiegel τα κέρδη από τις πωλήσεις έργων τέχνης συνεχίζονται, τα ποσά που διακινούνται είναι τεράστια, αν και φαίνεται κάποιοι ζωγράφοι να βγαίνουν περισσότερο κερδισμένοι από την κρίση σχετικά με τις πωλήσεις των έργων τους, όπως για παράδειγμα ο Αντι Γουόρχολ, ο Φράνσις Μπέικον και ο Λούσιαν Φρόιντ, ενώ ο Γκέρχαρντ Ρίχτερ συγκαταλέγεται μάλλον στους «χαμένους». Ολα είναι βέβαια σχετικά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή